Εν μέσω αναμονής για το πρόγραμμα επιδότησης των φωτοβολταϊκών στις στέγες που σύμφωνα με πληροφορίες αναμένεται να ξεκινήσει αυτή την εβδομάδα η συζήτηση στρέφεται γύρω από τη διάρκεια των επιδοτήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα. Αύριο αναμένεται οι πάροχοι να ανακοινώσουν τα τιμολόγια ρεύματος για το μήνα Μάιο. Η Ελλάδα από την αρχή του Απριλίου είχε μαζί με την Ιταλία την υψηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος στην Ε.Ε όμως πλέον βρίσκεται πίσω από την Ιταλία, τη Μάλτα, τη Πολωνία και την Ιρλανδία.
Από το υπουργείο Ενέργειας αναφέρουν πως δεν έχει αλλάξει κάτι στο σχεδιασμό που αφορά τις επιδοτήσεις. Δεν αποκλείεται βέβαια εάν ο μέσος όρος πέσει κάτω από τα 12 λεπτά ανα κιλοβατώρα να δούμε να σταματούν οι επιδοτήσεις. Μέχρι τότε όμως στόχευση είναι, όπως τους προηγούμενους μήνες, να υπάρχει διατήρηση των τιμολογίων στα 15-19 λεπτά ανα κιλοβατώρα και βέβαια παραμένει το μοντέλο με τη διαβάθμιση στις επιδοτήσεις. Από τις 500 κιλοβατώρες και πάνω η επιδότηση συνδέεται και με τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.
Ενδιαφέρον πάντως έχει το γεγονός πως το υπουργείο παρακολουθεί τις αναλύσεις που κάνουν λόγο για άνοδο των τιμών στο φυσικό αέριο από τον Αύγουστο και μετά. Οπότε και σύμφωνα με πληροφορίες δεν αποκλείεται να δούμε παράταση των μέτρων για όλο το χρόνο. Παράλληλα, το ΥΠΕΝ παρακολουθεί τις εξελίξεις και σε σχέση με το ενδεχόμενο ενός μπλακ-αουτ στη χώρα, μετά και τα καμπανάκια από τους αρμόδιους φορείς. Ωστόσο, εκτιμάται πως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα για τη χώρα.
Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε πτώση της ζήτησης με τις μονάδες ΑΠΕ, να καταλαμβάνουν το 48% του ενεργειακού μείγματος, ασκώντας έτσι πίεση προς τα κάτω στις τιμές χονδρικής. Θα ήταν ακόμα πιο μεγάλες εάν ο ΑΔΜΗΕ υπό το φόβο μιας αναταραχής στο ενεργειακό σύστημα δεν προχωρούσε σε περικοπές. Οι μονάδες φυσικού αερίου κάλυψαν το 33% της ζήτησης, ενώ η λιγνιτική παραγωγή, κάλυψε μόλις το 6% της ζήτησης ηλεκτρισμού. Να σημειωθεί πως σύμφωνα με τον ΔΕΣΦΑ, «κατά το διάστημα Ιανουάριος – Μάρτιος 2023, η εγχώρια κατανάλωση φυσικού αερίου μειώθηκε σημαντικά κατά 33,92%, αγγίζοντας τις 12,39 Τεραβατώρες (TWh), από 18,74 TWh στην αντίστοιχη περσινή περίοδο. Oι εξαγωγές διατηρήθηκαν σε υψηλά επίπεδα και ανήλθαν σε περίπου 5,68 ΤWh, σημειώνοντας υπερδιπλάσια αύξηση (+120,05%) συγκριτικά με την αντίστοιχη ποσότητα του α’ τριμήνου 2022 (2,58 TWh), ποσότητα που αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τρίτο (31,32%) της συνολικά διακινηθείσας ποσότητας».