Αναφέρεται στους δυνητικούς κινδύνους που θα μπορούσε να έχει για τις αγορές φυσικού αερίου ο μηχανισμός που έχει θεσπίσει η ΕΕ και κάνει ειδική αναφορά στη διαρκή παρακολούθηση και επανεξέταση του μηχανισμού, όπως προβλέπεται σχετικά.
Ειδικότερα τονίζει ότι «η ενεργοποίηση του μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς ΜΔΑ θα μπορούσε να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις στις αγορές φυσικού αερίου, στους συμμετέχοντες σε αυτές και γενικότερα στην οικονομία. Γι’ αυτό προβλέπεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) και ο ACER θα παρακολουθούν και θα επανεξετάζουν συνεχώς τη λειτουργία του ΜΔΑ από την ημέρα έναρξης ισχύος του Κανονισμού (Φεβρουάριος 2023).
Σε πρόσφατη έκθεση, η ΕΑΚΑΑ επισημαίνει ότι ο ΜΔΑ μπορεί να επιδράσει με πολλούς τρόπους στην κεντρική εκκαθάριση στην ΕΕ γενικότερα αλλά και συγκεκριμένα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, δεδομένου ότι τα παράγωγα TTF εκκαθαρίζονται σε αυτές τις υποδομές.
Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι μεσολαβούν σε κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται μεταξύ δύο αντισυμβαλλομένων, παρέχοντας σε αυτούς την εξασφάλιση ότι η συναλλαγή τους θα ολοκληρωθεί. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν με αυτό τον τρόπο τη δέσμευση ότι ακόμη και σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης κάποιου από τους δύο, η συναλλαγή θα διακανονιστεί κανονικά, αναλαμβάνουν δηλαδή τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου.
Για τη διαχείριση του κινδύνου αντισυμβαλλομένου απαιτείται να εκτιμούν καθημερινά την έκθεση που έχουν έναντι των αντισυμβαλλομένων και να διακρατούν πόρους (από αυτούς αλλά και ίδιους), καθώς και περιθώρια ασφαλείας (margins). Ο υπολογισμός των απαιτούμενων πόρων και των περιθωρίων ασφαλείας γίνεται βάσει των τιμών της αγοράς.
Ως εκ τούτου, υπάρχει υψηλός βαθμός συσχέτισης μεταξύ των τιμών της αγοράς, της έκθεσης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, καθώς και των πόρων και περιθωρίων ασφαλείας που συλλέγουν. Αυτό σημαίνει ότι η ενεργοποίηση του ΜΔΑ, με τον περιορισμό των τιμών των παραγώγων TTF στις ρυθμιζόμενες αγορές, επιδρά στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και ακολούθως μπορεί να έχει συνέπειες στη φερεγγυότητα και των ίδιων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.
Επιπλέον, η έλλειψη αξιόπιστων τιμών για τη διαχείριση κινδύνων ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των απαιτούμενων περιθωρίων ασφαλείας, η οποία με τη σειρά της θα επιφέρει αύξηση του κινδύνου ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι αντισυμβαλλόμενοι ειδικά σε συνθήκες αναταραχών ή κρίσεων στις αγορές, οπότε η διαθέσιμη ρευστότητα είναι περιορισμένη. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι αντισυμβαλλόμενοι μπορεί να μεταβάλουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούν τη διαπραγμάτευση των TTF παραγώγων που βρίσκονται εντός του πεδίου εφαρμογής του ΜΔΑ, γεγονός που θα υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του μέτρου και θα έχει συνέπειες στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Έτσι, σε περίπτωση ενεργοποίησης του ΜΔΑ, οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν την ενδεχόμενη μείωση του μεριδίου των συναλλαγών στις ρυθμιζόμενες αγορές στο σύνολο των συναλλαγών (με αντίστοιχη αύξηση των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών), την αύξηση των συναλλαγών σε ρυθμιζόμενες αγορές τρίτων χωρών, καθώς και την αύξηση των συναλλαγών εκτός του πεδίου εφαρμογής του ΜΔΑ (π.χ. διαφορετικές διάρκειες συμβολαίων παραγώγων, εναλλακτικοί τόποι διαπραγμάτευσης – OTFs ή άλλοι κόμβοι συναλλαγών).
Επισημαίνεται ότι σε αυτό το πλαίσιο ήδη έχουν ανακοινωθεί πρωτοβουλίες σύμφωνα με τις οποίες προσφέρεται στους συμμετέχοντες στις αγορές η δυνατότητα διαπραγμάτευσης TTF παραγώγων εκτός του πεδίου εφαρμογής του ΜΔΑ στο Ηνωμένο Βασίλειο (από την ICE Endex259) και σε OTF εντός της ΕΕ.