Τις ενστάσεις αλλά και τις παρατηρήσεις του υπέβαλε στο υπουργείο Ενέργειας ο Ελληνικός Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΕΣΜΥΕ) σχετικά με τις ενεργειακές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τα απόβλητα.
Ο Σύνδεσμος υποστηρίζει πως αν και υπάρχει η ανάγκη αντιμετώπισης των υπερβολικών νέων αιτήσεων για ΑΠΕ, εντούτοις ο συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο προχώρησε το υπουργείο στη νέα εγγυητική επιστολή για βεβαιώσεις παραγωγού είναι λανθασμένος.
«Ήταν αυτονόητο και είχε επισημανθεί επανειλημμένα από τον ΕΣΜΥΕ καθ’ όλη τη διαδικασία διαβούλευσης του πλαισίου απλοποίησης της διαδικασίας έκδοσης άδειας - βεβαίωσης παραγωγού, ότι η εφαρμογή του συγκεκριμένου πλαισίου απλοποίησης, με την πλήρη απουσία κριτηρίων ελέγχου και αξιολόγησης θα είχε το αποτέλεσμα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα, αφού έδινε το δικαίωμα υποβολής αιτήσεων έργων στον οποιοδήποτε «είδε φως και μπήκε».
Συγκεκριμένα, δόθηκε η δυνατότητα υποβολής αιτήσεων για έργα που στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν είχαν σχεδιαστεί και μελετηθεί επαρκώς, έργα τα οποία δεν πληρούν κανένα χωροταξικό κριτήριο, έργα με επισφαλή ή πολύ χαμηλή ενεργειακή απόδοση, έργα πολλές φορές «ανύπαρκτα» και «πλασματικά» αφού πέραν της απλής τοποθέτησής τους ως πολύγωνο ή κουκίδα στο χάρτη της ΡΑΕ, δε δύναται να υλοποιηθούν.
Επιπρόσθετα, η απουσία ύπαρξης έστω και των ελάχιστων μελετών αλλά και κριτηρίων αξιολόγησης, έδωσε τη δυνατότητα της εύκολης χωροθέτησης έργων στο χάρτη σε οποιοδήποτε ρέμα, κορυφή ή κάμπο στον οποιοδήποτε με αποτέλεσμα να παρατηρείται (ως αναμένετω) τεράστιο πλήθος επικαλύψεων, που, με βάση τα προβλεπόμενα περί συγκριτικής αξιολόγησης στον κανονισμό βεβαιώσεων, δε φαίνεται ότι μπορεί να ξεκαθαριστεί, τουλάχιστον σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα» επισημαίνεται μεταξύ άλλων στην επιστολή.
Στην ίδια επιστολή γίνεται επίσης λόγος για «πλασματικότητα της εικόνας που παρατηρείται από το Δεκέμβριο του 2020 έως τον Ιούνιο του 2021 αποδεικνύεται από το πλήθος των αιτήσεων και την ισχύ των έργων που υποβλήθηκαν, που μόνο στους τρείς πρώτους κύκλους του νέου κανονισμού, ξεπερνούν κατά 2 και 3 φορές τα αντίστοιχα μεγέθη αιτήσεων που υποβλήθηκαν τα προηγούμενα 20 χρόνια».
«Είναι σαφές ότι η θέσπιση κατάθεσης της Εγγυητικής Επιστολής έρχεται σαν έσχατο διορθωτικό μέτρο, δυστυχώς οικονομικής μόνο φύσεων, για την αντιμετώπιση των αποτελεσμάτων και την ανακοπή υποβολής του τεράστιου πλήθους αιτήσεων που παρατηρείται μετά την απλοποίηση του αδειοδοτικού πλαισίου που έχει προκαλέσει υπερθέρμανση της αγοράς και κυρίως έχει δημιουργήσει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις όπως το κύμα των αντιδράσεων κατά των ΑΠΕ σε όλη τη χώρα και την εμπλοκή όλων των αδειοδοτούντων υπηρεσιών από το μεγάλο πλήθος των αιτήσεων που καλούνται να διεκπεραιώσουν» υπογραμμίζεται ακόμη.
Οι προτάσεις που κατέθεσαν
Ο Σύνδεσμος κατέθεσε όμως προς το ΥΠΕΝ και μία σειρά από προτάσεις.
Πιο αναλυτικά το ποσό της Εγγυητικής Επιστολής για τη χορήγηση Βεβαίωσης και για τη διατήρηση υφιστάμενων Βεβαιώσεων που θα πρέπει να προσκομιστεί, να ισχύσει από το πρώτο kW και να ορίζεται ανά μονάδα ονομαστικής μέγιστης ισχύος παραγωγής της αίτησης σε μεγαβάτ (ΜW) ως εξής:
- Δέκα χιλιάδες ευρώ ανά μεγαβάτ (10.000 ευρώ/ΜW) για το τμήμα της ισχύος έως και δύο μεγαβάτ (2MW)
- Δέκα πέντε χιλιάδες ευρώ ανά μεγαβάτ (15.000 ευρώ/ΜW) για το τμήμα της ισχύος πάνω από δύο έως και τρία μεγαβάτ (>2 έως και 3 MW),
- Τριάντα πέντε χιλιάδες ευρώ ανά μεγαβάτ (35.000 ευρώ/ΜW) για το τμήμα της ισχύος πάνω από τρία έως και δεκαπέντε μεγαβάτ (>3 έως και 15 MW),
- Το μεταβατικό διάστημα που ορίζεται από τη θέση σε ισχύ του νόμου για την κατάθεση της εγγυητικής επιστολής ή την υποβολή αίτησης για χορήγησης οριστικής προσφοράς σύνδεσης, να αυξηθεί για τα ΜΥΗΕ σε 12 μήνες τουλάχιστον.
- Να εξαιρεθούν από την υποχρέωση κατάθεσης Εγγυητικής Επιστολής οι εν ισχύι Άδειες Παραγωγής. Η υποχρέωση αυτή μπορεί να γεννάται μόνο στην περίπτωση αύξησης της ισχύος της αρχικής Άδειας Παραγωγής πέραν του 10% της αρχικής ισχύος, για το σύνολο της τελικής ισχύος.