Αναφορικά με την κοινή ανακοίνωση του Τομέα Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ και του Βουλευτή Ηρακλείου και Τομεάρχη Ενέργειας, κ. Φραγκίσκου Παρασύρη, με την οποία χαρακτηρίζεται ελλειμματικός ο σχεδιασμός για τον ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας,η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κυρία Αλεξάνδρα Σδούκου, δήλωσε:
«Με Κοινή Ανακοίνωση, ο Τομέας Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ και ο Βουλευτής Ηρακλείου και Τομεάρχης Ενέργειας, κ. Φραγκίσκος Παρασύρης, μέμφονται την Κυβέρνηση και το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) για τρία, επιμέρους, ενεργειακά ζητήματα:
(α) την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού
(β) τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα και
(γ) την πρόοδο στην ανάπτυξη ενεργειακών δικτύων και διασυνδέσεων.
Δυστυχώς για εκείνους, και τα τρία αυτά ζητήματα αποτελούν από τα πλέον προνομιακά για την Κυβέρνηση κατά την παρελθούσα τετραετία. Συνεχίζουμε δε με αμείωτη ταχύτητα και ένταση σημαντικά έργα και μεταρρυθμίσεις και κατά την τρέχουσα περίοδο.
Αναφορικά με τον ενεργειακό εφοδιασμό: Εν μέσω της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ελλάδα βρέθηκε όχι απλά με εξασφαλισμένη την ενεργειακή της τροφοδοσία, αλλά και στην μοναδική θέση να αποτελεί τη βασικότερη -σε κάποιες περιπτώσεις τη μόνη- πηγή τροφοδοσίας σε φυσικό αέριο για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Καθοριστικό ρόλο στην περιφερειακή, όχι μόνο την εθνική, ασφάλεια εφοδιασμού έπαιξαν στην κρίση ο αγωγός τροφοδοσίας αερίου από το Αζερμπαϊτζάν (TAP) και ο κάθετος αγωγός τροφοδοσίας της Βουλγαρίας (IGB), από τον οποίο -σημειωτέο- εξαρτάται, πλέον, εξ’ ολοκλήρου η γειτονική χώρα. Ο ρόλος της Χώρας ως περιφερειακού πυλώνα ενεργειακής ασφάλειας ενισχύεται με τις νέες μονάδες αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, την επαύξηση δυναμικότητας TAP και IGΒ, αλλά και το νέο αγωγό προς τη Βόρεια Μακεδονία. Η Ελλάδα, όχι απλώς κάλυψε απολύτως τις ανάγκες της, αλλά συνέδραμε ουσιαστικά και στην κάλυψη των αναγκών των γειτόνων της σε φυσικό αέριο. Ταυτόχρονα δε στον ηλεκτρισμό, στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο οι ΑΠΕ για πρώτη φορά ξεπέρασαν τα ορυκτά καύσιμα σε ποσοστό στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ επανειλημμένα καλύφθηκε για συνεχόμενες ώρες το 100% της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ -ένα μοτίβο, που θα αυξάνεται ολοένα και περισσότερο όσο περνάνε τα χρόνια και αποδίδουν καρπούς οι πολιτικές που ξεκινήσαμε το 2019.
Επομένως, από πουθενά δεν προκύπτει ότι “οι ήπιες καιρικές συνθήκες απέτρεψαν προβλήματα στην τροφοδοσία”. Το καλοκαίρι που μας πέρασε, όταν η χώρα υπέστη αλλεπάλληλα κύματα καύσωνα (δηλαδή οι καιρικές συνθήκες μόνο ήπιες δεν ήταν…) και η ζήτηση ήταν υψηλή (λόγω κλιματιστικών, κ.λπ.), δεν προέκυψε κανένα πρόβλημα στην τροφοδοσία.
Καμία ανησυχία, λοιπόν, για τον ενεργειακό εφοδιασμό σε ηλεκτρισμό και αέριο: η Ελλάδα καλύπτει τις ανάγκες της με καθαρή ενέργεια και στηρίζει τους γείτονες και εταίρους της με έργα υποδομών που την καθιστούν το σημαντικότερο ενεργειακό κόμβο της περιοχής.
Αναφορικά με τη διείσδυση των ΑΠΕ: Οι συντάκτες της Ανακοίνωσης παραγνωρίζουν ότι τα τέσσερα πρώτα χρόνια της Κυβέρνησης Μητσοτάκη συνδέθηκαν περίπου όσες νέες ΑΠΕ απ’ όσες είχαν συνδεθεί όλες τις προηγούμενες δεκαετίες, περίπου 5 GW. Μόνο το 2022 ήταν χρονιά ρεκόρ, με 1,6 GW νέων έργων να έχουν συνδεθεί, ενώ το 2023 είμαστε σε τροχιά να υπερβούμε, ξανά, την καλύτερη, ως σήμερα, επίδοσή μας. Αυτός ο ρυθμός δε συνεχίζεται αμείωτος: έχουν εκδοθεί Οριστικές Προσφορές Σύνδεσης για 16GW, που βρίσκονται σε στάδιο υλοποίησης. Ο τομέας των ΑΠΕ στην Ελλάδα ανθίζει και ενδεικτικό είναι το ενδιαφέρον των επενδυτών, Ελλήνων, αλλά και διεθνών παικτών της ενέργειας: τα έργα που ωριμάζουν και θέλουν να συνδεθούν υπερκαλύπτουν τους στόχους μας κατά 10 περίπου φορές.
Όσο για τους διαγωνισμούς του σχήματος στήριξης, είναι σαφές ότι η οικονομικότητα των νέων ΑΠΕ επιτρέπει να μην εξαρτώνται, πλέον, μόνο από τη στήριξη του Κράτους. Καθημερινά, ανακοινώνονται διμερείς συμφωνίες αγοραπωλησίας “πράσινης” ενέργειας (RESPPAs), που συνάπτονται για νέα έργα ΑΠΕ μεταξύ παραγωγών και μεγάλων καταναλωτών, χωρίς ανάγκη για διαγωνισμούς. Η συγκεκριμένη δε προτεραιότητα σύνδεσης που δόθηκε στις ΑΠΕ με RESPPA, χωρίς δηλαδή κρατική ενίσχυση, είναι πράγματι “φωτογραφική”: “φωτογραφίσαμε” και προτεραιοποιήσαμε έργα που πληρώνονται απευθείας από την αγορά και όχι εμμέσως από τον καταναλωτή! Είναι δε όλως ανορθολογικό να μας μέμφεται η αντιπολίτευση που η αγορά λειτουργεί και ωριμάζει νέα έργα χωρίς να χρειάζεται κρατική στήριξη.
Αλλά και οι πολίτες καθίστανται κοινωνοί των ωφελειών της ενεργειακής μετάβασης: συμμετέχουν αθρόα στα προγράμματα μας για Εξοικονόμηση και Φωτοβολταϊκά (ΦΒ) στη Στέγη, πετυχαίνοντας ταυτόχρονα μείωση του ενεργειακού τους κόστους, αλλά και κάλυψη μεγαλύτερου μέρους των αναγκών τους από καθαρή ενέργεια.Από τον Μάρτιο έως σήμερα -μέσα σε 6 μήνες δηλαδή- έχουν κατατεθεί και εγκριθεί πάνω από 14.500 αιτήσεις σύνδεσης μικρών ΦΒ και ΦΒ με μπαταρία, με το 60% αυτών να έχουν και εξασφαλισμένη επιδότηση.
Αναφορικά με τα δίκτυα και τις διασυνδέσεις: Αναφέρει η Ανακοίνωση ότι “η ανάπτυξη και ενίσχυση των δικτύων έχει εγκαταλειφθεί”. Οι αριθμοί και εδώ διαψεύδουν, όμως, πανηγυρικά.
Ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΔΔΗΕ έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ την τελευταία τετραετία. Και προβλέπεται να ανεβάσουν “ταχύτητα” τα επόμενα χρόνια, ακριβώς για να υπηρετήσουν τους στόχους αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ: Ο ΑΔΜΗΕ υλοποιεί επενδύσεις της τάξης των 5 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία στο Δίκτυο Υψηλής και Υπερυψηλής Τάσης, που θα αυξήσουν τον ηλεκτρικό χώρο κατά 10GW σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα, στα επίπεδα των 29 GW που υπερκαλύπτουν τις ανάγκες υλοποίησης ισχύος ΑΠΕ για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της χώρας (23 GW).
Επενδύσεις 2,5 δισ. ευρώ προβλέπονται και στο πενταετές πρόγραμμα του ΔΕΔΔΗΕ, ο οποίος έχει, ήδη, επιταχύνει εντυπωσιακά τις συνδέσεις ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, έχουμε διασφαλίσει σε συνεργασία με τον ΔΕΔΔΗΕ ηλεκτρικό χώρο αποκλειστικά για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και αγρότες, ώστε να μπορέσουν να εγκαταστήσουν ένα μικρό ΦΒ και να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες.
Οι δε “εξαγγελίες για ηλεκτρικές λεωφόρους” δεν είναι διόλου “επικοινωνιακές”, όπως ισχυρίζονται οι συντάκτες της Ανακοίνωσης, αλλά συνδέονται με την ευρύτερη, διεθνή διάσταση της ενεργειακής μας πολιτικής: η Ελλάδα ως ενεργειακός κόμβος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Οι διασυνδέσεις μας με τους βόρειους γείτονές μας, αλλά και με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, επιτρέπουν να αποτελέσει η Ελλάδα το σημαντικότερο ενεργειακό “σταυροδρόμι” μεταξύ τριών ηπείρων και βασική πηγή τροφοδοσίας της ενεργοβόρου κεντρικής Ευρώπης με “πράσινη” ενέργεια.
Η Κοινή Ανακοίνωση αναφέρει στην κατακλείδα της ότι “οι πολίτες και οι επενδυτές γνωρίζουν πλέον…”. Αυτή η φράση είναι ίσως η μόνη ακριβής σε όλο το κείμενο. Πράγματι, γνωρίζουν οι επενδυτές ότι οι επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια στην Ελλάδα είναι ασφαλείς, εύκολες και γρήγορες, χάρη στις μεταρρυθμίσεις μας. Ότι ο κλάδος αναπτύσσεται με πρωτοφανείς ρυθμούς και οι στόχοι της ενεργειακής μετάβασης επιτυγχάνονται, όχι απλά εντός χρονοδιαγράμματος, αλλά πολύ νωρίτερα. Πράγματι, γνωρίζουν και οι πολίτες ότι οι πολιτικές της Κυβέρνησης εξασφαλίζουν την ενεργειακή ασφάλεια, αυξάνουν το μερίδιο καθαρής ενέργειας στο Ενεργειακό Σύστημα, αλλά και αναβαθμίζουν το διεθνή ρόλο της Χώρας. Έμπρακτα δε, έχουν διαπιστώσει ότι βασική προτεραιότητά μας σε όλο αυτό παραμένει η διαχείριση του ενεργειακού κόστους, ακόμα και κάτω από τις πιο δυσμενείς, διεθνείς συγκυρίες. Γνωρίζουν, γι’ αυτό μας δείχνουν την εμπιστοσύνη τους, με τις επενδύσεις τους οι μεν και με την ψήφο τους οι δε».