Ο χειμώνας έφτασε και ο καιρός αλλάζει με ισχυρή πτώση της θερμοκρασίας σε όλη την Ελλάδα. Επικαιροποιήθηκε το έκτακτο δελτίο επιδείνωσης καιρού της ΕΜΥ σύμφωνα με τα τελευταία προγνωστικά στοιχεία. Σύμφωνα λοιπόν με την τελευταία πρόγνωση: Οι βροχές και οι καταιγίδες που ήδη εκδηλώνονται στη δυτική και τη βόρεια χώρα αναμένεται τις επόμενες ώρες να ενταθούν και να επεκταθούν στις περισσότερες περιοχές. Παράλληλα από το απόγευμα θα επικρατήσουν θυελλώδεις βορειοανατολικοί άνεμοι στη βορειοανατολική χώρα και κυρίως στο βόρειο Αιγαίο.
Χιόνια θα πέσουν στα ορεινά και τα ημιορεινά, ενώ το Σάββατο (16-12-2023) θα χιονίσει και σε περιοχές της βόρειας Ελλάδας με χαμηλό υψόμετρο. Η πτώση της θερμοκρασίας θα γίνει αισθητή τις επόμενες ώρες σε όλη τη βόρεια Ελλάδα, ενώ το Σάββατο η θερμοκρασία θα υποχωρήσει και στα κεντρικά τμήματα της χώρας κατά 6 με 8 βαθμούς Κελσίου. Σύμφωνα με την ΕΜΥ, παγετό θα έχουν περιοχές της Βόρειας Ελλάδας.
Τα αυξανόμενα έξοδα που συνδέονται με τη θέρμανση είναι η μόνιμη ανησυχία των νοικοκυριών αυτό τον χειμώνα, γεγονός που ωθεί πολλούς να αναζητήσουν τις πιο αποδοτικές λύσεις.
Με αφορμή αυτό το ζήτημα, μια πρόσφατη μελέτη που διεξήχθη από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) συνέκρινε σχολαστικά διάφορες τεχνολογίες θέρμανσης που χρησιμοποιούνται συνήθως από τα μέσα νοικοκυριά. Ειδικότερα, η ανάλυση του ΕΜΠ συνυπολόγισε τους κρατικούς φόρους, τις επιδοτήσεις και τα πιο πρόσφατα δεδομένα τιμών για την ηλεκτρική ενέργεια και τα καύσιμα.
Η έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Ατμομηχανών και Λεβήτων σε συνεργασία με το Εργαστήριο Θερμικών Διεργασιών και με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Χημικών Διεργασιών και Ενεργειακών Πόρων του ΕΚΠΑ, ρίχνει φως στις οικονομικές επιπτώσεις των διαφόρων μεθόδων θέρμανσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα εργαστήρια του ΕΜΠ που συμμετείχαν στη μελέτη προβλέπουν ότι το κόστος θέρμανσης για τον φετινό χειμώνα είναι απίθανο να εκτιναχθεί στα πρωτοφανή επίπεδα που παρατηρήθηκαν σε προηγούμενες περιόδους (2021-2022 / 2022-2023).
Ποια θέρμανση συμφέρει
Σύμφωνα με τη μελέτη, «πρωταθλητές» -ως η ακριβότερη μορφή θέρμανσης- είναι τα τζάκια και οι ηλεκτρικές αντιστάσεις, ενώ η φθηνότερη λύση είναι οι αντλίες θερμότητες, που κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικό είναι ότι τα τζάκια (κλειστού ή ανοικτού τύπου) και οι αντιστάσεις στοιχίζουν περίπου διπλάσια από ότι ένας συνήθης καυστήρας πετρελαίου, ενώ οι αντλίες θερμότητας μόλις στο 38-61%.
Το φυσικό αέριο βρίσκεται μεταξύ 0,098 και 0,111 ευρώ. Από την άλλη, οι λέβητες βιομάζας στα 0,137 ευρώ.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τα συμβατικά στερεά καύσιμα, όπως είναι τα καυσόξυλα και τα πέλλετ ξύλου, οι τιμές πώλησής τους μπορεί να παρουσιάζουν μια μείωση της τάξης του 10% και 25%, συγκριτικά με τη σεζόν 2022-2023, ωστόσο παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις τιμές που ίσχυαν πριν ξεσπάσει η ενεργειακή κρίση.
Η μικρή αύξηση της τάξης του 10-15% που παρατηρείται, σε σχέση με πέρυσι, στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης σε συνδυασμό με την αποκλιμάκωση των τιμών TTF κατά τη διάρκεια όλου του 2023, έχει ως αποτέλεσμα το κόστος θέρμανσης μέσω συστημάτων φυσικού αερίου (λέβητας συμπύκνωσης Φ.Α.) να είναι φθηνότερο από εκείνο που χαρακτηρίζει τα συστήματα πετρελαίου (συνήθης λέβητας πετρελαίου).
Επιπροσθέτως, οι λέβητες συμπύκνωσης Φ.Α, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, θεωρούνται ως η πιο οικονομικά αποδοτική επένδυση προς αντικατάσταση των συμβατικών συστημάτων θέρμανσης με συνήθη λέβητα πετρελαίου, ανεξαρτήτως του ύψους των ετήσιων θερμικών αναγκών ενός μέσου νοικοκυριού. Η διαμορφωθείσα αυτή συνθήκη δεν ίσχυε κατά την χειμερινή σεζόν 2022-2023 εξαιτίας των σταθερά πολύ υψηλών τιμών του TTF (Title Transfer Facility ή Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων), που είχαν άμεση επίδραση και στην τελική τιμή χρέωσης του Φ.Α. στην Ελλάδα, το κόστος του οποίου ήταν κατά 70-80% υψηλότερο συγκριτικά με τη φετινή χειμερινή περίοδο 2023-2024. Παρόλα αυτά, η ευρεία διακύμανση που παρατηρείται, από το 2021 και έπειτα, στις τιμές του TTF είναι ένα κρίσιμος παράγοντας που μπορεί να ανατρέψει ανά πάσα στιγμή τα δεδομένα.
Συνεπώς, το υπαρκτό ρίσκο που συνοδεύει την επιλογή ενός συστήματος θέρμανσης με λέβητα συμπύκνωσης Φ.Α. για την ικανοποίηση των θερμικών αναγκών ενός μέσου νοικοκυριού είναι κάτι που οφείλει και πρέπει να επισημανθεί, δεδομένων των ευμετάβλητων συνθηκών που επικρατούν στην αγορά Φ.Α. μέχρι και σήμερα. Έπειτα και παρά τη διατήρηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας σε υψηλά επίπεδα (παρόμοια με τα περσινά), τα συστήματα θέρμανσης με αντλίες θερμότητας μεσαίων και υψηλών θερμοκρασιών τεχνολογιών θέρμανσης Φ.Α. ως προς το κόστος ωφέλιμης θερμικής ενέργειας (€/kWhth). Ταυτόχρονα, οι αντλίες θερμότητας μεσαίων θερμοκρασιών (LWmax = 60°C) φαίνεται να είναι μια εξίσου οικονομικά αποδοτική πρόταση, προς αντικατάσταση του υφιστάμενου λέβητα πετρελαίου, η οποία ανταγωνίζεται επάξια τα αντίστοιχα συστήματα Φ.Α. ως προς τα έτη απόσβεσης. Όσον αφορά δε τις αντλίες θερμότητας υψηλών θερμοκρασιών (LW > 70°C) εμφανίζονται ως οικονομικά συμφέρουσες λύσεις κυρίως για ετήσιες θερμικές ανάγκες που ξεπερνούν τις 9.000 kWhth. Ωστόσο, το στοιχείο του ρίσκου υπάρχει και στις τεχνολογίες θέρμανσης που χρησιμοποιούν ηλεκτρικό ρεύμα μιας και από 01/01/2024 αναμένονται τα νέα τιμολόγια ρεύματος (μπλε, πράσινου και πορτοκαλί χρώματος) μαζί με την επαναφορά της ρήτρας αναπροσαρμογής η οποία πλέον θα ονομάζεται «Μηχανισμός Διακύμανσης». Τέλος, σε ό,τι αφορά τα συμβατικά στερεά καύσιμα, όπως είναι τα καυσόξυλα και τα πέλλετ ξύλου, οι τιμές πώλησής τους μπορεί να παρουσιάζουν μια μείωση της τάξης του 10% και 25%, συγκριτικά με τη σεζόν 2022-2023, ωστόσο παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις τιμές που ίσχυαν πριν ξεσπάσει η ενεργειακή κρίση. Στον Πίνακα 8 που ακολουθεί, τα μοναδιαία κόστη θερμικής ενέργειας (€/kWhth) που υπολογίστηκαν στην παρούσα μελέτη για τα διάφορα συστήματα θέρμανσης (χειμερινή σεζόν 2023-2024) συγκρίνονται με τα αντίστοιχα της χειμερινής σεζόν 2022-2023 (βλ. μελέτη ΕΜΠ - Δεκέμβριος 2022). Και στις 2 περιπτώσεις, οι θερμικές ανάγκες τετραμήνου ανέρχονται σε 3.000 kWhth/4μηνο (4.500 kWhth/σεζόν).