Στη δεύτερη θέση ακολουθεί η Metlen, η οποία εδραιώνει την παρουσία της, κυρίως στην Υψηλή Τάση. Ωστόσο, στις επιμέρους κατηγορίες καταναλωτών, η εικόνα διαφοροποιείται, με τις δύο εταιρείες να εναλλάσσονται στην πρώτη θέση. Συγκεκριμένα, η ΔΕΗ ηγείται στη Χαμηλή και τη Μέση Τάση, ενώ η Metlen διατηρεί σταθερά την πρωτοκαθεδρία στην Υψηλή Τάση, όπου προμηθεύει τη μεγαλύτερη ενεργοβόρα βιομηχανία της χώρας, την Αλουμίνιον της Ελλάδος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου δελτίου ενέργειας του ΑΔΜΗΕ, η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας παρουσίασε πτώση τον Ιανουάριο, ενώ καταγράφηκε σημαντική αύξηση των εξαγωγών για δεύτερο συνεχόμενο μήνα. Παράλληλα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε αξιοσημείωτη άνοδο.
Στην ανάλυση των μεριδίων αγοράς, η ΔΕΗ παραμένει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της αγοράς, κατέχοντας το 51,45% του συνόλου. Ακολουθεί η Metlen με 16,84%, ποσοστό στο οποίο συνυπολογίζεται και το 1,16% της Volterra. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Ήρων με 10,95%, ενώ την πεντάδα συμπληρώνουν η Elpedison με 5,86% και η NRG με 4,45%. Στις υπόλοιπες εταιρείες, το Φυσικό Αέριο κατέχει 3,36%, η Ζενίθ 3,01%, ενώ η Volton περιορίζεται στο 1,24%. Οι εναπομείνασες εταιρείες κατανέμονται στο 1,68% της αγοράς, με μερίδια κάτω του 1% για κάθε μία.
Στην Υψηλή Τάση, η Metlen κυριαρχεί με 38,5%, ενισχυμένο από το 0,95% της Volterra, καθώς τροφοδοτεί μεγάλες βιομηχανίες, με σημαντικότερη την Αλουμίνιον της Ελλάδος. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η ΔΕΗ με 26,9%, ακολουθούμενη από την Ήρων με 22,5% και την Elpedison με 10,5%, ενώ οι υπόλοιποι πάροχοι μοιράζονται το 1,5% της αγοράς.
Στη Μέση Τάση, όπου περιλαμβάνονται κυρίως εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις, η ΔΕΗ διατηρεί την πρωτοκαθεδρία με 34,7%, ενώ η Metlen ακολουθεί με 18,6%, συνυπολογίζοντας το 3,5% της Volterra. Η Ήρων καταλαμβάνει 16,6%, το Φυσικό Αέριο 8,2%, η NRG 7,8%, ενώ η Elpedison κατέχει 6,3%. Το υπόλοιπο 4,3% κατανέμεται σε μικρότερους παρόχους.
Στη Χαμηλή Τάση, που περιλαμβάνει τους οικιακούς καταναλωτές και τις μικρές επιχειρήσεις, η ΔΕΗ κυριαρχεί απόλυτα με μερίδιο 61,8%, ενώ ακολουθούν η Metlen με 11,4%, συμπεριλαμβανομένου του 0,54% της Volterra, η Ήρων με 6,7%, η Elpedison με 4,7%, η NRG με 4,4% και η Ζενίθ με 4,2%. Οι υπόλοιποι πάροχοι μοιράζονται το 6,8%, με κανέναν να μην ξεπερνά το 3% ατομικά.
Στον τομέα της συμβατικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η ΔΕΗ κατέχει το 51,81%, ενώ η Metlen ακολουθεί με 24,59%. Η Elpedison αντιπροσωπεύει το 11,47%, η Ήρων το 6,10%, ενώ η Κόρινθος Power κατέχει 5,47%. Ο νέος σταθμός Θερμική Κομοτηνής, που ανήκει στην Motor Oil και την ΤΕΡΝΑ, εμφανίζεται για πρώτη φορά στη στατιστική του ΑΔΜΗΕ με μερίδιο 0,56% (17,16 GWh), καθώς βρίσκεται ακόμα σε δοκιμαστική λειτουργία.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σημείωσε σημαντική άνοδο, φτάνοντας τις 4.819 GWh, αύξηση 10,17% σε ετήσια βάση, ενώ η συνολική ζήτηση διαμορφώθηκε στις 4.438 GWh, σημειώνοντας πτώση 2,17% σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2024. Η παραγωγή ξεπέρασε τη ζήτηση, οδηγώντας σε αύξηση των εξαγωγών κατά 64,82%, ενώ οι εισαγωγές περιορίστηκαν κατά 43,86%.
Η μεγαλύτερη αύξηση παραγωγής προήλθε από τις μονάδες φυσικού αερίου, που κατέγραψαν άνοδο 60,77%, ενώ ακολούθησαν οι λιγνιτικές μονάδες, με αύξηση 30,60%. Αντίθετα, η παραγωγή από ΑΠΕ που είναι συνδεδεμένες στο δίκτυο του ΑΔΜΗΕ μειώθηκε κατά 24,07%, λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, ενώ σημαντική μείωση 29,15% σημείωσε και η υδροηλεκτρική παραγωγή.
Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο, που αφορά καταναλωτές Χαμηλής και Μέσης Τάσης, καλύπτει το 82,3% της συνολικής κατανάλωσης, ενώ οι βιομηχανίες Υψηλής Τάσης απορρόφησαν το 12,7%. Συγκριτικά με τον Ιανουάριο του 2024, η ζήτηση από το δίκτυο μειώθηκε κατά 2,33%, ενώ οι μεγάλες βιομηχανίες κατέγραψαν πτώση 2,12%. Η μέγιστη συνολική ζήτηση καταγράφηκε στις 8.319 MW, στις 8:00 το βράδυ της 14ης Ιανουαρίου, ενώ η ελάχιστη ζήτηση σημειώθηκε στις 5:00 τα ξημερώματα της 2ας Ιανουαρίου, πέφτοντας στα 4.097 MW.
Η εικόνα του Ιανουαρίου δείχνει μια αγορά σε δυναμική εξέλιξη, με τη ΔΕΗ να διατηρεί την κυριαρχία της, τη Metlen να κερδίζει έδαφος στις μεγάλες καταναλώσεις, αλλά και μια τάση ενίσχυσης της παραγωγής και των εξαγωγών σε συνθήκες μειωμένης ζήτησης.