Στις 18 Ιουνίου, ο Γάλλος υπουργός Άμυνας Σεμπαστιάν Λεκορνύ ανακοίνωσε την πώληση 36 αυτοκινούμενων οβιδοβόλων Caesar στην Αρμενία.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε αμέσως έντονες αντιδράσεις από το Μπακού και τη Μόσχα με το υπουργείο Άμυνας του Αζερμπαϊτζάν να χαρακτηρίζει την πώληση ως ένα «προκλητικό» βήμα που θα μπορούσε να αναβιώσει την περιοχή ως «εστία πολέμου».
Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα επανέλαβε το αφήγημα του Αζερμπαϊτζάν, λέγοντας ότι «το Παρίσι προκαλεί έναν ακόμη γύρο ένοπλης αντιπαράθεσης στον Νότιο Καύκασο και το κάνει με διαφορετικούς τρόπους».
Το υπουργείο Εξωτερικών της Αρμενίας απέκρουσε την κριτική, εκδίδοντας ανακοίνωση στην οποία διαβεβαίωνε ότι «είναι κυριαρχικό δικαίωμα κάθε χώρας να διαθέτει έναν ετοιμοπόλεμο στρατό εξοπλισμένο με σύγχρονο στρατιωτικό υλικό».
Τις τελευταίες ημέρες, το υπουργείο Άμυνας του Αζερμπαϊτζάν ανέφερε αρκετές περιπτώσεις στις οποίες οι αρμενικές δυνάμεις φέρονται να χτύπησαν θέσεις του Αζερμπαϊτζάν κατά μήκος των συνόρων των δύο χωρών.
Το Ερεβάν έχει αρνηθεί τους ισχυρισμούς για την έναρξη οποιασδήποτε ανταλλαγής πυρών.
Ταυτόχρονα, αναφορές που εμφανίζονται σε κρατικά συνδεδεμένα μέσα ενημέρωσης στο Αζερμπαϊτζάν έχουν υπαινιχθεί το αυξανόμενο ενδεχόμενο αναζωπύρωσης της σύγκρουσης- ένα σχόλιο που δημοσιεύθηκε στις 22 Ιουνίου από το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων APA έθεσε το ενδεχόμενο ενός «τρίτου πολέμου στο Καραμπάχ».
«Η αρμενική ηγεσία, η οποία δεν έβγαλε κανένα συμπέρασμα από τις διαδοχικές ήττες της στον στρατιωτικό και διπλωματικό τομέα, έχει αρχίσει να επιδεικνύει μια μη εποικοδομητική προσέγγιση», ανέφερε το σχόλιο του APA. Στη συνέχεια, ξεχώριζε τη Γαλλία ως υπεύθυνη για την πρόκληση αντιπαράθεσης στον Καύκασο.
«Στον 21ο αιώνα, η Γαλλία, η οποία εξακολουθεί να έχει το καθεστώς ενός επαίσχυντου νεοαποικιακού κράτους, προσπαθεί να παίξει τον προβοκατόρικο ρόλο που παίζει σε παγκόσμια κλίμακα, στις διεργασίες στην περιοχή του Νοτίου Καυκάσου», σύμφωνα με το ΑΡΑ.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση του ΑPA, η έντονη αντίδραση του Αζερμπαϊτζάν συνδέεται με τη βαθιά αντιπάθεια του Μπακού για τη Γαλλία, η οποία έχει τις ρίζες της στην ισχυρή υποστήριξη του Παρισιού προς την Αρμενία καθ' όλη τη διάρκεια του αγώνα τριών δεκαετιών για τον έλεγχο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, μια σύγκρουση που έληξε στα τέλη του περασμένου έτους με την νίκη του Αζερμπαϊτζάν ενάντια στις αρμενικές δυνάμεις και την απομάκρυνση του αρμενικού πληθυσμού του Καραμπάχ.
Η αντίδραση αυτή συνδέεται επίσης με μια αλυσίδα γεγονότων από την έναρξη του 2024, κατά την οποία η Γαλλία και το Αζερμπαϊτζάν ανταγωνίζονται εκ περιτροπής η μία την άλλη. Τον Μάρτιο, για παράδειγμα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν υποδέχτηκε τον Αρμένιο πρωθυπουργό Νικολ Πασινιάν στο Παρίσι, προσφέροντας σαφή πολιτική υποστήριξη στην εδαφική ακεραιότητα της Αρμενίας και στις προσπάθειές της να βελτιώσει τις σχέσεις της με τη Δύση.
Το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο αντιδρούσε σε αυτό που αντιλαμβανόταν ως περαιτέρω ανάμειξη στην ειρηνευτική διαδικασία του Καραμπάχ, φέρεται να βοήθησε στην υποκίνηση του αισθήματος ανεξαρτησίας που οδήγησε σε βίαιες διαδηλώσεις τον Μάιο στη γαλλική αποικία της Νέας Καληδονίας στον Ειρηνικό. Το Μπακού αρνήθηκε τους γαλλικούς ισχυρισμούς περί ανάμειξης, αλλά τα αζέρικα μέσα ενημέρωσης άρχισαν να επιτίθενται στη «νεοαποικιακή» συμπεριφορά της Γαλλίας.
Ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ φάνηκε να καταφέρεται με ύφος κατά της Γαλλίας νωρίτερα τον Ιούνιο, όταν έθεσε το ενδεχόμενο να δημιουργήσει το Αζερμπαϊτζάν ένα αναπτυξιακό ταμείο για να βοηθήσει τα μικρά νησιωτικά έθνη.
Η πώληση του οβιδοβόλου μπορεί να θεωρηθεί ως ανταπόδοση της Γαλλίας στο Μπακού. Αλλά μια διαμάχη που μέχρι τώρα περιοριζόταν κυρίως σε λεκτικές αιχμές έχει φτάσει σε σημείο όπου, αν δεν γίνει σωστή διαχείριση, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πραγματική εκτόξευση σφαιρών στον Καύκασο, επηρεάζοντας και την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.