Από τα πολλά σοβαρά προβλήματα που δημιουργεί αυτή η παράδοξη, ακόμη και για τα ιταλικά δεδομένα, κυβερνητική κρίση, στην παρούσα ανάλυση δίνεται έμφαση κυρίως σε εκείνα που αντιμετωπίζει η ιταλική Κεντροαριστερά και Αριστερά μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κρίσης των ιταλικών κομμάτων και του πολιτικού συστήματος της χώρας.
Η λύση που επιβλήθηκε στην Ιταλία όταν ο Μάριο Ντράγκι αντικατέστησε τον Τζουζέπε Κόντε αιτιολογήθηκε με την ανάγκη να υπάρξει διαφανής και ελεγχόμενη από όλες τις πολιτικές δυνάμεις διαχείριση του «μυθικού» ποσού των 200 δισεκατομμυρίων που ο Κόντε, ως Πρωθυπουργός είχε εξασφαλίσει από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Σε πολιτικό επίπεδο, όμως, ο Ντράγκι είχε αναλάβει το καθήκον να απομονώσει τα δύο κινήματα διαμαρτυρίας, τη Λέγκα του Σαλβίνι και το Κίνημα 5 Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, ώστε να επαναφέρει στο προσκήνιο μια πολιτική ομαλότητα, ενδεχομένως βασιζόμενη στα παραδοσιακά κόμματα, όπως το Forza Italia του Μπερλουσκόνι και το Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέτα.
Η επιχείρηση αυτή απέτυχε. Αν κρίνουμε από τις δημοσκοπήσεις, η ψήφος διαμαρτυρίας εξακολουθεί να κυριαρχεί, μόνο που τώρα μεταφέρθηκε από τα δύο κόμματα που κέρδισαν τις εκλογές του 2018 σε ένα μόνον κόμμα, τους Αδελφούς Ιταλίας της Τζόρτζια Μελόνι. Το κόμμα αυτό πολύ ορθά χαρακτηρίζεται ακροδεξιό και στις γραμμές του έχει ενσωματώσει μεγάλο μέρος της νεοφασιστικής ακροδεξιάς που προέρχεται από διάφορες μικρότερες οργανώσεις και ομάδες. Αλλά θα ήταν λάθος να θεωρηθεί πως οι ψηφοφόροι της Μελόνι είναι όλοι ή σχεδόν όλοι φασίστες. Στην πραγματικότητα είναι απογοητευμένοι πρώην ψηφοφόροι της Λέγκας και του Κινήματος 5 Αστέρων, που θεωρούν πως η Μελόνι θα είναι σε θέση να μεταφέρει τη διαμαρτυρία τους σε θεσμικό επίπεδο.
Ενώ όμως η μεταφορά ψηφοφόρων της Λέγκας του Σαλβίνι σε ένα άλλο ακροδεξιό κόμμα μπορεί να φανεί φυσιολογικό φαινόμενο, δεν ισχύει το ίδιο για το Κίνημα 5 Αστέρων. Οι δύο κυβερνήσεις του Τζουζέπε Κόντε είχαν εμφανώς προοδευτικό χαρακτήρα και η κοινοβουλευτική ομάδα του Κ5Α έδωσε «επικές» μάχες για να επιβάλει πρώτα και να διατηρήσει αργότερα το καθολικό εισόδημα, δηλαδή σημαντική κρατική βοήθεια για άνεργους και νέους χωρίς άλλη οικονομική στήριξη. Τα αίτια της κατάρρευσης του Κ5Α, που τώρα κινείται γύρω στο 11%, δεν βρίσκονται στις προεκλογικές υποσχέσεις τους, πολλές από τις οποίες τηρήθηκαν. Βρίσκονται στην ίδια την ασυνάρτητη οργανωτική δομή που επέβαλε ο εμπνευστής Μπέπε Γκρίλο, ο οποίος, μόλις έγινε σαφές ότι το «ψηφιακό κόμμα» που ονειρευόταν είχε αρχίσει να καταρρέει, φρόντισε επιμελώς να εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Καθώς πλησίαζε βεβαίως και η ημερομηνία των εκλογών, μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής ομάδας αυτονομήθηκε ώστε να μην αναγκαστεί να πειθαρχήσει στον κανόνα του Κ5Α που επιβάλει μόνο μια θητεία. Επικεφαλής της διασπαστικής ομάδας που ονομάστηκε «Μαζί για το Μέλλον» τέθηκε ο υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι Ντι Μάιο, ο οποίος αυτές τις ώρες κρούει απεγνωσμένα την εξώπορτα στα διάφορα λιλιπούτεια κόμματα του κεντρώου χώρου προκειμένου να βρει κάποιο φιλόξενο ψηφοδέλτιο. Και είναι βεβαίως και θέμα ημερών να δούμε ποιοι από την κοινοβουλευτική ομάδα του Κ5Α θα ακολουθήσουν το παράδειγμα του.
Η αλήθεια είναι πως ο Κόντε έκανε προσπάθειες να δώσει μια σαφή αριστερή ταυτότητα στο Κ5Α. Υιοθέτησε μια σειρά από τοπικά αιτήματα και διεκδικήσεις που προωθούσε η κοινωνία των πολιτών και ένα από αυτά, η ριζική εναντίωση του στη δημιουργία κέντρου καύσης απορριμμάτων στα περίχωρα της Ρώμης, ήταν, ως γνωστόν, κι εκείνο που πυροδότησε την τωρινή κυβερνητική κρίση. Συμμάχησε στις πρόσφατες τοπικές εκλογές με το Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέτα και προώθησε υποψηφιότητες που αναδεικνύονταν από τις λαϊκές κινητοποιήσεις. Αλλά κινήθηκε πέραν του δέοντος προσεκτικά, διστακτικά και αργοπορημένα, μην τυχόν και τον «αφορίσει» ο Γκρίλο.
Οι Ιταλοί αναλυτές θεωρούν πως ο Κόντε και γενικότερα το Κ5Α έχουν πλέον «ξοφλήσει». Αυτό όμως θα εξαρτηθεί από τον τρόπο με τον οποίο ο Κόντε θα επιβληθεί ως ηγέτης και θα αναλάβει την πλήρη ευθύνη της πολιτικής κατεύθυνσης που θα εδραιώσει σε αυτό το κόμμα. Αν ο Γκρίλο θεωρήσει πως ισχύει ακόμη η τεράστια ανοησία που έλεγε πριν από σχεδόν μια δεκαετία, ότι «δεν υπάρχει πλέον διαχωριστική γραμμή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς», τότε πράγματι το Κ5Α δεν θα έχει πλέον μέλλον.
Η εικόνα που παρουσιάζει το Δημοκρατικό Κόμμα δεν είναι πολύ καλύτερη. Ο Ενρίκο Λέτα είναι ικανός πρώην χριστιανοδημοκράτης και γνωρίζει πολύ καλά πώς να ενώνει τα διάφορα εσωκομματικά ρεύματα και να επιβάλλεται. Εδώ και κάποιες εβδομάδες ο κεντρικός στόχος του είναι να αμφισβητήσει το δημοσκοπικό προβάδισμα της Μελόνι και εν μέρει το έχει καταφέρει. Στα μέσα Ιουλίου το Δημοκρατικό Κόμμα ήταν στο ίδιο επίπεδο με τους Αδελφούς Ιταλίας, στο 23,2%, και αργότερα κινήθηκε με ανοδικά με διαφορά 1,5%. Για να εξασφαλίσει αυτό το αποτέλεσμα ο Λέτα αφενός ακύρωσε την εκλογική συμμαχία του με το Κ5Α, αφετέρου διεύρυνε το χώρο κάλυψης του κόμματος, ώστε να ενταχθούν σε αυτό και οι αποσχισθέντες από τα αριστερά (Μπερσάνι και άλλοι) αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι. Η επιχείρηση είχε κάποια επιτυχία, αφού πολλά πρώην στελέχη επέστρεψαν στο Δημοκρατικό Κόμμα και συζητείται (δυστυχώς) και η επιστροφή του Ρέντσι, που αυτή τη στιγμή ερωτοτροπεί με τον Σαλβίνι. Η ομάδα του Μπερσάνι, που ήταν έτοιμη να επιστρέψει στο κόμμα τον Σεπτέμβριο, στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου αναμένεται να κατέβει ξανά σε ενιαίο ψηφοδέλτιο με το μικρό κόμμα Ιταλική Αριστερά, όπως συνέβη το 2018. Η συμμαχία τους, με την ονομασία Ελεύθεροι και Ίσοι, δημοσκοπικά κινείται στο 3%, όσο είχαν εξασφαλίσει και στις προηγούμενες εκλογές.
Το πρόβλημα του Λέτα λοιπόν δεν είναι οργανωτικό, αλλά πολιτικό. Ο πρώην χριστιανοδημοκράτης δυσκολεύεται να κατανοήσει τη βαθύτατη κρίση που περνά το ιταλικό πολιτικό σύστημα και το βαθμό απαξίωσης του που προδίδει η επίμονη ψήφος διαμαρτυρίας. Γι΄ αυτό και το κόμμα του δεν μπορεί να προβάλει μια σαφή ταυτότητα και αδυνατεί να ανταποκριθεί στα αιτήματα της κοινωνίας. Κάτι σαν ιταλική προβολή του άοσμου και άχρωμου «χυλού» που είναι πλέον το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Είναι δύσκολο να δώσει κανείς μια εύκολη εξήγηση για τη δυσκολία που συναντά η ικανή και έμπειρη ηγεσία της κεντροαριστεράς στο να κατανοήσει και να ερμηνεύσει τη βαθύτατη κρίση του ιταλικού πολιτικού συστήματος. Πόσο μάλλον που το εκλογικό σύστημα, εν μέρει πλειοψηφικό κι εν μέρει αναλογικό, επιβάλλει στο Δημοκρατικό Κόμμα να διαθέτει ένα διευρυμένο φάσμα πιθανών συμμαχιών στην περίπτωση που τα δεξιά κόμματα δεν τα καταφέρουν. Περίπτωση καθόλου απίθανη, αφού ο Μπερλουσκόνι (7%) έχασε μέσα σε δύο ημέρες τρεις υπουργούς που τον κατηγορούν ότι μετέτρεψε το Forza Italia σε «ουρά της Λέγκας». Ο Σαλβίνι θα δώσει με τη σειρά του σκληρή μάχη προκειμένου να σταματήσει τη διαρροή των ψηφοφόρων του προς τους Αδελφούς Ιταλίας. Η ίδια η Μελόνι, εξάλλου, πέρα από πατριωτικές κορώνες και αφιερώματα στις «Ιταλίδες μητέρες» σαν την ίδια, δεν είναι σε θέση να αρθρώσει πολιτικό λόγο. Αν ο Λέτα έχει το βλέμμα του στραμμένο κι ελπίζει στα διάφορα μικρά κόμματα του κεντρώου χώρου, τότε και μετά τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου οι Ιταλοί θα εξακολουθούν να αναζητούν τρόπο προκειμένου να εκφράσουν τη διαμαρτυρία τους.
(Ανάλυση του δημοσιογράφου Δημήτρη Δεληολάνη στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ)