Το κάθε σούπερ μάρκετ βέβαια έχει το δικαίωμα το «καλάθι του νοικοκυριού», που επί της ουσίας είναι το καλάθι του … φτωχού, να το γεμίσει με no name προϊόντα, που ανέκαθεν πωλούνταν σε χαμηλότερες τιμές από τα επώνυμα προϊόντα και αποτελούσαν μια φθηνότερη λύση, εν γνώσει των καταναλωτών ότι δεν προμηθεύονται προϊόντα εγνωσμένης ποιότητας.
Βέβαια τα μεγάλα σούπερ μάρκετ έχουν την δυνατότητα στο καλάθι τους να βάλουν ακόμη και μόνο επώνυμα προϊόντα, που όμως θα είναι ακριβότερα, αλλά οι ανατιμήσεις τους δεν θα ακολουθούν τον ξέφρενο ρυθμό του πληθωρισμού.
Όσο για τους καταναλωτές πολύ σύντομα οι ίδιοι θα είναι οι «κριτές» της επιτυχίας ή μη του «καλαθιού του νοικοκυριού».
Προς το παρόν πάντως ο πληθωρισμός στον τομέα των τροφίμων έτρεχε τον περασμένο μήνα Σεπτέμβριο με 13,5% από τον Σεπτέμβριο, δηλαδή 1,5 ποσοστιαία μονάδα παραπάνω από τον μέσο όρο του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που έκλεισε στο 12%.
Οι δε αυξήσεις σε όλες τις κατηγορίες του κλάδου «Διατροφή» ήταν πράγματι «φαρμάκι», 18,4% σε ψωμί και δημητριακά, 17,6% στα κρέατα, 23,3% σε γαλακτοκομικά και αυγά, 17% σε έλαια και λίπη, 8,7% σε λαχανικά , 6,2% σε ζάχαρη, σοκολάτες, γλυκά, παγωτά, 14,3% σε καφέ, κακάο, τσάι , 12,6% σε λοιπά τρόφιμα.
Στο «καλάθι του νοικοκυριού» που συμφώνησαν κυβέρνηση και μεγάλα σούπερ μάρκετ, θα υπάρχουν τα προαναφερόμενα και κάποια άλλα προϊόντα που απλά οι αυξήσεις τους θα είναι μικρότερες. Αλλά αυξήσεις θα υπάρχουν. Ακόμη και στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, χαμηλότερης ποιότητας που θα αναγκαστούμε να τρώμε για να τα πληρώνουμε λίγο λιγότερο ακριβότερα.
Όσο για την λειτουργία της αγοράς υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να αρχίσει να παίζεται και πάλι το «παιχνίδι» της ισχύος μεταξύ του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας τροφίμων και γενικότερα των ειδών πρώτης ανάγκης.
Γιατί κάθε παραγωγός επώνυμων προϊόντων είναι λογικό να επιδιώκει την τοποθέτηση των ειδών του σε ένα «καλάθι» που θα διαφημίζεται ως «οικονομικότερο» και θα συγκεντρώνει την προτίμηση της πλειοψηφίας των καταναλωτών.
Και έτσι για μία ακόμη φορά το ισχυρότατο λιανεμπόριο θα έχει στα χέρια του ένα ακόμη «ατού» στις συναλλαγές του με τις παραγωγικές μονάδες, καθώς θα είναι αυτό που θα κρίνει ποια προϊόντα θα διαφημίζονται ως φθηνότερα. Εύκολα λοιπόν θα μπορεί από θέση ισχύος να κάνει τα «παζάρια» που θέλει πιέζοντας την βιομηχανία για εκπτώσεις προς όφελος των δικών του ποσοστών κέρδους.
Είναι μια παράμετρος καθόλου αμελητέα για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης και πρωτίστως η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα πρέπει να παρακολουθούν στενά προκειμένου να μην υπάρξουν, όπως στο παρελθόν, αθέμιτες πρακτικές λόγω δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.