«Η κλιματική παράμετρος αποτελεί τη βασική προτεραιότητα, τον οδηγό για να σχεδιάσουμε την επόμενη ημέρα της κοινωνίας μας. Καθώς οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της μετάβασης είναι σημαντικές, πρέπει να βρούμε νέους πόρους που θα διοχετευθούν για να «απαντήσουν» σε κοινωνικά προβλήματα που υπάρχουν ήδη και να μη δημιουργούν, σε καμία περίπτωση, νέα κοινωνικά προβλήματα, ανισότητες και αδικίες. Σε αυτή τη μετάβαση, κρίσιμο είναι το ερώτημα: Ποιος θα «πληρώσει» τη μετάβαση και ποιοι θα ωφεληθούν από τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, που είναι σαφέστατα μια περιβαλλοντική και κοινωνική αναγκαιότητα. Ακούμε πάρα πολλές δηλώσεις παγκοσμίως υπέρ της προστασίας του κλίματος και της μετάβασης στην κλιματική ουδετερότητα, υπέρ της κλιματικής προσαρμογής αλλά, δε βλέπουμε όμως πράξεις. Η εκλογή του κυρίου Μπάιντεν στη θέση του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών μπορεί να είναι ένα καλό νέο που να δημιουργεί θετικές προοπτικές αλλά πρέπει να αναρωτηθούμε: Έχουμε αλλάξει τον τρόπο που ζούμε και τον τρόπο που παράγουμε; Έχουν αλλάξει οι πολιτικές; Και εδώ η απάντηση δυστυχώς είναι όχι» σημείωσε ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτης Φάμελλος στη διαδικτυακή ημερίδα που διοργάνωσε εχθές, 9 Νοεμβρίου, ο Τομέας Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. για την Κλιματική Κρίση και τη μετάβαση της πολιτικής, με τη συμμετοχή πανεπιστημιακών, μελών οικολογικών οργανώσεων και νεολαίων.
Συμμετείχαν συγκεκριμένα οι: Ρ. Δούρου, Τομεάρχης Κλιματικής Αλλαγής, Περιβάλλοντος και Ενέργειας Π.Γ. ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Ρωμανού, καθηγήτρια Columbia και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Διαστημικών Μελετών Goddard της NASA, Ν. Μιχαλόπουλος, Καθηγητής Παν. Κρήτης, Διευθυντής Ινστιτούτου Περιβάλλοντος ΙΕΠΒΑ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Π. Κόκκαλης, Ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Σ. Φάμελλος, Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Θ. Νάντσου – WWF, Δ. Γρηγορίου – Greenpeace, Λ. Παπαγιαννάκης, Επικεφαλής συνηγορίας Solidarity Now, Π. Πέρκα, Αναπληρώτρια Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Θ. Χρυσανθόπουλος, υποψήφιος διδάκτορας ΕΜΠ – Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ και Γ. Σταθάκης, Συντονιστής προγράμματος ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ – πρώην Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η τοποθέτηση του Σ.Φάμελλου επικεντρώθηκε στα εννέα ερωτήματα και σημεία πολιτικής που παρατίθενται παρακάτω:
Τομεακές ή οριζόντιες πολιτικές;
Η συζήτηση για το κλίμα και για το περιβάλλον δεν είναι τομεακή αλλά είναι μία οριζόντια πολιτική που διατρέχει όλες τις λειτουργίες βιομηχανία, γεωργία, τουρισμός, όπως και εγείρει εργασιακά θέματα, όπως και θέματα δημοκρατίας και υγείας. Λαμβάνεται αυτό το δεδομένο υπόψη στο Συμβούλιο Κορυφής όταν συζητούν για το κλίμα; Προς το παρόν η απάντηση είναι αρνητική. Δεν εφαρμόζεται ο οριζόντιος χαρακτήρας των πολιτικών του κλίματος και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Ποιος φοράει το πιο πράσινο καπέλο;
Υπάρχει ένας ιδιότυπος «διαγωνισμός»/«ανταγωνισμός» μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για το ποιος θα φορέσει το πιο πράσινο κουστούμι, ποιος θα έχει το πιο πράσινο καπέλο. Κάτι που είναι εν μέρει θετικό καθώς αντικατοπτρίζει την επιθυμία της κοινωνίας για βιώσιμες πολιτικές, στις οποίες και ανταποκρίνονται οι πολιτικοί. Η μικροκομματική όμως εκμετάλλευση για την πολιτική επιβίωση μίας πολιτικής ομάδας μπορεί να διαψεύσει τελικά τα όνειρα και τις διεκδικήσεις της κοινωνίας και να ακυρώσει τη μεταρρυθμιστική δύναμη που βρίσκεται μέσα στην κοινωνία και ιδιαίτερα στη νέα γενιά.
Η κλιματική κρίση ως εργαλείο αναδιάρθρωσης της οικονομίας;
Είναι πραγματικός ο κίνδυνος η κλιματική κρίση να αξιοποιηθεί ως ένα «εργαλείο» για την αναδιάρθρωση της των παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων προς όφελος μία μικρής ελίτ. Είναι ξεκάθαρο ότι οι επιχειρηματικές ελίτ είναι πιο έτοιμες να αξιοποιήσουν τις χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα πακέτα για την κλιματική κρίση, οπότε είναι και πιο έτοιμοι να ανταποκριθούν στο νέο κλιματικό ανταγωνισμό αλλά και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η πανδημία. Η αμοιβαιοποίηση του χρέους είναι προφανώς μία θετική κίνηση αλλά παραμένει το ερώτημα ποιοι ωφελούνται περισσότερο από αυτήν. Στην Ευρώπη είναι προφανής ο κίνδυνος μιας αναδιάρθρωσης, ενός νέου καταμερισμού και υπερσυγκέντρωσης κεφαλαίου σε λίγα χέρια. Η
Αλλότριες επιδιώξεις πίσω από πολιτικές υπέρ του κλίματος;
Μήπως πίσω από τις κλιματικές πολιτικές κρύβονται άλλες πολιτικές επιδιώξεις; Στην Ελλάδα έχουμε δυστυχώς πολλά τέτοια παραδείγματα. Η απολιγνιτοποίηση κρύβει την ιδιωτικοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής με την αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ με μονάδες φυσικού αερίου ιδιωτών. Η ενίσχυση του ανταγωνισμού ως πολιτικό επιχείρημα φαίνεται ότι μεταφράζεται τελικά στην ιδιωτικοποίηση των δικτύων φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού και μάλιστα σε ένα ιδιώτη δημιουργώντας ιδιωτικό μονοπώλιο, ενάντια δηλαδή και στην αρχή του ανταγωνισμού. Η μείωση ταφής των αποβλήτων χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση για να προωθηθεί η καύση απορριμμάτων. Η απλοποίηση της αδειοδότησης των ΑΠΕ οδηγεί σε ένα «Φαρ Ουέστ» συγκρούσεων για τη χωροθέτηση των ΑΠΕ. Η προώθηση της ηλεκτροκίνησης είναι ένας θεμιτός στόχος που δεν μπορεί όμως να υλοποιηθεί εάν δεν αφορά τη μετατροπή των μέσων σταθερής τροχιάς και των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς ώστε να αφορά την πλειονότητα των πολιτών.
Κίνδυνος μεγέθυνσης των υφιστάμενων ανισοτήτων;
Η κλιματική κρίση μπορεί να οδηγήσει στη μεγέθυνση των ανισοτήτων, με αποτέλεσμα ο Ευρωπαϊκός Νότος να μείνει πίσω, οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να μην έχουν πρόσβαση στα αγαθά της κλιματικής μετάβασης. Για παράδειγμα τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα του Βορρά θα είναι πολύ ακριβά για το Νότο. Η Ελλάδα κινδυνεύει να «μείνει πίσω» στον κλιματικό ανταγωνισμό γιατί έχει ακριβή ενέργεια και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον κλιματικό ανταγωνισμό και την πράσινη ενέργεια. Άρα πρέπει να αξιολογείται πάντα το κοινωνικό αποτύπωμα των ασκούμενων πολιτικών για το κλίμα.
Χρειαζόμαστε έναν κλιματικό νόμο
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει θέσει το αίτημα για έναν κλιματικό νόμο στην Ελλάδα, ένα θέμα που συζητείται στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Δεν μπορεί σήμερα, ακόμη και εν μέσω πανδημίας, να χρηματοδοτούνται με δημόσια και ευρωπαϊκά κονδύλια δραστηριότητες που δεν έχουν μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα ή δεν είναι μηδενικών αποβλήτων. Εξάλλου, η κλιματική ουδετερότητα δεν τέθηκε τελική ως προϋπόθεση χρηματοδότησης για όλες τις χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτό που βλέπουμε είναι ότι υπάρχει πιθανότητα να επεκταθεί το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων σε όλα τα ορυκτά καύσιμα και να μπει φόρος άνθρακα και στα καύσιμα μεταφορών και θέρμανσης, οπότε αυξάνει τον κίνδυνο να «μείνουν απ’ έξω» οι πιο ευάλωτοι.
Προϋπόθεση το κράτος δικαίου
Από το 2018 με το πρώτο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, είχαμε κάνει ξεκάθαρο ότι η αποτελεσματική ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική στηρίζεται πρώτα από όλα σε ένα κράτος δικαίου, διότι η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να γίνει με στεγανά αλλά, χρειάζεται διαφάνεια. Χρειαζόμαστε δηλαδή δασικούς χάρτες, κτηματολόγιο κτλ., μεταρρυθμίσεις που αποδομούνται από τότε που ανέλαβε η ΝΔ της διακυβέρνηση της χώρας.
Εργαλείο οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ
Οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ, είχαν ενσωματωθεί στην αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε εγκρίνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά δε βλέπουμε να υλοποιείται από την κυβέρνηση της ΝΔ. Οφείλουμε λοιπόν να τονίσουμε ότι πρόκειται για ένα βασικό εργαλείο άσκησης πολιτικής. Και δεν μπορεί αυτή τη μεγάλη μάχη της μετάβασης να τη δώσει η χώρα μας χωρίς αναπτυξιακό χάρτη. Ιδιαίτερα όταν οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης μάς δίνουν μια ολιστική εικόνα που σέβεται τους φυσικούς πόρους, το κλίμα, τα οικοσυστήματα αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζουν και τα βασικά ανθρώπινα αγαθά. Κάτι που οφείλει και η ΕΕ να λαμβάνει υπόψη στις αποφάσεις της και να μη μένει στα λόγια.
Παγώνουν πολιτικές για τις Ενεργειακές Κοινότητες και την ενεργειακή φτώχεια
Βλέπουμε επιπλέον να καθυστερούν πρωτοβουλίες για τον εκδημοκρατισμό και την ενεργή συμμετοχή της κοινωνίας, των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση. Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για τις Ενεργειακές Κοινότητες έχει «παγώσει», δεν υλοποιείται, όπως έχει «παγώσει» και το Πρόγραμμά εξοικονόμησης για δημόσια κτίρια που είχαμε έτοιμο. Απουσιάζουν ακόμη από την πολιτική της κυβέρνησης ΝΔ πολιτικές για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας ενώ, την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υποδιπλασιάστηκε ο συντελεστής ενεργειακής φτώχειας όσον αφορά στην πρόσβαση των νοικοκυριών στη θέρμανση. Φοβόμαστε ότι αν το κριτήριο για την ενεργειακή φτώχεια «εξέλθει» από το σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικής θα οδηγηθούμε στην έξαρση υφιστάμενων και στη δημιουργία νέων κοινωνικών προβλημάτων και αντιδράσεων της κοινωνίας στις πολιτικές για το κλίμα και την ενέργεια. Σε αντιδράσεις τις κοινωνίες αντίστοιχες με τα κίτρινα γιλέκα.
«Πρέπει λοιπόν να γίνει μία ολιστική συζήτηση για το μοντέλο παραγωγής και ανάπτυξης που θα μάς οδηγήσει στην επόμενη μέρα της κλιματικής ουδετερότητας. Πρέπει να είναι οριζόντιο, να αφορά όλους τους τομείς αλλά, πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη και τις κοινωνικές ανάγκες και τις κοινωνικές επιπτώσεις των ασκούμενων πολιτικών. Πρέπει συνεπώς να μην υπάρχουν αποκλεισμοί και τα οφέλη της μετάβασης να αφορούν την κοινωνία στο σύνολό της. Πάνω από όλα, η μετάβαση αυτή θα πρέπει να διασφαλίζει την κοινωνική δικαιοσύνη, την άμβλυνση των ανισοτήτων και την πρόσβαση όλων των πολιτών στα βασικά κοινωνικά αγαθά, στο νερό, στην ενέργεια, στην παιδεία, στην υγεία και στην εργασία», τόνισε κλείνοντας την τοποθέτησή του.
Παρακολουθείστε την Ημερίδα εδώ