Το ότι ένας πρόεδρος των ΗΠΑ στις ενδιάμεσες εκλογές χάνει την πλειοψηφία στο Κογκρέσο είναι μάλλον ο κανόνας. Τώρα όμως Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι είναι τόσο πολωμένοι, που μια συνεργασία μοιάζει αδύνατη σε οποιοδήποτε επίπεδο.
Αυτό κάνει τα πράγματα για τον Μπάιντεν ιδιαίτερα δύσκολα σε περίπτωση που στο μέλλον το Κογκρέσο ελέγχεται πλήρως ή εν μέρει από τους Ρεπουμπλικάνους και οι οποίοι θα απειλούν ανοιχτά με κοινοβουλευτικές επιτροπές και βέτο.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, υπάρχουν καλές πιθανότητες οι Ρεπουμπλικάνοι να κατακτήσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και οι Δημοκρατικοί να διατηρήσουν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία. Αυτό θα ήταν ευχάριστο για τον Μπάιντεν, γιατί το κόμμα του Προέδρου συνήθως χάνει στις ενδιάμεσες εκλογές.
Εάν οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν το πάνω χέρι
Η μεγαλύτερη δυσκολία για τον Πρόεδρο θα ήταν, ότι δεν θα μπορούσε να περάσει σημαντικά νομοθετικά έργα από το Κογκρέσο και αυτό «γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι δεν θέλουν να έχει επιτυχίες και να βελτιώσει τον ισολογισμό του», λέει ο Γιοχάνες Τιμ, ειδικός σε θέματα ΗΠΑ από το Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική. Αυτό θα μπορούσε όμως να έχει συνέπειες πέρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή οι Ρεπουμπλικάνοι θα μπορούσαν για παράδειγμα να μπλοκάρουν τη βοήθεια προς την Ουκρανία, η οποία πρέπει να εγκριθεί από το Κογκρέσο.
Ένα άλλο σενάριο είναι, εάν οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν την πλειοψηφία και στα δύο σώματα. Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δύσκολο για τον Μπάιντεν. «Τότε θα έχει τρία προβλήματα, λέει ο Γιοχάνες Τιμ και εξηγεί: «Δεν θα μπορεί πλέον να περνάει νόμους, θα πρέπει να ασχολείται με τις εξεταστικές επιτροπές και δεν θα καταφέρει να περάσει και άλλες υποψηφιότητες στη Γερουσία». Σημαντικά πρόσωπα, όπως, πρεσβευτές, μέλη του υπουργικού συμβουλίου ή οι ομοσπονδιακοί δικαστές πρέπει να εγκριθούν από τη Γερουσία. Ο διορισμός των δικαστών είναι ιδιαίτερα σημαντικός, γιατί τα δυο κόμματα θεωρούν πως από αυτούς εξαρτάται «το πολιτικό μέλλον της», λέει και πάλι ο Γιοχάνες Τιμ.
Εάν οι Δημοκρατικοί έχαναν την ισχνή τους πλειοψηφία στη Γερουσία, πολλά πράγματα θα σταματούσαν και «αυτό σημαίνει καταρχάς αδυναμία μεταρρυθμίσεων», εξηγεί ο Τιμ, ενώ τονίζει ότι ο Μπάιντεν συνεχίζει να έχει εργαλεία στα χέρια του όπως είναι τα προεδρικά διατάγματα.
Η ισχνή πλειοψηφία των Δημοκρατικών
Προς το παρόν, οι Δημοκρατικοί του Μπάιντεν διαθέτουν ισχνή πλειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου και στη Γερουσία. Εκεί διαθέτουν 48 από τις 100 έδρες και σχεδόν πάντα μαζί τους ψηφίζουν δύο ανεξάρτητοι βουλευτές και την πλειοψηφία την κερδίζουν μόνο μέσω της ψήφου της Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Καμάλα Χάρις, η οποία είναι επίσης πρόεδρος της Γερουσίας και η οποία επιτρέπεται να ψηφίσει σε περίπτωση ισοψηφίας. Αν παρέμεναν έτσι τα πράγματα θα ήταν για τον Μπάιντεν μια πραγματική επιτυχία - δεδομένων των συνηθισμένων απωλειών για τον εκάστοτε πρόεδρο στις ενδιάμεσες εκλογές. Αυτό θα σήμαινε ότι ο Μπάιντεν θα μπορούσε να συνεχίσει όπως πριν, αλλά και αυτό δεν είναι πάντα εύκολο όπως απέδειξαν τα δύο τελευταία χρόνια.
«Ακόμη και με απλές πλειοψηφίες, ο Μπάιντεν δεν μπορεί να κυβερνήσει», λέει ο Τιμ. Κυρίως δυο βουλευτές του κόμματός του κάνουν δύσκολη τη ζωή του Μπάιντεν στη Γερουσία. Μπλόκαραν ένα τεράστιο επενδυτικό πρόγραμμα για το κλίμα και κοινωνικά ζητήματα που ο Μπάιντεν ήθελε να αφήσει ως κληρονομιά της προεδρίας του.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, το μέλλον προβλέπεται μάλλον δύσκολο για τον σημερινό Πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν.
Πηγή: DW