Γιάννης Μανιάτης
Η Ελλάδα έχει αρχίσει πλέον να διεκδικεί μια από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη, στα ζητήματα της Πράσινης Ανάπτυξης και του Ψηφιακού Μετασχηματισμού.
Από την άλλη, η Ευρώπη χρειάζεται μια ταυτόχρονη ψηφιακή και βιώσιμη στρατηγική με όραμα, βασισμένο στην κοινή αντίληψη των κρατών - μελών και των κοινωνιών της, για τον παγκόσμιο ρόλο της ΕΕ.
Η δεκαετία του 2010 χαρακτηρίστηκε από τον ταχύτατο και εκτεταμένο ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων και του δημόσιου τομέα.
Η δεκαετία του 2020 καθορίζεται πλέον από δημόσιες και επιχειρηματικές αλλαγές που βασίζονται στην βιωσιμότητα.
Αυτός ο διπλός μετασχηματισμός είναι το κλειδί για την επιτυχία τόσο στην ανάκαμψη από την κρίση όσο και στην οικοδόμηση ενός ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος για το μέλλον.
Ακριβώς όπως η διπλή έλικα του D.N.A. με την ελικοειδή δομή του, υποστηρίζει την αναπαραγωγή, την προσαρμογή και την ανάπτυξη, με τον ίδιο τρόπο, οι εταιρείες που ενσωματώνουν ταυτόχρονα ψηφιακή καινοτομία και βιώσιμες πρακτικές σε όλες τις δραστηριότητές τους, έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εξελιχθούν σε παγκόσμιους ηγέτες.
Δυστυχώς, οι ευρωπαϊκές εταιρείες υστερούν σημαντικά σε σχέση με τις ανταγωνίστριές τους στις Η.Π.Α. και την Ασία, παρά το γεγονός ότι πραγματοποιούν σημαντικές επενδύσεις σε Artificial Intelligence, Cloud, 5G και έχουν επίσης υψηλότερες επιδόσεις στους Περιβαλλοντικούς, Κοινωνικούς και Kυβερνητικούς δείκτες (Environmental, Social, Governance).
Στην Ελλάδα, επιδιώκουμε να καλύψουμε αυτό το κενό σε ακαδημαϊκό επίπεδο, με την υλοποίηση στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Κλιματική Κρίση και Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών», με 4 κατευθύνσεις, σε: α) Έξυπνα Ενεργειακά Συστήματα, β) Έξυπνες Πόλεις – Κοινότητες - Δημόσιο, γ) Ψηφιακή Γεωργία και Αειφορία και δ) Εφοδιαστική Αλυσίδα & βιώσιμες μεταφορές.
Μεταρρυθμίσεις και ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας
Το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ευθυγραμμίζει τις δράσεις του με τις γνωστές διαρθρωτικές και μακροπρόθεσμες ανάγκες της ελληνικής οικονομίας, προς ένα Ανθεκτικό, Δίκαιο, χωρίς Αποκλεισμούς και Βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης.
Το Σχέδιο φιλοδοξεί να υλοποιήσει ένα μεγάλο αριθμό Μεταρρυθμίσεων που θα συνοδεύουν τις επενδύσεις στην πράσινη ανάπτυξη και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Ο Πράσινος Πυλώνας περιλαμβάνει μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε κατοικίες, δημόσια κι επαγγελματικά κτίρια, εκτεταμένη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, πανελλαδικό δίκτυο φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, εφαρμογή έξυπνων ψηφιακών δικτύων ηλεκτρισμού, συνδεσιμότητα των νησιών, ενεργειακή φτώχεια δημιουργία θέσεων εργασίας για συγκεκριμένες ομάδες (νέους, ανειδίκευτους, κ.α.)
Στα σημεία κριτικής του, περιλαμβάνονται η ανάγκη για περισσότερες εφαρμογές και δράσεις στην Κυκλική Οικονομία, ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των εκτεταμένων Παράκτιων Περιοχών της χώρας, καθώς και σε θέματα που σχετίζονται με Φυσικές Καταστροφές από καιρικά φαινόμενα, όπως πυρκαγιές και πλημμύρες.
Ένα κρίσιμο σημείο είναι ο κίνδυνος αύξησης των ανισοτήτων μεταξύ διαφορετικών περιοχών, δεδομένου ότι, ορισμένα από τα μέτρα του Ταμείου, αν δεν συνοδεύονται από συμπληρωματικές παρεμβάσεις άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων, θα είναι αποτελεσματικότερα στις πιο ανεπτυγμένες περιοχές, με συνέπεια, την έμμεση διεύρυνση του οικονομικού χάσματος μεταξύ αναπτυγμένων – μη αναπτυγμένων Περιφερειών.
Ο ενεργειακός ελέφαντας της Ευρώπης
Το μείζον ενεργειακό πρόβλημα της Ευρώπης, ο ενεργειακός «ελέφαντας» στο δωμάτιό της, αφορά στην Ψύξη και Θέρμανση, που είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από τον ηλεκτρισμό.
Καταναλώνει το 51% της Συνολικής Τελικής Κατανάλωσης Ενέργειας (με το υπόλοιπο 32% να καταναλώνεται στις Μεταφορές και το 17% στον Ηλεκτρισμό), με μόνο το 1% αυτού να προέρχεται από ανανεώσιμες ηλιακές, θερμικές και γεωθερμικές εφαρμογές.
Τα 4 βασικά χαρακτηριστικά της Ανανεώσιμης Θέρμανσης – Ψύξης είναι:
1. Είναι μια ευρωπαϊκή τεχνολογία ανανεώσιμων πηγών, που με κόστος μόλις 1.000 €, εξοικονομεί την ίδια ποσότητα CO₂, με την εξοικονόμηση CO₂ που προέρχεται από ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, το οποίο κοστίζει περίπου 30.000 €.
2. Είναι μια ώριμη ανανεώσιμη τεχνολογία που παράγει την ίδια ποσότητα Mwh/έτος με ένα φωτοβολταϊκό σύστημα, αλλά με κατάληψη της μισής έκτασης σε σχέση με το φωτοβολταικό.
3. Είναι μια ανανεώσιμη τεχνολογία που προωθεί στο μέγιστο βαθμό την Ενεργειακή Δημοκρατία, είναι πλήρως Αποκεντρωμένη, αντιμετωπίζει την Ενεργειακή Φτώχεια, συγκρίνεται στο κόστος με το Φυσικό Αέριο, βασίζεται κατά 90% σε ευρωπαϊκή τεχνολογία και υλικά, ενώ από την πλήρη εφαρμογή της μπορούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να εξοικονομηθούν 100-200 δις €, από μείωση εισαγωγών ορυκτών καυσίμων.
4. Στην Ελλάδα, είναι μια ισχυρή βιομηχανία κατασκευής ηηλιοθερμικών μονάδων, που απασχολεί περισσότερους από 3.500 εργαζόμενους σε 22 Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και εξάγει περισσότερο από το 60% της παραγωγής της σε ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, χώρες του Κόλπου κ.α.
Μέχρι τώρα, ατυχώς, ελάχιστο ενδιαφέρον έχει επιδειχθεί στις εφαρμογές Ανανεώσιμης Ψύξης – Θέρμανσης, από τις υπηρεσίες της Ε.Ε., παρά το γεγονός ότι, εκτός των άλλων, σύμφωνα με το BloombergNEF, οι παγκόσμιες επενδύσεις σε γεωθερμικές αντλίες κατοικιών ξεπέρασαν το 2020 τα 51 δισ. δολάρια, από τα οποία, τα 17δισ. δολάρια, στην Ευρώπη. Ο ρυθμός ανάπτυξης αυτός αναμένεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια.
Η Ευρώπη έχει ηθικό και οικονομικό καθήκον να αναλάβει δράση για την υιοθέτηση μιας Ανανεώσιμης Στρατηγικής κι ενός Χρηματοδοτικού Πακέτου Θέρμανσης – Ψύξης, με τις βασικές επιλογές τους να ενσωματωθούν σε όλα τα Εθνικά Σχέδια Ενέργειας και Κλίματος (ΕΣΕΚ).
Στόχος, να διασφαλισθεί ότι το 50% της συνολικής κατανάλωσης θέρμανσης και ψύξης έως το 2030 να προέρχεται από ηλιακή θερμότητα, αντλίες θερμότητας, γεωθερμική ενέργεια και ανανεώσιμα συστήματα τηλεθέρμανσης. Αυτό, θα έχει ως αποτέλεσμα εκτός των άλλων, τη δημιουργία 300.000 νέων εξειδικευμένων θέσεων εργασίας.
Η γεωπολιτική της πράσινης συμφωνίας
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές, μεταφέρουν συχνά την παραγωγή τους σε χώρες με λιγότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς, δημιουργώντας έτσι το φαινόμενο της «διαρροής άνθρακα». Ακυρώνεται με τον τρόπο αυτό μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής στρατηγικής κατά της Κλιματικής Κρίσης.
Προκειμένου να αποφύγει την αφαίμαξη αυτή, η ΕΕ πρέπει να εφαρμόσει έναν μηχανισμό «προσαρμογής φόρου άνθρακα» στα σύνορά της, για τις εισαγωγές από συγκεκριμένες χώρες, συγκεκριμένων αγαθών και εμπορευμάτων, σύμφωνα με τις αρχές του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Η ΕΕ πρέπει επίσης να υποστηρίξει τη διαφοροποίηση των οικονομιών των παραδοσιακών προμηθευτών της (ρυπογόνων) ενεργειακών καυσίμων όπως π.χ. Αλγερία, Μαρόκο, προς την κατεύθυνση των Ανανεώσιμων Πηγών και του Υδρογόνου, για εξαγωγή στην Ευρώπη, όπως έχει ήδη αρχίσει να κάνει η Γερμανία.
Σε αυτές τις χώρες, η παροχή δανείων, εγγυήσεων και επιχορηγήσεων για προγράμματα πράσινης ενέργειας και ψηφιακού μετασχηματισμού από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Κεντρικές Τράπεζες όπως η FED - ECB, άλλα Ευρωπαϊκά Ταμεία, Τράπεζες Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης κ.λπ.). πρέπει να υποστηρίζονται πλήρως από την ΕΕ.
Διαφορετικά, αντί για μια ομαλή, δημοκρατική και δίκαιη μετάβαση σε ψηφιακό και ενεργειακό επίπεδο, θα υπάρξει μια ανεξέλεγκτη πορεία, η οποία θα αυξήσει τις ανισότητες, με επακόλουθα κύματα μετανάστευσης, κοινωνικών αναταραχών και εμφύλιων πολέμων.
Τέλος, είναι γνωστό ότι π.χ. ένα συμβατικό αυτοκίνητο χρειάζεται 20 κιλά χαλκού, ενώ ένα ηλεκτρικό, χρειάζεται πάνω από 80 κιλά. Μέχρι το 2040, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η ζήτηση για τεχνολογίες καθαρής ενέργειας θα απαιτήσει έξι φορές την τρέχουσα ποσότητα γραφίτη, λιθίου, κοβαλτίου και άλλων κρίσιμων ορυκτών.
Κατά συνέπεια, η Ευρώπη πρέπει να διαχειριστεί τους νέους κινδύνους Ασφάλειας και Εξάρτησης που προκύπτουν από εισαγωγές από τρίτες χώρες πρώτων υλών και μετάλλων που είναι απαραίτητα για την πράσινη και ψηφιακή υποδομή. Ταυτόχρονα, πρέπει να διατυπώσει ένα πλήρες Στρατηγικό Σχέδιο τόσο εναλλακτικών προμηθειών όσο και αποφυγής υπερεξάρτησης από χώρες όπως η Κίνα, για παράδειγμα.
Οι παραπάνω προκλήσεις διαμορφώνουν το νέο πλαίσιο πολιτικής, στο οποίο θα κριθούμε όλοι. Οι θετικές απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, θα διαμορφώσουν τις αναγκαίες συνθήκες για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης της ανθρωπότητας, σε αρμονία με τις ανάγκες και αντοχές του φυσικού περιβάλλοντος.
* Ο καθ. Γιάννης Μανιάτης, είναι πρ. υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
liberal.gr