Δεν επιτρέπεται εφησυχασμός της ελληνικής οικονομίας, όπως υπογράμμισαν οι ομιλητές στο συνέδριο του economist , “Solid foundations in volatile economies” με πηγές προβληματισμού τον συνδυασμό υψηλών επιτοκίων, ακριβού φυσικού αερίου, σταδιακής απόσυρσης της κρατικής βοήθειας και εξάντλησης της «καταπιεσμένης» ζήτησης.
Στο φλέγον ζήτημα του πληθωρισμού αναφέρθηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος επεσήμανε ότι το πρόβλημα της ευρωζώνης προέρχεται κυρίως από την προσφορά και λιγότερο από τη ζήτηση και επομένως, οι υψηλές τιμές δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από τη νομισματική πολιτική και την αύξηση των επιτοκίων. Για αυτόν τον λόγο, εξήγησε, η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να διατηρεί τη «σταδιακότητα» και την «ευελιξία». Παραδέχθηκε δε, ότι οι τράπεζες αν και ωφελούνται από την αύξηση των επιτοκίων, εντούτοις αντιμετωπίζουν κινδύνους από την επιδείνωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου. Παρόλα αυτά, το 2022 εξελίσσεται καλύτερα του αναμενομένου στην Ελλάδα, όπου η αύξηση του ΑΕΠ κινείται σήμερα γύρω στο 6%, κάτι το οποίο σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό, συμβάλλει στη μείωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ, είπε. Όμως, δεν επιτρέπεται εφησυχασμός, υπογράμμισε, παραπέμποντας στον συνδυασμό υψηλών επιτοκίων, ακριβού φυσικού αερίου, σταδιακής απόσυρσης της κρατικής βοήθειας και εξάντλησης της «καταπιεσμένης» ζήτησης. Για το 2023, όπως υποστήριξε στη συνέχεια, υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε η εικόνα στην Ελλάδα να είναι καλύτερη σε σχέση με την ευρωζώνη, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης και τη μικρότερη επίπτωση της ενεργειακής κρίσης. Τέλος, δεν παρέλειψε να τονίσει ότι η μετάβαση στη βιωσιμότητα είναι πιο απαραίτητη από ποτέ κι αυτό απαιτεί την κινητοποίηση όσο το δυνατόν περισσότερων πόρων από τον ιδιωτικό τομέα.
Ενδεχόμενο δημιουργίας δεύτερης γενιάς κόκκινων δανείων
Εν δυνάμει κινδύνους για την εμφάνιση μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων διέκρινε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Βασίλης Ράπανος, ο οποίος υποστήριξε ότι η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων είναι πιθανόν να επηρεάσουν τις προσπάθειες εξορθολόγησης των τραπεζικών ισολογισμών. Βέβαια, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία, διότι αφενός οι δανειολήπτες έχουν ανακτήσει τη νοοτροπία εξυπηρέτησης των οφειλών τους, αφετέρου οι ίδιες οι τράπεζες διαθέτουν την τεχνογνωσία να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις, όπως είπε. Επιπλέον, όπως πρόσθεσε ο κ. Ράπανος, έχει αρχίσει να αυξάνεται σημαντικά ο αριθμός των αιτήσεων για εξωδικαστικές ρυθμίσεις. «Σήμα ενθαρρυντικό για τη ρύθμιση πολλών υπερ-ήμερων οφειλών» σχολίασε ενδεικτικά. Όσον αφορά τις χρηματοδοτήσεις των τραπεζών, προέβλεψε ότι η εικόνα του 2022 θα είναι ακόμη καλύτερη σε σχέση με τα 20,2 δισ. ευρώ του 2021, καθώς στο πρώτο 8μηνο έχουν ήδη φθάσει τα 17,2 δισ. ευρώ. Ξεκαθάρισε, πάντως, ότι «δεν θα προχωρήσουμε σε ανεύθυνες χορηγήσεις, που θα δημιουργήσουν νέα σειρά κόκκινων δανείων και θα υποσκάψουν την ανάκτηση της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος».
Οι δυσκολίες αμφισβητούν τη βιωσιμότητα
Τις δυσκολίες που αμφισβητούν την έννοια της βιωσιμότητας έθεσε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος η διευθύντρια Ευρώπης του Economist Intelligence Unit και πρόεδρος του συνεδρίου Joan Hoey, η οποία σημείωσε ότι «ζούμε σε καιρούς αβεβαιότητας» ως αποτέλεσμα των γεωπολιτικών εξελίξεων. Ο πληθωρισμός, όπως υπενθύμισε, φθάνει σήμερα περίπου στο 10% στην Ευρωζώνη, ενώ θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και το 2023. Αυτό αναγκάζει την ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια. Έτσι, συμπλήρωσε, η ευρωπαϊκή ανάπτυξη αναμένεται να πληγεί το 2022 και το 2023. «Εάν συνεχιστούν ο πόλεμος, ο πληθωρισμός και οι ελλείψεις σε αγαθά, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα βιώσουν προβλήματα, τα οποία θα δυσκολέψουν τη βιωσιμότητα» υπογράμμισε. Όσον αφορά την Ελλάδα, πάντως, διαβεβαίωσε ότι δεν αναμένεται ύφεση για το 2023, αλλά ενδεχομένως μια επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Η πανδημία επηρέασε κάπως τα πλάνα των τιτλοποιήσεων
Τη συμβολή των servicers στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος εξήρε από το βήμα του Economist ο πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια & Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ) και διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece Τάσος Πανούσης, ο οποίος επεσήμανε ότι μια βιώσιμη ρύθμιση χρέους επιτρέπει στις επιχειρήσεις να επιστρέψουν στην ομαλότητα και να αυξήσουν το δυναμικό της οικονομίας. Στη συνέχεια, σημείωσε ότι η πανδημία επηρέασε κάπως τα πλάνα των τιτλοποιήσεων και επομένως είναι φυσικό να υπάρχουν αποκλίσεις. Ωστόσο, διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει εκτροχιασμός, κάτι που συνιστά δείγμα της ποιότητας της δουλειάς που γίνεται. Ειδική μνεία ο κ. Πανούσης έκανε στη δευτερογενή αγορά, καθώς ανέφερε ότι είναι σημαντικό να λειτουργήσει ομαλά, ώστε ενήμερα δάνεια 10 – 12 δισ. ευρώ να επιστρέψουν στις τράπεζες μέσα στα επόμενα χρόνια. Όσον αφορά τον ρυθμό απονομής δικαιοσύνης, αν και παρατήρησε ότι έχει βελτιωθεί, εκτίμησε ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, καθώς η δικαστική εκκαθάριση δεν υλοποιείται με την αναγκαία ταχύτητα. Υπογράμμισε δε την ανάγκη για ψηφιοποίηση και εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου, ώστε να αποφευχθεί μια νέα υποτροπή στην κουλτούρα των μη πληρωμών. Για τους πλειστηριασμούς, ξεκαθάρισε ότι «δεν είναι ο στόχος αλλά η έσχατη λύση», ενώ, τέλος, για τον εξωδικαστικό μηχανισμό παρατήρησε ότι «κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά όχι με τους επιθυμητούς ρυθμούς».
Ανάγκη η οικοδόμηση πράσινων και ανθεκτικών οικονομιών
Την ανάγκη οικοδόμησης ολοένα πιο πράσινων και ανθεκτικών οικονομιών υπογράμμισε κατά την ομιλία της η πρόεδρος του Εθνικού Επιμελητηριακού Δικτύου Ελληνίδων Γυναικών Επιχειρηματιών (ΕΕΔΕΓΕ) και Α’ αντιπρόεδρος του ΕΒΕΑ Σοφία Κουνενάκη-Εφραίμογλου, η οποία επικεντρώθηκε κυρίως στη διαμόρφωση βιώσιμων επιχειρηματικών στρατηγικών. Για να κινηθούμε προς αυτήν την κατεύθυνση, ωστόσο, απαιτείται επαρκής προετοιμασία και σαφές πλαίσιο, πρόσθεσε. «Πρέπει να υπάρξουν κίνητρα ώστε οι επιχειρήσεις να ενσωματώνουν από τη μία, παράγοντες περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς, και από την άλλη, θέματα που αφορούν τους εργαζομένους, θέματα διαφάνειας και ηθικής διακυβέρνησης». Παράλληλα, τόνισε τη σημασία να γνωρίζουμε πώς και σε ποιον βαθμό εφαρμόζονται οι δεσμεύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ειδική αναφορά η κ. Κουνενάκη-Εφραίμογλου έκανε και στη διαμόρφωση ενός επικαιροποιημένου πλαισίου αρχών, το οποίο θα διευκολύνει την πρόσβαση των επιχειρήσεων στις κεφαλαιαγορές. Ένα κρίσιμο στοιχείο για την ανθεκτικότητά τους, όπως υπογράμμισε, καθώς «είναι αυτό που διασφαλίζει την ικανότητά τους να ξεπερνούν προσωρινές αρνητικές συγκυρίες, παραμένοντας συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς εργαζόμενους, πιστωτές και συνεργάτες».
Μεταρρυθμίσεις και ορυκτά καύσιμα
«Η Ελλάδα αντιμετώπισε περιόδους οικονομικής αστάθειας στο παρελθόν, αλλά αυτές οι νέες πηγές ευαλωτότητας φαίνονται διαφορετικές, καθοδηγούμενες περισσότερο από εξωτερικούς παράγοντες», παρατήρησε ο επικεφαλής της ομάδας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την Ελλάδα Martin Bijsterbosch.
Για τις τράπεζες, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω η ποιότητα του ενεργητικού τους και πως θα πρέπει να διαθέτουν αποθέματα ασφαλείας ώστε να μπορούν να απορροφούν πιθανές ζημίες. Ο ίδιος στάθηκε στην ανάγκη εφαρμογής μεταρρυθμίσεων οι οποίες αφενός θα συμβάλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και των μεταρρυθμίσεων, αφετέρου θα βοηθήσουν τη χώρα να απομακρυνθεί από τα ορυκτά καύσιμα.
Λόγω της κρίσης ενδέχεται να υπάρξει αύξηση των NPLs
Για την ανάγκη επιστροφής της Ελλάδας σε ένα «σώφρον δημοσιονομικό μονοπάτι» μίλησε ο επικεφαλής του ESM για την Ελλάδα Paolo Fioretti, υπογραμμίζοντας τη δέσμευση του οικονομικού επιτελείου για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023. Στο πλαίσιο αυτό, επεσήμανε ότι τα απόνερα της διεθνούς κρίσης θα φέρουν χαμηλότερη ανάπτυξη, ή και μικρή ύφεση, το διάστημα που θα ακολουθήσει και άρα συνέστησε στην ελληνική κυβέρνηση ιδανικά να διασφαλίσει ακόμη μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο φέτος ώστε να είναι σε θέση να λάβει τυχόν πρόσθετα μέτρα στήριξης το 2023.
Εξάλλου, ενθάρρυνε για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, μεταξύ άλλων, ως καταλυτικό στοιχείο για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, την οποία χαρακτήρισε εφικτή, πιθανότατα στο δεύτερο εξάμηνο του 2023. Προέτρεψε για περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις τράπεζες - προειδοποίησε ότι λόγω της διεθνούς κρίσης ενδέχεται να υπάρξει αύξηση των NPLs το επόμενο διάστημα - αλλά και για επιπλέον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης σε τομείς όπως η δικαιοσύνη.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον κ. Fioretti, μέχρι στιγμής, η ελληνική οικονομία ανακάμπτει αισθητά μετά την πανδημία, διατηρώντας τη δυναμική που απέκτησε χάρη στη βελτιωμένη χρηματοοικονομική της εικόνα, μέσα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα των προηγούμενων ετών.
Οι Ρεπουμπλικανοί κατανοούν το ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή
Στην εικόνα που υπάρχει στις ΗΠΑ για τις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις αναφέρθηκε κατ’ αρχάς ο αρχισυντάκτης της Washington MonthlyPaul Glastris, σημειώνοντας ότι η σημερινή κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ελλάδας έχει εκπλήξει με τις επιδόσεις της. Μίλησε για υπαρκτές απειλές για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στις ΗΠΑ. Εκτίμησε ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα επικρατήσουν στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Ο κ. Glastris είπε επίσης ότι δεν θα σημειωθούν μεγάλες αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Glastris επεσήμανε ότι ο φίλος της Ελλάδας και της Κύπρου Bob Menendez θα παραμείνει επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας και ότι οι Δημοκρατικοί –αλλά πλέον σε αυξανόμενο βαθμό και οι Ρεπουμπλικανοί– κατανοούν τον σημαντικό ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή, ενώ αντίθετα είναι σκεπτικοί έναντι της Τουρκίας. Όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο κ. Glastris σημείωσε ότι δεν θα αλλάξει η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν, καθώς το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό. Τόνισε ότι η πολιτική Μπάιντεν δεν είναι ούτε νεοφιλελεύθερη ούτε εθνικιστική και ότι είναι ο πιο δευσμευμένος υπέρ της διατλαντικής σχέσης πρόεδρος των ΗΠΑ, τουλάχιστον από την περίοδο Κλίντον.
Σημαντικό για την Ελλάδα να διατηρήσει το μεταρρυθμιστικό της μομέντουμ παρά την ενεργειακή κρίση
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση καθιστούν ακόμη πιο σημαντικό για την Ελλάδα να διατηρήσει το μεταρρυθμιστικό της μομέντουμ, γεγονός που συνδέεται και με τον στόχο ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, παρατήρησε από το βήμα του Economist η επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Julia Lendvai.
Αναφερόμενη στις τράπεζες και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επεσήμανε ότι μειώθηκαν ουσιαστικά, από 40,6% το 2019 σε 12,1% σήμερα. Ωστόσο, υπογράμμισε ότι «σημαντικό απόθεμα χρέους παραμένει στην οικονομία», σημειώνοντας ότι στο τέλος του 2021 στα χέρια των servicers βρισκόταν χρέος ύψους 79,7 δισ. ευρώ, που αναλογεί στο 40% του ΑΕΠ. «Το μεγάλο κομμάτι της δουλειάς μένει ακόμα να γίνει», σχολίασε η κ. Lendvai. Προσθέτοντας ότι η απομόχλευση χρέους είναι μια δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία η οποία μπορεί να οδηγεί σε παρατεταμένες περιόδους υποεπένδυσης.
Έμφαση στην αφερεγγυότητα των ΜμΕ για την αναδιοργάνωσή τους
«Μπορεί η εξάλειψη της διαδικασίας αποκατάστασης να είναι λίγο αμφιλεγόμενη, ακόμη και σήμερα ακούω ότι οι περιπτώσεις αναδιοργάνωσης είναι πολύ λίγες, όμως κοιτάζοντας κανείς πλέον τον ελληνικό πτωχευτικό κώδικα συμπεραίνει ότι καλύπτει τη συντριπτική πλειοψηφία των προδιαγραφών που υπαγορεύει η διεθνής βέλτιστη πρακτική», εκτίμησε ο εμπειρογνώμων οικονομικού τομέα της Παγκόσμιας Τράπεζας Andres Martinez.
Ο ίδιος στάθηκε πάντως στην ανάγκη αναζήτησης μιας εναλλακτικής, ταχείας και απλοποιημένης, διαδικασίας για τις μικρές και πολύ επιχειρήσεις, δεδομένου ότι δεν λειτουργεί η ανάθεση υποθέσεων αφερεγγυότητας για αυτές τις επιχειρήσεις στα κατώτερα δικαστήρια, τα οποία είναι απασχολημένα με μια μεγάλη γκάμα υποθέσεων.
Ευρύτερα, σημείωσε ότι οι δικαστές πρέπει να συνεχίσουν να εκπαιδεύονται σε θέματα αφερεγγυότητας, τονίζοντας ότι τα συστήματα με την καλύτερη φήμη στον συγκεκριμένο τομέα έχουν και δικαστές ιδιαίτερα εξειδικευμένους σε ανάλογες υποθέσεις.