Αναλυτές προειδοποιούν πως η ενεργειακή κρίση θα πλήξει τη μεταποίηση, ενώ μπορεί να καταστήσει αδύνατο για τις μεγάλες εταιρείες να διατηρήσουν ανοιχτές τις γραμμές παραγωγής.
Τον περασμένο μήνα η γερμανική κυβέρνηση δημιούργησε μια ομάδα εμπειρογνωμόνων με σκοπό να βρει τον βέλτιστο τρόπο μείωσης των τιμών του φυσικού αερίου. Το 40% του φυσικού αερίου χρησιμοποιείται από νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις, το υπόλοιπο χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και από μεγάλες επιχειρήσεις, τονίζει σε έκθεση της η επιτροπή. Μέχρι στιγμής, η βιομηχανία μείωσε έως και το ένα τέταρτο τη χρήση ενέργειας.
Ωστόσο, ο πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Χημικής Βιομηχανίας (VCI), Markus Steilemann, προειδοποίησε ότι η χώρα μπορεί να γίνει «βιομηχανικό μουσείο» εάν οι συνθήκες συνεχίσουν να χειροτερεύουν. Υποστήριξε ότι απαιτούνται τεράστιες ποσότητες χάλυβα για την κατασκευή ανεμογεννητριών και ότι η Γερμανία κινδυνεύει με συχνές ελλείψεις ηλεκτρικής ενέργειας επειδή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι ανεπαρκείς για να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας. Επεσήμανε μάλιστα πως η γερμανική βιομηχανία χάλυβα βρίσκεται ήδη υπό σοβαρή απειλή και ότι τα εργοστάσια κλείνουν σε ολόκληρη τη χώρα λόγω του υπερβολικού ενεργειακού κόστους.
Στην Ιταλία, σε έκθεση της η Γενική Συνομοσπονδία Ιταλικής Βιομηχανίας εκτίμησε πως η άνοδος των τιμών της ενέργειας σημαίνει ότι οι ιταλικές εταιρείες θα πληρώσουν 110 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα το 2022 σε σχέση με πριν την πανδημία, εκ των οποίων τα 55,6 δισεκατομμύρια αφορούν την περίοδο Σεπτεμβρίου - Δεκεμβρίου. Μάλιστα ο επικεφαλής της ένωσης Ιταλών ξενοδόχων δήλωσε ότι οι επιπτώσεις από την άνοδο των τιμών της ενέργειας είναι τόσο καταστροφικές για την τουριστική βιομηχανία όσο καταστροφικές ήταν οι συνέπειες της πανδημίας και κάλεσε την ΕΕ να παρέμβει.