Η διαδικασία προσέγγισης Ελλάδας – Τουρκίας έχει προσλάβει δυναμική. Η συνάντηση του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη με τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν στη Ν. Υόρκη την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε σ’ ένα ιδιαίτερα φιλικό περιβάλλον και με αισθητά βελτιωμένη τη διαπροσωπική επαφή των δύο ανδρών, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Η γλώσσα του σώματος έλεγε πολλά. Ο πρόεδρος Ερντογάν εγκατέλειψε παλαιότερες αιχμηρές τοποθετήσεις του και αναφέρεται τώρα σε «δεσμούς φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που πηγαίνουν σε βάθος χρόνου». ΄Ετσι το καλό κλίμα και τα ήρεμα νερά ενισχύονται αν και χωρίς αλλαγή θέσεων. Η εμπιστοσύνη σταδιακά αποκαθίσταται. Η μεθοδολογία που ακολουθείται εμφανώς αποδίδει . Και η μεθοδολογία είναι αυτή της βήμα προς βήμα διαδικασίας και όχι μιας συνολικής big bang προσέγγισης. Αρχίζουμε με τα λιγότερο θερμά θέματα για να προχωρήσουμε στα πλέον ευαίσθητα και δύσκολα, πυρηνικά ζητήματα της Ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης (οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, κ.λπ) στο πλαίσιο του Πολιτικού Διαλόγου που θα εκκινήσει στις 16 Οκτωβρίου σε επίπεδο υφυπουργών εξωτερικών( Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, Μπουράκ Ακσαπάρ) και η διαδικασία ΜΟΕ. Προκειμένου να οδηγηθούμε στην επίλυση προβλημάτων μέσω πιθανότατα του Διεθνούς Δικαστηρίου στη Χάγη, προοπτική «που είναι όμως ακόμη μακριά», όπως είπε ο πρωθυπουργός. Έσχατος στόχος πάντως ( θα πρέπει να ) παραμείνει η επίλυση των δυνητικά επιλύσιμων προβλημάτων μέσα σε εύλογο χρονικό ορίζοντα, όχι πολύ μακρυά( όταν η τετραετία θα κλείνει).
Ποιά λοιπόν μπορεί να είναι τα αμέσως επόμενα πρακτικά βήματα σ’ αυτή την εξελικτική διαδικασία που να πηγαίνουν πέρα από την απλή ανταλλαγή απόψεων/διάλογο όσο σημαντική κι αν είναι; Η διαπραγματευτική μου εμπειρία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) διδάσκει ότι μετά από ορισμένη χρονική περίοδο συνομιλιών, κάποιες συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί θα πρέπει να αποτυπώνονται σε γραπτό, ει δυνατόν νομικό κείμενο συμφωνίας, καθώς έτσι δεσμεύονται πιο στέρεα τα εμπλεκόμενα μέρη και αποφεύγονται υπαναχωρήσεις. Και ήδη εμφανίζονται ρεαλιστικές δυνατότητες για τις δύο χώρες να προχωρήσουν σε συμφωνίες σε θέματα ώριμα καθώς σημειώθηκαν ήδη συγκλίσεις μαζί με την αυτονόητη αναγνώρισή τους ως «θέματα κοινού ενδιαφέροντος». Συγκεκριμένα παράλληλα με τα οικονομικά ζητήματα της θετικής ατζέντας, δύο άλλα θέματα ξεχωρίζουν ήδη ως επιδεκτικά συμφωνίας : αυτό της πολιτικής προστασίας/ κλιματικής κρίσης και της μετανάστευσης. Και στα δύο μπορούν να υπάρξουν συμφωνίες συνεργασίας (σε αρμονία με την πολιτική της ΕΕ) που να υπογραφούν στο πλαίσιο του Συμβουλίου Συνεργασίας τον Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη..
Ως ένα επόμενο βήμα θα πρέπει επίσης να επιδιωχθεί μια «κατανόηση» ( αν όχι συμφωνία όπως την είχε προτείνει και επεξεργασθεί το1976 η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή) για τον περιορισμό των εξοπλισμών ανάμεσα στις δύο χώρες. Οι νέες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες το επιβάλλουν…
Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Τα Νέα")