Οι πάροχοι ρεύματος και φυσικού αερίου βλέπουν τους απλήρωτους λογαριασμούς να αυξάνονται, λόγω των αυξημένων χρεώσεων, ενώ ο Αύγουστος είναι εξαιρετικά κρίσιμος μήνας. Είναι ο μήνας των διακοπών και των αδειών και θα πιέσει επιπλέον τη ρευστότητα των παρόχων.
Ο ΕΣΠΕΝ σε νέα επιστολή του προς τον υπουργό Ενέργεια,ς Κώστα Σκρέκα, τονίζει ότι: «οι αιφνίδιες μεταβολές του νομοθετικού πλαισίου προκαλούν αναστάτωση στην αγορά και δεν εξυπηρετούν στην πολιτική υποβολής τιμών που ακολουθεί ο κάθε Συμμετέχων για τη διαχείριση του κινδύνου από τη συμμετοχή του στην αγορά. Είναι συνεπώς επιβεβλημένο οι ρυθμιστικοί κανόνες, που επηρεάζουν με καθοριστικό τρόπο το εμπόριο, να εξετάζονται διεξοδικά πριν τη θέσπιση τους ώστε να είναι σε θέση να παραμένουν σταθεροί, και να διατηρούν την εφαρμοστικότητά και αντοχή τους υπό οποιεσδήποτε, ακόμα και ακραίες συνθήκες».
Αναλυτικά η επιστολή του ΕΣΠΕΝ
Μόλις μία εβδομάδα μετά την τροπολογία σχετικά με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, η πραγματικότητα ήρθε να ανατρέψει τις προθέσεις του Νομοθέτη. Ο Σύνδεσμός μας είχε από την πρώτη στιγμή αναφέρει ότι, σε τόσο ευμετάβλητες συνθήκες, η οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι απολύτως ανασφαλής και το μόνο αποτέλεσμα που έχει είναι να αυξάνει τις τιμές ενέργειας λόγω των πολύ υψηλών ασφαλίστρων κινδύνου (risk premium), που πρέπει να πληρωθούν από τους προμηθευτές. Ιδίως οι μακροχρόνιες προβλέψεις, για σχεδόν δύο μήνες μπροστά, δημιουργούν ακόμα υψηλότερο κόστος, εφόσον ο κίνδυνος των margin calls δρα πολλαπλασιαστικά επί των ήδη υψηλών ασφαλίστρων.
Σε κάθε περίπτωση, οι αιφνίδιες μεταβολές του νομοθετικού πλαισίου προκαλούν αναστάτωση στην αγορά και δεν εξυπηρετούν στην πολιτική υποβολής τιμών που ακολουθεί ο κάθε Συμμετέχων για τη διαχείριση του κινδύνου από τη συμμετοχή του στην αγορά. Είναι συνεπώς επιβεβλημένο οι ρυθμιστικοί κανόνες, που επηρεάζουν με καθοριστικό τρόπο το εμπόριο, να εξετάζονται διεξοδικά πριν τη θέσπιση τους ώστε να είναι σε θέση να παραμένουν σταθεροί, και να διατηρούν την εφαρμοστικότητά και αντοχή τους υπό οποιεσδήποτε, ακόμα και ακραίες συνθήκες.
Ο Σύνδεσμός μας, με την ευκαιρία της νέας τροποποίησης που προτείνετε, επαναλαμβάνει τις θέσεις του, που έχει εκφράσει σε αριθμό επιστολών, και σας καλεί να επανεξετάσετε τις προβλέψεις του προσφάτως ψηφισθέντος άρθρου 138 (Νόμος 4951/2022), ιδίως αναφορικά με την τιμολόγηση των τελικών πελατών βάσει προβλεπόμενων τιμών, πρακτική που εκ των πραγμάτων αυξάνει τα τελικά τιμολόγια προμήθειας λόγω του πολύ υψηλού ασφάλιστρου κινδύνου.
Στην περίπτωση που εφαρμόζονταν κυμαινόμενα τιμολόγια στη βάση απολογιστικών χονδρεμπορικών τιμών, αφενός αποφεύγεται το επιπλέον κόστος του ασφάλιστρου κινδύνου, και αφετέρου μπορεί να γίνει πολύ καλύτερη διαχείριση των ποσών που κατευθύνονται στην επιδότηση των καταναλωτών.
Κατ’ ελάχιστο, και στην περίπτωση που η υποχρέωση δημοσίευσης των προβλεπόμενων τιμών παραμείνει, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) θεωρεί απολύτως αναγκαία την τροποποίηση του άρθρου 138 και τη μετάθεση της υποχρέωσης ανακοίνωσης των Προμηθευτών στην ιστοσελίδα τους έως την 25η του προηγούμενου μήνα (Μ-1) πριν από το μήνα εφαρμογής (Μ) των τιμών των κυμαινόμενων τιμολογίων, το οποίο θα ισχύει για όλη τη διάρκεια των έκτακτων ρυθμίσεων. Η ρύθμιση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα τη σχετική μείωση του ασφάλιστρου κινδύνου, εφόσον η πρόβλεψη μερικές ημέρες πριν τον μήνα (Μ) εφαρμογής, μπορεί να είναι πιο ακριβής και ασφαλής.
Η εν λόγω προτεινόμενη τροπολογία δεν στερεί το δικαίωμα του καταναλωτή (α) για την εκ των προτέρων εκτίμηση του κόστους του για την κάλυψη των ενεργειακών του αναγκών και (β) για την αλλαγή Προμηθευτή αφού σύμφωνα με το Εγχειρίδιο Εκπροσώπησης Μετρητών και Περιοδικής Εκκαθάρισης (αρ. 7, παρ. 6) τόσο η αλλαγή εκπροσώπησης Τηλεμετρούμενων Μετρητών Φορτίου όσο και η αλλαγή εκπροσώπησης Μη Τηλεμετρούμενων Μετρητών Φορτίου, υπό την προϋπόθεση ότι η ένδειξη του Μετρητή Φορτίου βρίσκεται εντός αποδεκτών ορίων, υλοποιείται εντός 2 (δύο) ημερών από την υποβολή της δήλωσης εκπροσώπησης.
Επιπλέον, η πιο ακριβής πρόβλεψη του κόστους των αναγκαίων ενεργειακών προϊόντων από τους Προμηθευτές, διευκολύνει την ορθή διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης ώστε να μην απαιτείται η δέσμευση μεγάλων ποσών για την κάλυψη του ενεργειακού κόστους από τον κρατικό προϋπολογισμό. Συνεπώς η εν λόγω τροποποίηση λειτουργεί προς το συμφέρων όλων.
Κλείνοντας, επισημαίνουμε και πάλι την επιτακτική ανάγκη λήψης μέτρων για την ενίσχυση της ρευστότητας των ενεργειακών αγορών και την προστασία της ακεραιότητας του κλάδου, μέτρα τα οποία προβλέπονται με σαφήνεια στο σχέδιο «REPowerEU» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αντιμετώπιση των «έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων» της ενεργειακής κρίσης και του υπαρκτού κινδύνου πλήρους αποσταθεροποίησης της αγοράς ενέργειας με δυσμενείς επιπτώσεις για το σύνολο των καταναλωτών και της οικονομίας.
Επαναλαμβάνουμε τις βασικές μας προτάσεις:
1. Δυνατότητα διακανονισμού της καταβολής των ρυθμιζόμενων χρεώσεων στους Διαχειριστές μέσω εκ νέου αναγνώρισης από τη ΡΑΕ της σκοπιμότητας θέσπισης μέτρων έκτακτου χαρακτήρα.
2. Οικονομικά αποδοτική διαχείριση των χρημάτων που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των αυξήσεων στις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, κατά τρόπο που συμβάλει τόσο στην ενίσχυση των καταναλωτών όσο και στην ανάσχεση της διόγκωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών και των σχετικών επισφαλειών των Προμηθευτών.
3. Προκαταβολή τουλάχιστον σε ποσοστό 75%, του εκτιμώμενου ποσού των επιδοτήσεων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου εκάστου μήνα εφαρμογής του μέτρου ή εκκαθάριση των επιδοτούμενων ποσών σε εβδομαδιαία βάση.
4. Χορήγηση ρευστότητας μέσω της παροχής κρατικών εγγυήσεων για τον βραχυπρόθεσμο δανεισμό των Προμηθευτών από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, για όσο διάστημα διαρκέσει η κρίση.
5. Σαφή ρύθμιση του πλαισίου που αφορά την αλλαγή Προμηθευτή ενέργειας και τη διεκδίκηση εκ μέρους των Προμηθευτών των ληξιπρόθεσμων οφειλών (τέως) πελατών τους.
Ο Σύνδεσμος μας, οι Εταιρείες-Μέλη του οποίου εκπροσωπούν περισσότερους από 1,5 εκ. καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές συνθήκες, διατυπώνει προτάσεις για την κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη διαχείριση της πρωτόγνωρης αυτής ενεργειακής κρίσης, με στόχο τόσο τη στήριξη των καταναλωτών όσο και την προστασία της ακεραιότητας της ενεργειακής αγοράς.