Ποιο είναι ένα βασικό κριτήριο επιτυχίας μιας οικονομίας; Αν δημιουργεί αρκετές καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, που να καθιστούν προσιτό ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο. Η ελληνική οικονομία δεν δημιουργεί παρά λίγες. Η μια πλευρά αυτού του νομίσματος είναι ότι δεκάδες χιλιάδες καταρτισμένοι άνθρωποι 30-40 ετών, με υψηλά προσόντα, πολύ καλές σπουδές, μεταπτυχιακά/διδακτορικά διπλώματα, εργάζονται με μισθούς πείνας στον ιδιωτικό τομέα, σε πανεπιστήμια, νοσοκομεία και αλλού. Η άλλη πλευρά, είναι ότι εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις (όχι μόνο ανειδίκευτης αλλά και ειδικευμένης) εργασίας σε κλάδους όπως κατασκευές, τουρισμός, αγροτική παραγωγή ή/και σύγχρονες υπηρεσίες, δεν βρίσκουν μισθωτούς και απομένουν να προσβλέπουν σε μετανάστες από φτωχότερες χώρες.
Οι 500.000 νέοι του brain drain ήταν λίγοι. Αν οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης λειτουργούσαν ανεμπόδιστα από γεωγραφικούς και κοινωνικούς περιορισμούς, θα είχαν φύγει περισσότεροι. Θα φύγουν περισσότεροι. Γιατί στην Ελλάδα το οικονομικό μοντέλο που υποστηρίζεται από ισχυρές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις και μακροημερεύει ακόμη σήμερα, είναι το μοντέλο της φθηνής μισθωτής εργασίας. Φθηνή εργασία και πολύ μικρές επιχειρήσεις (που κατά κανόνα ευημερούν εισφορο-φο-ροδιαφεύγοντας) είναι οι δαγκάνες που πάνω τους ματώνουν η γνώση και η καινοτομία, παρεμποδίζεται η ανάπτυξη της παραγωγικότητας (ουραγοί στην Ευρώπη...) και διαβρώνεται η ανταγωνιστικότητα – που καταλήγει να βελτιώνεται κυρίως στο μέτρο που μειώνεται η πραγματική αμοιβή της μισθωτής εργασίας.
Η φθηνή εργασία είναι στη βάση της ελληνικής οικονομίας. Η αδύναμη παραγωγική βάση της αποτρέπει να δοθούν δίκαιες αμοιβές στη μισθωτή εργασία, γιατί, αν δοθούν, θα τιναχτεί στον αέρα το σαθρό της οικοδόμημα, θα καταρρεύσει ένα μεγάλο κομμάτι της που είναι βιώσιμο μόνο με υποτιμημένη μισθωτή εργασία. Από αυτήν την κατάσταση, επωφελούνται δευτερευόντως επιχειρήσεις που έχουν την ευχέρεια να δώσουν υψηλότερες αμοιβές αλλά δεν το κάνουν και μετατρέπουν σε υπερκέρδος το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα. Τη φθηνή εργασία, άλλωστε, εκμεταλλεύονται και οι περισσότερες ξένες εταιρείες που έρχονται, παράγουν υπηρεσίες εδώ και τις εξάγουν, αφήνοντας σχεδόν ανεπηρέαστη την καθ’ ημάς κατάσταση. Η διαδικασία μετασχηματισμού του οικονομικού μοντέλου είναι εξαιρετικά βραδεία.
Θα μπορούσε να επιταχυνθεί αν υπήρχε διάθεση – π.χ., να αξιοποιηθούν προς τούτο τα ευρωπαϊκά κεφάλαια ΤΑΑ και ΕΣΠΑ. Αντιθέτως, βραχυπρόθεσμα η φθηνή εργασία γίνεται φθηνότερη εξαιτίας της ακρίβειας. Με τον πληθωρισμό κερδών, οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν 0,2%, ενώ τα πραγματικά κέρδη αυξήθηκαν 5,9% πέρυσι, ίδια η τάση και φέτος, καθώς μόνο 1 στους 3 πήρε αύξηση μισθού, ενώ οι τιμές ειδών πρώτης ανάγκης τρέχουν πολύ ταχύτερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτήν την κατάσταση διασκεδάζουν τα δισ. ευρώ που μοιράστηκαν/μοιράζονται με τη μορφή επιδομάτων. Η φθηνή εργασία επιδοτείται από τους (κυρίως έμμεσους) φόρους που πληρώνει. Καθώς αυτή η ευχέρεια περιορίζεται, απομένει η φθηνή εργασία σκέτη. Ισως και λίγο θυμωμένη.
(Ο Κώστας Καλλίτσης είναι δημοσιογράφος- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την "Καθημερινή" της Κυριακής)