Βασικά σημεία της ομιλίας του υφυπουργού Ενέργειας στο συνέδριο Renewable & Storage Forum
Τις βασικές προτεραιότητες της ενεργειακής πολιτικής παρουσίασε ο υφυπουργός Ενέργειας, κ. Γεράσιμος Θωμάς κατά την ομιλία του στο συνέδριο Renewable & StorageForum.
Όπως τόνισε ο κ Θωμάς, «Βούληση της ελληνικής κυβέρνησης είναι να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για να γίνει η χώρα μας πρωτοπόρος στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και στον τομέα της πράσινης ανάπτυξης». Βασικός πυλώνας της ενεργειακής στρατηγικής θα είναι το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που καταρτίζεται και θα υποβληθεί προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο τέλος του έτους. Παράλληλα, θα καταρτιστεί και θα εγκριθεί ο οδικός χάρτης για την Μακροπρόθεσμη Στρατηγική για το 2050.
«Ο πρώτος άξονας για τον οποίο έχουν ληφθεί αποφάσεις για την επόμενη δεκαετία είναι η πλήρης απολιγνιτοποίηση έως το 2028, όπως ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός από το βήμα του ΟΗΕ. Ο στόχος αυτός είναι αδιαμφισβήτητά φιλόδοξος, συμβαδίζει όμως πλήρως με τις διεθνείς ενεργειακές εξελίξεις και κατατάσσει την Ελλάδα στην εμπροσθοφυλακή της ενεργειακής μετάβασης. Είναι κάτι το οποίο αρχίζουν να μιμούνται οι εταίροι μας και να κάνουν τα προγράμματα απολιγνιτοποίησής τους πιο εμπροσθοβαρή. Η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2028 θα γίνει με τρόπο συντεταγμένο και υπεύθυνο. Η ασφάλεια εφοδιασμού και η επάρκεια του ενεργειακού συστήματος θα βρίσκονται στο επίκεντρο του εγχειρήματος. Οι λόγοι που καθιστούν σήμερα την απολιγνιτοποίηση επιτακτική ανάγκη είναι όχι μόνο οικονομικοί -λόγω της αυξητικής πορείας των τιμών εκπομπών ρύπων-, αλλά και περιβαλλοντικοί λόγω της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής». Όπως υπογράμμισε ο κ. Θωμάς, η ΔΕΗ πέρυσι είχε ζημίες 200 εκατ. ευρώ από τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων λόγω της εξέλιξης της τιμής των εκπομπών ρύπων και φέτος οι ζημίες αναμένεται να είναι μεγαλύτερες.
«Θα πρέπει να θυμηθούμε όλοι –συνέχισε ο υφυπουργός Ενέργειας- ότι είχε δρομολογηθεί και είχε επιβεβαιωθεί στις αρχές του χρόνου με το υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ το κλείσιμο πολλών μονάδων μέσα στα επόμενα χρόνια. Δυστυχώς όμως είχε υστερήσει η απαραίτητη προετοιμασία για την μεταλιγνιτική περίοδο είτε σε κεντρικό είτε σε τοπικό επίπεδο. Αυτό θα προσπαθήσουμε να το επισπεύσουμε και να καλύψουμε το κενό που είχε δημιουργηθεί και είμαστε σίγουροι ότι θα το επιτύχουμε. Για την Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη θα εκπονηθεί ένα masterplanπου θα αγκαλιαστεί από όλη την κυβέρνηση, από το υπουργείο όχι μόνο το δικό μας αλλά και από τα υπουργεία Εργασίας, Μεταφορών, Οικονομικών, θα έχει επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα για τις περιοχές αυτές και θα αντλήσει πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, ένα νέο εργαλείο που θα λειτουργεί συμπληρωματικά των υπόλοιπων χρηματοδοτικών εργαλείων που υπάρχουν και πρέπει να αξιοποιηθούν».
Ο κ. Θωμάς αναφέρθηκε στη συνέχεια στον άξονα της ενεργειακής αποδοτικότητας, που συνδέεται με τις δράσεις περιορισμού της ζήτησης για ενέργεια και θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στο πώς θα διαμορφωθεί η ενεργειακή παραγωγή στη χώρα μετά την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων. «Απαιτείται ένας συνδυασμός κανονιστικών παρεμβάσεων και χρηματοδοτικών εργαλείων για να μειώσουμε την ενέργεια που χρειάζεται, κυρίως στα κτίρια που είναι υπεύθυνα για ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των ρύπων Δρομολογούμε ένα αισιόδοξο και φιλόδοξο πρόγραμμα ενεργειακής αποδοτικότητας για κτίρια δημόσια και ιδιωτικά. Προωθούμε νομοθετική ρύθμιση στο πρόγραμμα «ΗΛΕΚΤΡΑ» για τα δημόσια κτίρια που θα ανοίξει την πόρτα ώστε η ενεργειακή αποδοτικότητα να επιτυγχάνεται μέσω ESPOs (Εταιρείες Παροχής Ενεργειακών Υπηρεσιών), με αυξημένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα θα ανοίξουν αντίστοιχα προγράμματα ενεργειακής αποδοτικότητας για τη βιομηχανία, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τις ενεργειακές κοινότητες. Μεριμνούμε ώστε τα χρήματα που θα διοχετευθούν στα προγράμματα αυτά να έχουν καλύτερη στόχευση και μεγαλύτερη μόχλευση, ώστε να έχουμε πολύ καλύτερα αποτελέσματα.
Περνώντας στο θέμα των ΑΠΕ, ο κ, Θωμάς υπογράμμισε τον στόχο για αύξηση των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας στο 35% (έναντι προηγούμενου στόχου 31%). Αυτό μεταφράζεται σε εγκατάσταση επιπλέον 9.000 ΜW ΑΠΕ και ποσοστό ηλεκτροπαραγωγής που θα ξεπερνά 60% σε βάθος δεκαετίας. Όπως είπε, «Θα πρέπει να δημιουργηθούν όλες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν αυτή την άνοδο. Η απλοποίηση των αδειοδοτήσεων είναι ο κεντρικός άξονας. Οι πρώτες νομοθετικές ρυθμίσεις θα έρθουν τις επόμενες δυο εβδομάδες για πράγματα που είναι ώριμα. Το δεύτερο νομοθετικό πακέτο θα έρθει στις αρχές του 2020 και το τρίτο προς το τέλος του πρώτου τριμήνου. Θα δώσουμε έμφαση τόσο στα μεγάλα όσο και στα μικρά έργα και στα εργαλεία του repowering και του redesign που μπορούν να επιτύχουν άμεσα αποτελέσματα.
Το δεύτερο συνοδευτικό της αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ είναι οι διασυνδέσεις και τα συστήματα αποθήκευσης. «Ο,τι έργα αφορούν στην αποταμίευση ενέργειας που μπορούν να προχωρήσουν άμεσα και με λογικό κόστος θα τα προωθήσουμε. Παράλληλα, θα στηρίξουμε την εξέλιξη projects και τεχνικών που θα μας βοηθήσουν σε βάθος χρόνου. Η γρήγορη απολιγνιτοποίηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς το φυσικό αέριο που θα διαδραματίσει τον ρόλο του μεταβατικού καυσίμου. Οι νέες μονάδες που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί θα προχωρήσουν με νέα δυναμική και η προοπτική άμεσης ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ Υποδομών θα δώσει νέα δυναμική στις επενδύσεις στο δίκτυο φυσικού αερίου».
Όσον αφορά στα δίκτυα, ο κ Θωμάς έκανε ειδική μνεία στην απόφαση για μερική ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ. Ο εκσυγχρονισμός και οι επενδύσεις του δικτύου διανομής είναι σημαντικό εργαλείο για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός, να προχωρήσει η ψηφιοποίηση του δικτύων. Γι΄ αυτό εντός του 2020 η κυβέρνηση και η ΔΕΗ θα λάβουν τις αποφάσεις για την είσοδο των ιδιωτικών κεφαλαίων στον ΔΕΔΔΗΕ και πώς θα προχωρήσουμε και εκεί σε ένα φιλόδοξο και εμπροσθοβαρές επενδυτικό πρόγραμμα.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο υφυπουργός Ενέργειας αναφέρθηκε στον ρόλο της Ελλάδας ως ενεργειακό κόμβο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όχι μόνο ως χώρα διαμετακόμισης του φυσικού αερίου, αλλά ως πρωταγωνιστής στις αγορές ενέργειας. Όπως είπε, στις χώρες των Βαλκανίων βόρεια της Ελλάδος, το 40% των ενεργειακών υποδομών είναι πεπαλαιωμένο. Επομένως θα είναι σημαντικό για τη χώρα μας που θα αναπτύξει μεγάλο δυναμικό ΑΠΕ να έχει και δυνατότητα εξαγωγών ενέργειας και όχι μόνο εισαγωγών.