Άρθρο του Σ. Φάμελλου στη Ναυτεμπορική
Στην Πράσινη Μετάβαση, σε συνδυασμό με την κλιματική κρίση, ως το πεδίο αντιπαράθεσης δύο διαφορετικών και διακριτών «δρόμων», επικεντρώνεται ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, σε άρθρο του στο πλαίσιο Ειδικής Έκδοσης-Αφιερώματος της εφημερίδας «Ναυτεμπορική» για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Της προοδευτικής προοπτικής που θέλει να αλλάξει, με αφετηρία την πράσινη μετάβαση, το αναπτυξιακό υπόδειγμα με επίκεντρο τη δικαιοσύνη και τη διάχυση του οφέλους σε όλη την κοινωνία, και του συντηρητικού, νεοφιλελεύθερου μοντέλου που θέλει να διατηρήσει το business as usual, με στόχο να αναπαράξει το υφιστάμενο μοντέλο παραγωγής και διανομής του παραγόμενου εισοδήματος μόνο προς όφελος λίγων αλλά ισχυρών συμφερόντων, αναπαράγοντας ταυτόχρονα και εντείνοντας τις ανισότητες.
Σημειώνει πως απέναντι στη μετάβαση αποκλειστικά μέσω των αγορών και της όξυνσης των ανισοτήτων, οδό που επιλέγει η κυβέρνηση Ν.Δ., και απέναντι στην ανάγνωση της κρίσης ως ένα ακόμα πεδίο κερδοφορίας λίγων ολιγοπωλίων, η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προκρίνει τη στρατηγική της Ενεργειακής Δικαιοσύνης και Δημοκρατίας, ζητώντας, με το βλέμμα στη νέα γενιά, έναν ευρύ, καθολικό, καινοτόμο και ριζικό μετασχηματισμό, μια ανατροπή του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης και του τρόπου ζωής, μίας μετάβασης με κοινωνικούς, συμμετοχικούς, τοπικούς και δημοκρατικούς όρους.
Ρόλο «κλειδί», ώστε να αξιοποιήσει η Ελλάδα τη μεγάλη ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης, έχει όμως και η ύπαρξη μίας ξεκάθαρης στρατηγικής, που θα λειτουργήσει ως ένας οδικός χάρτης για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, που, όπως φάνηκε από τη συζήτηση του κλιματικού νόμου στη Βουλή, απουσιάζουν από την κυβέρνηση της ΝΔ.
Ο Σ.Φάμελλος αναφέρεται στην κοινή επιστολή εβδομήντα (70) οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών προς τον κ. Σκυλακάκη, που καταγγέλλουν την απουσία διαβούλευσης για το Ταμείο Ανάκαμψης, κάτι που αποδεικνύει ότι αποτελεί ένα σχέδιο από λίγους, για τους λίγους και εκλεκτούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Επισημαίνει την απουσία των Ενεργειακών Κοινοτήτων από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και την πρόβλεψη μηδενικής χρηματοδότησης δράσεων για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, ενώ το κόστος ενέργειας και ειδικότερα το κόστος ηλεκτρισμού βαίνει διαρκώς αυξανόμενο από όταν ανέλαβε η Ν.Δ. τη διακυβέρνηση της χώρας.
Ο Σ.Φάμελλος υπογραμμίζει τέλος, ότι η ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ για τη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027, δεν πρέπει να πάει χαμένη. «Μπροστά σε προκλήσεις τέτοιου μεγέθους, η Ελλάδα χρειάζεται να προχωρήσει με σοβαρές μεταρρυθμίσεις, σε συνέχεια πολιτικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για την αναμόρφωση του ενεργειακού τομέα, με μακροπρόθεσμη στρατηγική και διαφανείς κανόνες για όλους. Οι αλλαγές πρέπει να είναι ουσιαστικές, καινοτόμες, με αξιοποίηση της επιστήμης, να στοχεύουν σε μια ανθεκτική, δίκαιη και κλιματικά ουδέτερη κοινωνία αλλά και να προσφέρουν στη χώρα μας ένα καλύτερο μέλλον, μια καλύτερη ζωή που θα εμπνέει τη νέα γενιά και τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας. Αυτές οι αλλαγές πρέπει να γίνουν κτήμα της κοινωνίας, να την εμπνεύσουν και να την κινητοποιήσουν και αυτό μπορεί να διασφαλίσει η προοδευτική δημοκρατική κυβέρνηση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία».
Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:
Ποια στρατηγική χρειάζεται για την πράσινη μετάβαση;
Η παγκόσμια κοινωνία βρίσκεται εν μέσω προκλήσεων και μετασχηματισμών που θα αλλάξουν ριζικά τον τρόπο που ζούμε και παράγουμε. Στόχος επιβίωσης και βιωσιμότητας είναι πλέον η κλιματική ουδετερότητα της παγκόσμιας κοινωνίας και οικονομίας έως το 2050.
Έχουμε πολύ δρόμο βέβαια μπροστά μας και ενδιάμεσες «στάσεις» όπως οι στόχοι για το 2030, είναι πολλές οι προκλήσεις που θέτουν και τα μαθήματα που μας δίνουν η κλιματική κρίση σε συνδυασμό με την πανδημική κρίση, αλλά μεγάλες είναι όμως και οι ευκαιρίες που έχουμε μπροστά μας για να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο και ανθεκτικό αύριο για τις επόμενες γενιές.
Αυτός ο μετασχηματισμός είναι και το πεδίο αντιπαράθεσης δύο διαφορετικών και διακριτών «δρόμων» που θα μας οδηγήσουν στην πράσινη μετάβαση. Της προοδευτικής προοπτικής που θέλει να αλλάξει, με αφετηρία την πράσινη μετάβαση, το αναπτυξιακό υπόδειγμα με επίκεντρο τη δικαιοσύνη και τη διάχυση του οφέλους σε όλη την κοινωνία, και του συντηρητικού, νεοφιλελεύθερου μοντέλου που θέλει να διατηρήσει το business as usual, με στόχο να αναπαράξει το υφιστάμενο μοντέλο παραγωγής και διανομής του παραγόμενου εισοδήματος μόνο προς όφελος λίγων αλλά ισχυρών συμφερόντων, αναπαράγοντας ταυτόχρονα και εντείνοντας τις ανισότητες. Αυτό το μοντέλο όμως είναι που κατασπατάλησε και τους φυσικούς πόρους και έπληξε σοβαρά τη βιοποικιλότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με το βλέμμα στη νέα γενιά, ζητά έναν ευρύ, καθολικό, καινοτόμο και ριζικό μετασχηματισμό, μια ανατροπή του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης και του τρόπου ζωής. Ένας τέτοιου εύρους και ποιότητας μετασχηματισμός που μπορεί να χαρακτηριστεί ως πράσινη επανάσταση γιατί απαιτεί τη ριζική «αλλαγή του συστήματος» για «να μην αλλάξει το κλίμα», όπως μας ζητούν οι νέοι που διαδηλώνουν στις πλατείες για το κλίμα. Μια άλλη κοινωνική κουλτούρα, μια άλλη στάση ζωής, που ενσωματώνει τις επιστημονικές κατακτήσεις προς όφελος όλης της κοινωνίας. Η πράσινη μετάβαση μπορεί να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας και να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας. Αρκεί να μη γίνει για λίγους.
Απέναντι στη μετάβαση αποκλειστικά μέσω των αγορών και της όξυνσης των ανισοτήτων, οδό που επιλέγει η κυβέρνηση Ν.Δ., και απέναντι στην ανάγνωση της κρίσης ως ένα ακόμα πεδίο κερδοφορίας λίγων ολιγοπωλίων, η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προκρίνει τη στρατηγική της Ενεργειακής Δικαιοσύνης και Δημοκρατίας.
Οριοθετούμε τη μετάβαση με κοινωνικούς, συμμετοχικούς, τοπικούς και δημοκρατικούς όρους. Κοινωνικής με τη διασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων, των κοινών αγαθών και της εργασίας ως βασικής συνιστώσας. Συμμετοχικής με τη δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής όλων των κοινωνικών στρωμάτων αλλά και με πλουραλισμό και κοινωνική οικονομία στην παραγωγή. Τοπικής με την ανάδειξη της τοπικότητας ως πεδίου σχεδιασμού και πραγμάτωσης της πράσινης μετάβασης. Δημοκρατικής καθώς θα διασφαλίζει τη συμμετοχή στη διαβούλευση και στη λήψη αποφάσεων όλων των κοινωνικών ομάδων και των τοπικών θεσμών, αλλά και τη διαφάνεια και το κράτος δικαίου.
Τα παραπάνω στοιχεία οφείλουν να αποτελέσουν και τα συστατικά ώστε να αξιοποιήσει η Ελλάδα τη μεγάλη αυτή ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης που θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία και να οδηγήσει την Ελλάδα στο νέο ψηφιακό και βιώσιμο μέλλον.
Ρόλο «κλειδί» έχει όμως και η ύπαρξη ενός ξεκάθαρου οράματος και μίας μακροπρόθεσμης στρατηγικής, που θα λειτουργήσουν ως ένας οδικός χάρτης, μία πυξίδα, για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Έναν μετασχηματισμό που απαιτεί υπερβάσεις, ισχυρές μεταρρυθμίσεις αλλά και να διδαχτούμε από τα μαθήματα της πανδημίας. Η πανδημία κατέδειξε ότι τον πρώτο λόγο πρέπει να έχουν οι πολιτικές που θέτουν ως προτεραιότητα τον άνθρωπο, την ανάγκη διασφάλισης των δημόσιων αγαθών, καθώς και την ανάγκη ενός ισχυρού ρυθμιστικού ρόλου για το κράτος με ενίσχυση του δημόσιου τομέα.
Τα πρώτα δείγματα από την πλευρά της κυβέρνησης, δυστυχώς, δεν είναι θετικά. Η κυβερνητική πολιτική κυριαρχείται από το κυνήγι των εντυπώσεων, οπότε περιορίζεται σε αποσπασματικές και επιφανειακές επιλογές. Από την άλλη είναι εγκλωβισμένη στην εξυπηρέτηση λίγων συμφερόντων που βρίσκονται κοντά στο σύστημα εξουσίας, ενώ συστηματικά υποσκάπτει σχεδόν όλες τις μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση της διαφάνειας και του εκσυγχρονισμού από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η πρόσφατη συζήτηση για τον κλιματικό νόμο στη Βουλή κατέδειξε με τον πιο εμφανή τρόπο την απουσία οράματος και στρατηγικής, όπως και πολιτικού σχεδίου, προγραμματισμού, εργαλείων και μεθοδολογίας.
Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Ακόμα και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έμεινε κρυφό και από τη Βουλή και από τους παραγωγικούς φορείς. Από τον σχεδιασμό του απουσιάζουν πλήρως τα στοιχεία του δημοκρατικού και συμμετοχικού σχεδιασμού, αφού μόνο μία «περίληψή» του παρουσιάστηκε στη Βουλή, και δεν προηγήθηκε σχεδόν καμία διαβούλευση με τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα και την κοινωνία των πολιτών. Αυτό το γεγονός κατήγγειλαν, με κοινή επιστολή τους προς τον κ. Σκυλακάκη, εβδομήντα (70) οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται η Greenpeace και η WWF Ελλάς. Ένα σχέδιο από λίγους, για τους λίγους και εκλεκτούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση ότι από το Σχέδιο Ανάκαμψης λείπουν οι Ενεργειακές Κοινότητες, ένα αναπτυξιακό εργαλείο για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες που μπορούν να προωθήσουν τον πλουραλισμό στην παραγωγή καθαρής ενέργειας. Μηδενική είναι μέχρι στιγμής η χρηματοδότηση δράσεων για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, ενώ μάλιστα το κόστος ενέργειας και ειδικότερα το κόστος ηλεκτρισμού βαίνει διαρκώς αυξανόμενο από όταν ανέλαβε η Ν.Δ. τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η ευκαιρία όμως του Ταμείου Ανάκαμψης, που μαζί με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ για τη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027 αθροιστικά φτάνουν στα 59 δισ. ευρώ, δεν πρέπει και δεν μπορεί να πάει χαμένη.
Είναι σαφές ότι μπροστά σε προκλήσεις τέτοιου μεγέθους, η Ελλάδα χρειάζεται να προχωρήσει με σοβαρές μεταρρυθμίσεις, σε συνέχεια πολιτικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την αναμόρφωση του ενεργειακού τομέα, με μακροπρόθεσμη στρατηγική και διαφανείς κανόνες για όλους, ώστε να αξιοποιήσουμε την τεράστια ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι αλλαγές πρέπει να είναι ουσιαστικές, καινοτόμες, με αξιοποίηση της επιστήμης, να στοχεύουν σε μια ανθεκτική, δίκαιη και κλιματικά ουδέτερη κοινωνία αλλά και να προσφέρουν στη χώρα μας ένα καλύτερο μέλλον, μια καλύτερη ζωή που θα εμπνέει τη νέα γενιά και τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας. Αυτές οι αλλαγές πρέπει να γίνουν κτήμα της κοινωνίας, να την εμπνεύσουν και να την κινητοποιήσουν και αυτό μπορεί να διασφαλίσει η προοδευτική δημοκρατική κυβέρνηση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία.
Δείτε το άρθρο δημοσιευμένο εδώ