Τα χθεσινά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παιδιού στις 20 Νεομβρίου, δείχνουν ότι το πρόβλημα της υπογεννητικότητας εξελίσσεται σε εφιάλτη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής , στη χώρα μας από τα περίπου 4,1 εκατομμύρια νοικοκυριά, περισσότερα από 3 εκατομμύρια δεν έχουν παιδιά, ενώ μόνο ένα παιδί υπάρχει σε λιγότερα από 580.000 και δύο παιδιά σε λιγότερα από. Τρία ή παραπάνω παιδιά υπάρχουν σε λιγότερα από.
Αλλά και μεταξύ των νοικοκυριών με παιδιά, το 47,4 % (περίπου 580.000 νοικοκυριά) έχει μόλις ένα παιδί, σχεδόν το 37% (περίπου 400.000 νοικοκυριά) έχει δύο παιδιά και το 15,7% (περίπου 170.000 νοικοκυριά) τρία ή περισσότερα παιδιά.
Και εδώ δυστυχώς «κολλάει» ο σχεδιασμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη, -δια στόματος υφυπουργού Εργασίας Πάνου Τσακλόγλου-, για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης τα επόμενα χρόνια.
Για να μην αδικούμε τη σημερινή κυβέρνηση ως προς αυτό το θέμα, η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ήδη ψηφισμένος σχετικός νόμος από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2011 από τους Λοβέρδο-Κουτρουμάνη, που προβλέπει ότι από το 2027 και μετά θα αυξάνουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης σε συνάρτηση με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Με απλά αλλά σκληρά λόγια, δεν αργεί καθόλου η εποχή που θα γερνάμε δουλεύοντας. Και όχι μόνο γιατί θα αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής μας, που σε κάθε περίπτωση είναι και μια ευχάριστη εξέλιξη. Αυτή είναι η μισή αλήθεια.
Δυστυχώς η άλλη μισή είναι ότι το ασφαλιστικό μας σύστημα δεν θα μπορεί να αντέξει την διαφαινόμενη αναλογία εργαζόμενων και συνταξιούχων, που σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ το 2050 θα έχει διαμορφωθεί σε 75 συνταξιούχους ανά 100 εργαζόμενους.
Είναι πρακτικά αδύνατον σε ένα ασφαλιστικό σύστημα με αναδιανεμητικό χαρακτήρα να μπορούν 100 εργαζόμενοι να διασφαλίζουν συντάξεις σε 75 συνταξιούχους. Απλά δεν βγαίνει. Τώρα που η αναλογία είναι κάτι λιγότερο από 40 συνταξιούχοι σε 100 εργαζόμενους και οι συντάξεις είναι πενιχρές και συνέχεια ανακαλύπτονται τρόποι για να «κουτσουρεύονται».
Είναι λοιπόν αδήριτη η ανάγκη να αυξηθούν οι γεννήσεις στην Ελλάδα, για να υπάρξουν στο μέλλον εργαζόμενοι. Και για την καταπολέμηση της υπογεννητικότητας μέτρα ουσίας δεν λαμβάνονται. Τα ψευτοεπιδόματα δεν λύνουν το πρόβλημα της ακρίβειας, της ανεργίας, των χαμηλών μισθών που κάνουν τους νέους να μην αποκτούν παιδιά. Γιατί αυτό είναι το πρόβλημα. Πρωτίστως οικονομικό.
Είναι λανθασμένες αυτές των επιδομάτων που εξακολουθούν να εφαρμόζονται. Χρειάζονται πραγματικά μεγάλες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για να κερδίσουμε το στοίχημα της αύξησης των γεννήσεων. Πρέπει οι νέοι να νοιώσουν σιγουριά για το μέλλον το δικό τους και των παιδιών που θα φέρουν στον κόσμο. Με διασφαλισμένη την φύλαξη τους σε δημόσιους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς χωρίς κόστος, με διασφαλισμένη την υγεία τους επίσης χωρίς κόστος, με διασφαλισμένη τη μόρφωση τους επίσης χωρίς κόστος.
Και γι’ αυτά τίποτα δεν εξαγγέλλεται και τίποτα φυσικά δεν γίνεται. Και ο πληθυσμός γερνάει και πολύ σύντομα θα αναγκάζεται να δουλεύει και μέχρι τα γεράματα.
ΥΓ. Δυστυχώς υπάρχουν και οι ριζωμένες ιδεοληψίες περί μεταναστών, που σίγουρα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενδυνάμωση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας με την χωρίς προβλήματα ένταξη τους στην αγορά εργασίας και την ενσωμάτωση τους στην ελληνική κοινωνία.