Κατά γενική ομολογία χαμένος είναι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κομπορρημονούσε πριν τις εκλογές για τον θρίαμβο του τόσο λόγω ιδιοσυγκρασίας, όσο και λόγω των λανθασμένων εκτιμήσεων των δημοσκόπων που του φούσκωναν ακόμη περισσότερο τα μυαλά.
Οι κερδισμένοι, όμως, είναι περισσότεροι.
Και πρώτοι απ΄ όλους οι Ρεπουμπλικάνοι, που θα καταφέρουν όπως όλα δείχνουν να επανακτήσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ η μάχη για τη Γερουσία συνεχίζεται. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, «αλώνοντας» τη Βουλή των Αντιπροσώπων, θα έχουν την δυνατότητα να κάνουν δύσκολη τη ζωή του Προέδρου Μπάιντεν σε πολύ ουσιώδη ζητήματα.
Το μεγαλύτερο όφελος για τους Ρεπουμπλικάνους, όμως, είναι το ότι ήδη ξεκίνησε η εντονότατη αμφισβήτηση για την ικανότητα του Ντόναλντ Τραμπ, τόσο μέσα στο κόμμα όσο και στα μίντια ακόμη και τα πλέον φιλικά προς τον μεγιστάνα πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ λόγω προσωπικότητας και απόψεων απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι δεν αποτελεί και το πλέον ενδεδειγμένο πρόσωπο για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, κατά κοινή ομολογία το ισχυρότερου κράτους του κόσμου.
Με τον τρόπο που έδρασε πριν τις ενδιάμεσες εκλογές επί της ουσίας έβλαψε την υποψηφιότητα του για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Απέναντι στον Τραμπ, όπως όλα δείχνουν θα τεθεί αντίπαλος ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις, που είναι επίσης από τους μεγάλους ωφελημένους των ενδιάμεσων εκλογών, που κατάφερε να μετατρέψει τη Φλόριντα από προπύργιο των Δημοκρατικών σε μια «κόκκινη» Πολιτεία, δείχνοντας έτσι τη δύναμη του.
Κερδισμένοι μπορούν επίσης να βγουν τελικά και οι Δημοκρατικοί, ιδιαίτερα αν καταφέρουν να διατηρήσουν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία. Η απώλεια των Βουλής των Αντιπροσώπων, επικοινωνιακά τουλάχιστον -αν δεν συνοδευτεί και με απώλεια της Γερουσίας- δεν θα είναι μεγάλο πλήγμα, καθώς είθισται στις ΗΠΑ, στις ενδιάμεσες εκλογές το κυβερνών κόμμα να χάνει ένα από τα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Και θα είναι ακόμη περισσότερο κερδισμένοι οι Δημοκρατικοί, αν κατανοήσουν ότι για να βγουν νικητές στις επόμενες προεδρικές εκλογές του 2024 -ιδιαίτερα αν απέναντι τους δεν έχουν τον «καμένο» πλέον Τραμπ- θα πρέπει και αυτοί να κάνουν την υπέρβαση και να αναδείξουν έναν νέο αρχηγό.
Γιατί κακά τα ψέματα. Ο Τζο Μπάιντεν δεν «τραβάει». Κάνει τη μια γκάφα μετά την άλλη. Και σ αυτές τις ενδιάμεσες εκλογές μπορεί να μη το πλήρωσε ακριβά ο ίδιος το κόμμα του, χάρη στην ανικανότητα του Τραμπ, αλλά τα δυο χρόνια που ακολουθούν μέχρι τις προεδρικές εκλογές είναι μεγάλο διάστημα και πολλά αρνητικά μπορούν να συμβούν με δεδομένα τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής του Μπάιντεν.