Αυξήσεις 40%-50% προτείνει η δημόσια εταιρεία στις βιομηχανίες υψηλής τάσης.
Με προσφυγή στην Κομισιόν προειδοποιούν κύκλοι των μεγάλων καταναλωτών ρεύματος.
«Δεν μπορούμε να πουλάμε κάτω του κόστους», το σχόλιο της ΔΕΗ.
Αυξήσεις της τάξης του 40% με 50% προτείνει η ΔΕΗ στις ενεργοβόρες βιομηχανίες για το 2021 και επιπλέον αναπροσαρμογή ύψους 20% για το 2022.
Οι επιστολές που έλαβαν οι επιχειρήσεις της υψηλής τάσης στις αρχές του νέου έτους από τη δημόσια εταιρεία, με διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική για την καθεμία, αλλά με τα νέα τιμολόγια να είναι ακριβότερα κατά μέσο όρο στα προαναφερόμενα επίπεδα, έχουν προκαλέσει την αντίδραση των διοικήσεών τους.
Όπως αναφέρουν κύκλοι της βιομηχανίας, «τα κόστη που προκαλούνται στις εταιρείες αλουμινίου, χαλυβουργίες, τσιμεντοβιομηχανίες, επιχειρήσεις χάρτου κ.λπ. είναι δυσβάσταχτα και σίγουρα δεν δημιουργούν τις προϋποθέσεις εκείνες για την επανεκκίνηση της οικονομίας».
Οι ίδιες πηγές μάλιστα προειδοποιούν με προσφυγή στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα των γενικών διευθύνσεων Ενέργειας και Ανταγωνισμού της Ευρ. Επιτροπής, καθώς όπως υποστηρίζουν στις προτεινόμενες διετείς συμβάσεις προμήθειας περιλαμβάνονται όροι και χρεώσεις που περιορίζουν τη χρήση μηχανισμών τους οποίους έχουν στη διάθεσή τους οι βιομηχανίες για την ελάφρυνση του κόστους. Κάνουν λόγο για κατάχρηση της θέσης που έχει η ΔEΗ στην αγορά ηλεκτρισμού.
Σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου, ένας τέτοιος όρος είναι αυτός που προβλέπει πως όταν διαφοροποιείται το προφίλ κατανάλωσης ενός εργοστασίου -όταν μειώνει την κατανάλωση ρεύματος κάνοντας χρήση του μηχανισμού της διακοψιμότητας-, τότε θα επιβαρύνεται με προσαυξημένη χρέωση. Επιπλέον στις προτάσεις της ΔEΗ προβλέπεται και ρήτρα προσαρμογής από το κόστος της αγοράς εξισορρόπησης.
Τα περιθώρια διαπραγμάτευσης που έχουν ξεκινήσει ανάμεσα στις δύο πλευρές από το τέλος του περασμένου φθινοπώρου έχουν στενέψει. Η δημόσια εταιρεία, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει παρατείνει μόλις κατά δύο μήνες τις συμβάσεις που έληξαν το 2020 και αν τηρήσει τη σχετική προθεσμία (τέλος Φεβρουαρίου), τότε οι βιομηχανίες θα πρέπει να στραφούν στη χονδρεμπορική αγορά.
Πηγές της ΔΕH αρκούνται στο να σχολιάσουν πως «η εταιρεία δεν μπορεί να συνεχίζει να πουλάει κάτω του κόστους». Επιπλέον δεν σχολιάζουν τα όσα υποστηρίζουν κύκλοι της βιομηχανίας.
Παράγοντες της αγοράς θεωρούν πως οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν, με τη δημόσια εταιρεία να παρατείνει το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, ενώ δεν αποκλείεται η όποια συμβιβαστική λύση να δοθεί κατόπιν κυβερνητικής παρέμβασης. Άλλωστε το ελληνικό δημόσιο είναι μέτοχος με 51% στη ΔEΗ.
Χρήστος Κολώνας / euro2day.gr