Στον απόηχο ενός από τα πλέον πολύνεκρα ναυάγια στη Μεσόγειο, αυτό στα ανοιχτά της Πύλου, με τα θύματα, όπως όλα δείχνουν δυστυχώς, να είναι εκατοντάδες, οι εκπρόσωποι της Διεθνούς Αμνηστίας, με δηλώσεις τους στην Deutsche Welle, είπαν το αυτονόητο:
«Δεν ρωτάμε τον ναυαγό αν θέλει να τον σώσουμε».
Η δήλωση αυτή δεν στρέφεται μόνο κατά των ελληνικών αρχών, που προέβαλαν την αιτιολογία ότι δεν επενέβησαν στο δουλεμπορικό από την Αίγυπτο, καθώς ο κυβερνήτης του αρνιόταν κάθε βοήθεια, αλλά αποτελεί και άλλη μια καταγγελία για τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μεταναστευτικό.
Δυστυχώς, όμως, όλοι όσοι θεωρούν ότι οι ανθρώπινες ζωές πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα, μάλλον σήμερα μιλούν σε ώτα μη ακουόντων.
Είναι πλέον περισσότερο από ορατός ο κίνδυνος οι εθνικιστικές φωνές της ακροδεξιάς να επικρατήσουν στην Ευρώπη, που οι σημερινοί πολιτικοί ταγοί της φαίνεται ότι υποκύπτουν στη λογική μιας «περίφρακτης» ηπείρου από στεριά και θάλασσα, βάζοντας στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τις αρχές και τις αξίες της Ευρώπης.
Όταν άνθρωποι κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους - και αυτό ακριβώς συνέβαινε και με το αλιευτικό με τους μετανάστες στα ανοιχτά της Πύλου – το κράτος, οποιοδήποτε κράτος, έχει ιερή υποχρέωση να παρέμβει.
Πράγμα που δυστυχώς δεν συνέβη στο ναυάγιο της Πύλου, με αποτέλεσμα να χαθούν στα νερά της Μεσογείου εκατοντάδες άνθρωποι, όπως έχει συμβεί μέχρι τώρα πολλές φορές.
Και αυτό είναι αποτέλεσμα των ευρωπαϊκών πολιτικών για τους μετανάστες. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αντί να συζητά για νόμιμες οδούς διαφυγής, μέσω του κοινού συστήματος ασύλου αποφασίζει να ενισχύσει περαιτέρω την απομόνωση και να αποστερήσει τους πρόσφυγες από δικαιώματά τους.
Μια απάνθρωπη πολιτική που δυστυχώς έχει βρει στην Ελλάδα φανατικούς υποστηρικτές με πρώτο και καλύτερο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Μάλιστα σε άρθρο του το γερμανικό περιοδικό Spiegel αναφέρει «όσον αφορά ιδίως στην μεταναστευτική πολιτική μια νίκου του Μητσοτάκη στις εκλογές (της 25ης Μαΐου) συνεπάγεται πως η σκληρή πολιτική ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έχει έναν πνευματικό ηγέτη στην Αθήνα».
Αυτή δυστυχώς η στάση της ΕΕ και φυσικά και της Ελλάδας είναι καταδικασμένη να αποτύχει στην επίτευξη του στόχου του περιορισμού της μετανάστευσης.
Όταν οι άνθρωποι κινδυνεύουν εκεί που ζουν θα προσπαθήσουν όσα εμπόδια και αν υπάρχουν να «αποδράσουν» από τον τόπο του μαρτυρίου τους προς ασφαλέστερες περιοχές.
Και ως άνθρωποι εμείς πρέπει να τους βοηθήσουμε ποικιλοτρόπως. Είτε να παραμείνουν στις χώρες τους προσφέροντα τους την αναγκαία βοήθεια για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους εκεί, είτε να τους αποδεχτούμε στις δικές χώρες με μια δίκαιη κατανομή τους και να τους εντάξουμε προς κοινό όφελος.