«H βούληση της κυβέρνησης και η δική μου προσωπικά να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα είναι δεδομένη. Έχω μελετήσει πολύ προσεκτικά τη σύγχρονη πολιτική ιστορία και γνωρίζω ότι πολλές φορές οι δεύτερες τετραετίες κυβερνήσεων που εξασφάλισαν την επανεκλογή τους ήταν τετραετίες εφησυχασμού και συμβιβασμού.
Δεν έχω καμία πρόθεση να ακολουθήσω τον ίδιο δρόμο. Δεν είναι αυτή η εντολή του ελληνικού λαού την οποία έλαβα στις εκλογές του Ιουνίου. Σκοπεύω να τιμήσω στο ακέραιο την εμπιστοσύνη των πολιτών και να υλοποιήσω τις μεγάλες αλλαγές για τις οποίες δεσμεύτηκα. Και αυτό θα κάνω».
Αυτό τόνισε με κατηγορηματικό τρόπο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο ΣΕΒ κατά τη διάρκεια της συζήτησης με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ Δημήτρη Παπαλεξόπουλο στο πλαίσιο της ανοιχτής εκδήλωσης της Γενικής Συνέλευσης του συνδέσμου.
Ο πρωθυπουργός έδωσε έμφαση στην ανάγκη αντιμετώπισης των κοινωνικών ανισοτήτων, και είπε ότι δεν θα μπορέσουμε να ευημερήσουμε ως κοινωνία με τρόπο διατηρήσιμο αν δεν αντιμετωπίσουμε το ζήτημα αυτό, ενώ επισήμανε ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης του θα έχουν πάντα ένα σαφές κοινωνικό πρόσημο.
«Από τη φύση της η ελεύθερη οικονομία παράγει ανισότητες, μερικές φορές διευρύνει αυτές τις ανισότητες -είναι κάτι που το βλέπουμε σε ακραία έκφραση σε ορισμένες χώρες. Και αυτό με την σειρά του προκαλεί τεράστια ζητήματα που έχουν να κάνουν με την κοινωνική συνοχή, τα οποία όταν ξεφύγουν πια από τον έλεγχο των κυβερνήσεων κάνουν αυτές τις χώρες να εισέρχονται σε πολύ δύσκολες καταστάσεις τις οποίες δεν θέλουμε να ζήσουμε στη χώρα μας»είπε ο πρωθυπουργός.
Παράλληλα ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι ο κύριος σκοπός της κυβέρνησης παραμένει η διατήρηση υψηλών, ποιοτικών ρυθμών ανάπτυξης που θα ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και εξήγησε ότι πρέπει να είναι μία ανάπτυξη η οποία μεταξύ άλλων να δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας, η οποία να οδηγεί στη σύγκλιση των ελληνικών μισθών με τους ευρωπαϊκούς.
Αναφερόμενος στην ανάγκη μετάβασης στην πράσινη ανάπτυξη ο κ.Μητσοτάκης τόνισε αρχικά ότι η χώρα μας είναι ήδη από τους παγκόσμιους πρωταγωνιστές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και προσέθεσε ότι τόσο τα φωτοβολταϊκά όσο και τα αιολικά, σε συνδυασμό με τα υδροηλεκτρικά μας, μας οδήγησαν να παράγουμε το 57% της ενέργειάς μας το πρώτο οκτάμηνο του έτους, της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας, από Ανανεώσιμες Πηγές.
Εκτίμησε ότι οι μπαταρίες δεν θα μας λύσουν το πρόβλημα βραχυπρόθεσμα, αλλά θα μας βοηθήσουν εν μέρει να μπορέσουμε να αποθηκεύουμε κάποια ενέργεια ειδικά τις κρίσιμες ώρες από τις 20:00 μέχρι τις 23:00 το βράδυ, όπου τα φωτοβολταϊκά σταματούν να παρέχουν ενέργεια στο σύστημα και συμπλήρωσε λέγοντας ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση στηρίζει μεγάλα έργα αντλησιοταμίευσης, αλλά και διασυνδέσεις οι οποίες είναι απολύτως απαραίτητες «προκειμένου να μπορούμε να λειτουργούμε περιφερειακά, να εξάγουμε και να εισάγουμε ενέργεια ανάλογα με τις δυνατότητες παραγωγής μας και τις ανάγκες κατανάλωσης που έχουμε».
Αναφερόμενος στις φυσικές καταστροφές στη Θεσσαλία είπε η προσαρμογή σε μία κλιματική κρίση η οποία είναι ήδη εδώ, καθίσταται υπερεπείγουσα προτεραιότητα, και επισήμανε ότι πρέπει οι προδιαγραφές των νέων υποδομών να είναι καλύτερες.
Εγώ χάρηκα γιατί όταν κάναμε μία επίβλεψη των παρεμβάσεων που κάναμε μετά τον «Ιανό» στη Θεσσαλία, κεντρικά, διαπιστώσαμε ότι οι υποδομές που κατασκευάσαμε μετά τον «Ιανό» άντεξαν στον «Daniel», είπε ο κ.Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η χώρα μας δαπάνησε 7 δισ. ευρώ, σε εισαγωγές φυσικού αερίου το 2022 προσθέτοντας ότι πρέπει να γίνει η Ελλάδα χώρα εξαγωγέας ενέργειας αντί να την εισάγει.
«Εάν καταφέρουμε, ως Ευρώπη, να λύσουμε το διπλό πρόβλημα των δικτύων και της αποθήκευσης ενέργειας με έξυπνα συστήματα τα οποία θα μπορούν να διακινούν την ενέργεια εκεί που πραγματικά είναι απαραίτητη, ναι, η χώρα πρέπει και μπορεί να γίνει εξαγωγέας ενέργειας μέσα στην επόμενη πενταετία», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ.Μητσοτάκης είπε ακόμη ότι ο στόχος για μέσο μισθό 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας είναι ένας στόχος ο οποίος, με την πορεία της ελληνικής οικονομίας, είναι εφικτός.
Τόνισε ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ειδικά ως προς το σκέλος των δανείων, έχουν κατευθυνθεί κατ' εξοχήν στη μεσαία ραχοκοκαλιά της ελληνικής επιχειρηματικότητας, με έμφαση και στις μεγάλες επιχειρήσεις, διότι-όπως είπε- αυτές μπόρεσαν να καταθέσουν επενδυτικά σχέδια τα οποία μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν στη συνέχεια, για να ωφεληθούν από πολύ ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης.