Τον απολογισμό της κυβερνητικής θητείας της ΝΔ στην ενέργεια επιχειρεί ο Χάρης Δούκας, αναπληρωτής καθηγητής ενεργειακής πολιτικής και διαχείρισης στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με συνέντευξη που παραχωρεί στο iEnergeia.gr.
Ο Χάρης Δούκας μιλά για τα σημαντικότερα προβλήματα της ενεργειακής πολιτικής της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια της τετραετίας της, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και την κοινωνική διάσταση της μετάβασης.
Ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα της ενεργειακής πολιτικής της Κυβέρνησης αυτά τα 4 χρόνια;
Θα ήθελα να εκκινήσω την ανάλυση και συνεπαγόμενα την κριτική μου στους βασικούς κινδύνους που τονίζουν διεθνείς οργανισμοί.
Η ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ για το 2022 εξέπεμψε σήμα κινδύνου για την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική στην ενέργεια. Εντόπισε ζητήματα υψηλής εξάρτησης της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο καθώς και ζητήματα ανταγωνισμού. Μάλιστα, όπως επισήμαινε, η έλλειψη ανταγωνισμού δεν εντοπίζεται μόνο στη χονδρική αλλά και στη λιανική αγορά ηλεκτρικού ρεύματος, όπου παρατηρείται υψηλός βαθμός συγκέντρωσης.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει η μελέτη του ΟΟΣΑ και στην ανάγκη μεγαλύτερης ανεξαρτησίας της ΡΑΕ. Σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, οι ενισχυμένες και καλά διοικούμενες ρυθμιστικές αρχές συνδέονται με αποφάσεις που ενθαρρύνουν τον ανταγωνισμό και τις επενδύσεις σε δίκτυα. Η διασφάλιση της ανεξαρτησίας της ΡΑΕ θα ήταν δυνατή με την επιλογή του επικεφαλής της Αρχής και των μελών του διοικητικού συμβουλίου από μια ανεξάρτητη επιτροπή, αναφέρει η έκθεση, αντί της κυβέρνησης, καθώς επίσης και με τον περιορισμό της κυβερνητικής καθοδήγησης για το έργο της.
Ειδικά για το φυσικό αέριο, ακόμα και η πρόσφατη μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας συστήνει στην Ελλάδα να αναθεωρήσει την σχεδιαζόμενη επέκταση υποδομών αερίου & να αποφύγει την δημιουργία λανθανόντων περιουσιακών στοιχείων (χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά τον όρο “stranded assets”).
Ήδη στην χώρα μας δαπανώνται κρατικά χρήματα στη λάθος κατεύθυνση. Ενώ δηλαδή οι ιδιωτικές εταιρείες λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη τους τις νέες εξελίξεις και ξανασκέφτονται τις επενδύσεις σε έργα ορυκτού αερίου, δε συμβαίνει το ίδιο με τις δημόσια ελεγχόμενες και μονοπωλιακές ενεργειακές εταιρείες, όπως η ΔΕΗ, η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ, που προχωρούν σε ενοικιάσεις ακατάλληλων πλοίων FSU και σε νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας επένδυσης είναι το πλοίο FSU (Floating Storage Unit), που μισθώθηκε για ένα χρόνο από την ΔΕΠΑ. Μια επένδυση πάρα πολύ δαπανηρή. Με το μεγαλύτερο κόστος να μην προέρχεται από το ενοίκιο του πλοίου (25 εκ. ευρώ) αλλά από τις τεράστιες απώλειες αερίου, που εμφάνισε το πλοίο κατά τη χειμερινή αποθηκευτική περίοδο (80 εκ. ευρώ).
Τα κόστη αυτά καταλήγουν βέβαια στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, που πληρώνουν τον βαρύ ενεργειακό λογαριασμό.
Με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όμως, η Ελλάδα με βάση την Κυβέρνηση θεωρείται success story. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Για τις ΑΠΕ, με βάση τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ηλικιακής Ενέργειας "Solar Power Europe" μας ξεπέρασαν σε νέες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών το 2022 χώρες όπως η Πορτογαλία και έβαλαν πολλαπλάσια φωτοβολταϊκά χώρες όπως η Ολλανδία.
Επιπλέον, ανανεώσιμες πηγές δεν είναι μόνο φωτοβολταϊκά και αιολικά. Το φυσικό δυναμικό στη χώρα μας σε γεωθερμία, νερά και βιομάζα είναι πλούσιο, βεβαιωμένο και ανεκμετάλλευτο σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ειδικά όσον αφορά τη γεωθερμία, η αδράνεια που παρατηρείται εδώ και χρόνια συνιστά ολέθριο σφάλμα ενεργειακής πολιτικής. Και η Έκθεση του ΟΟΣΑ σημειώνει μεγάλες καθυστερήσεις στη διείσδυση όλων των διαθέσιμων μορφών ΑΠΕ στο μείγμα.
Υπάρχει βέβαια και το θέμα των δικτύων. Γιατί οι ΑΠΕ δεν πάνε μόνες τους, χρειάζονται ισχυρά και επαρκή δίκτυα, αποθήκευση και ηλεκτρική διασυνδεσιμότητα με άλλες χώρες. Και αυτές οι 3 παράμετροι στην χώρα μας είναι εξαιρετικά προβληματικές. Το ελληνικό δίκτυο είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό κορεσμένο για να υποδεχτεί τον όγκο των ΑΠΕ που απαιτεί η ενεργειακή μετάβαση, υπάρχει παντελής απουσία αποθήκευσης και χαμηλή ηλεκτρική διασυνδεσιμότητα της χώρας μας, σε σχέση με άλλες χώρες.
Αυτές οι 3 παράμετροι είναι άλλωστε και ο λόγος που έχουμε τόσο ακριβό ρεύμα στη χονδρική. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να εισάγουμε μεγάλες ποσότητες ενέργειας από τις γειτονικές χώρες που είχαν φθηνότερη το προηγούμενο διάστημα, αν είχαμε καλύτερα δίκτυα και μεγαλύτερες διασυνδέσεις. Αν είχαν προχωρήσει περισσότερο αυτές οι επενδύσεις σε δίκτυα και ΑΠΕ, θα μπορούσε η χώρα να έχει σημαντικά μειωμένη τιμή στο ελληνικό χρηματιστήριο την πολύ δύσκολη προηγούμενη περίοδο. Είναι σαφές πως οι κρίσιμες αυτές παραλείψεις κοστίζουν πολύ στους πολίτες.
Πώς προχωράει η κοινωνική διάσταση της μετάβασης;
Δύο βασικές διαστάσεις είναι η ενεργειακή δημοκρατία και η καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.
Όσον αφορά στην ενεργειακή δημοκρατία, η μειωμένη ανάπτυξη των δικτύων εξυπηρετεί τους λίγους και ισχυρούς που έχουν προνομιακή πρόσβαση στον ηλεκτρικό χώρο. Αντίθετα όσοι είναι εκτός του κάστρου, πολίτες και επιχειρήσεις, είναι τελικά αποκλεισμένοι από την αγορά ενέργειας. Πλήττεται δηλαδή η ενεργειακή δημοκρατία.
Τα ηλεκτρικά δίκτυα είναι η «βραδυφλεγής βόμβα» της ενεργειακής μετάβασης της χώρας. Ο ηλεκτρικός χώρος για σύνδεση νέων έργων ΑΠΕ είναι ελάχιστος. Οι ρυθμοί υλοποίησης των προγραμμάτων ανάπτυξης των δύο Διαχειριστών για το Δίκτυο Διανομής και για το Σύστημα Μεταφοράς είναι πάρα πολύ αργοί. Δε συνάδουν με την εποχή και τις ανάγκες της. Αλλά ακόμα και οι αργοί ρυθμοί είναι το μικρότερο κακό. Το μέγιστο πρόβλημα είναι ότι ο κατ’ επίφαση αναπτυξιακός σχεδιασμός των Διαχειριστών δεν υπηρετεί την ενεργειακή μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
Θα δώσω τρία παραδείγματα:
- Η διασύνδεση Ελλάδα-Βουλγαρία είναι 151 χλμ. Τα 121 είναι στη Βουλγαρία και τα 30 Ελλάδα. Οι Βούλγαροι έχουν ολοκληρώσει το κομμάτι τους το 2021. Ο ΑΔΜΗΕ θα ξεκινήσει την κατασκευή το 2023. Να γιατί η Ελλάδα δεν έχει ικανότητα εισαγωγής φθηνής ενέργειας για να ρίξει τις τιμές.
- Θυμάμαι τις ανακοινώσεις του Υπουργού Ενέργειας και μετέπειτα του ίδιου του Πρωθυπουργού για την ηλεκτρική λεωφόρο που θα συνδέει την Ελλάδα με την Κεντρική Ευρώπη, μέσω της οποίας θα εξάγεται πολλές ώρες η περίσσεια από την παραγωγή των δεκάδων GW ΑΠΕ που θα έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μέχρι το 2030. Πέρασαν πολλοί μήνες. Έχει υπάρξει κάποια πρόοδος;
- Το Σχέδιο Ανάπτυξης του Δικτύου της περιόδου 2022-2026 του Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας – ΔΕΔΔΗΕ (που δόθηκε προς διαβούλευση αρχές του 2023…) προβλέπει ελάχιστα χρήματα για τον εκσυγχρονισμό των δικτύων (λιγότερα από 200 εκατ. ευρώ το χρόνο), όταν μόνο οι επιδοτήσεις στις ενεργειακές εταιρίες για το ρεύμα, σε ένα χρόνο, έχουν ξεπεράσει τα 8 δις ευρώ. Ελάχιστα χρήματα για τα δίκτυα προβλέπονται και από το ταμείο ανάκμψης (400 εκατ. € από τα 21 δις €).
Όσον αφορά στην καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, η εξοικονόμηση ενέργειας ήταν και παραμένει ο φτωχός συγγενής για την κυβέρνηση της ΝΔ. Αποσπασματικές ανακοινώσεις μέτρων, αόριστες υποδείξεις και μεταφορά ευθυνών στους πολίτες στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Ενώ η ενεργειακή αυτονομία των καταναλωτών και η ενεργειακή θωράκιση τους έπρεπε να αποτελεί βασική προτεραιότητα για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, το «μοναδικό εργαλείο επιδότησης για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών», το «Εξοικονομώ», να είναι ακόμα στις αιτήσεις τους 2021 με πολύ χαμηλή απορροφητικότητας, ουσιαστικά σε αδιέξοδο.
Η αλλαγή αυτής της ενεργειακής πολιτικής είναι επιβεβλημένη.