Έρχονται νέες ανατιμήσεις το νέο έτος, σε προϊόντα διατροφής, σε άλλα είδη βασικής ανάγκης αλλά και σε υπηρεσίες, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών όπως και των μεταφορικών.
Σύμφωνα με τους λιανέμπορους, οι αυξήσεις εκτιμούνται έως και άνω των 10% σε βασικούς κωδικούς προϊόντων ενώ η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι Market pass και καλάθι του νοικοκυριού θα βάλουν φρένο στο ράλι των ανατιμήσεων, κάτι που φαίνεται δύσκολο να επιτευχθεί, μιας και οι προβλέψεις για το νέο έτος κάνουν λόγο για αυξήσεις των τιμών σε τουλάχιστον 500 προϊόντα.
Ανάμεσα στα προϊόντα που θα ανατιμηθούν βρίσκονται για ακόμη μία φορά τρόφιμα που έχουν ήδη υποστεί σημαντικές αυξήσεις τους προηγούμενους μήνες. Όπως τυροκομικά, ελαιόλαδο, αναψυκτικά, γιαούρτι και ζυμαρικά.
Αυξήσεις αναμένονται και σε καθαριστικά για το σπίτι, απορρυπαντικά, βρεφικές πάνες αλλά και είδη προσωπικής υγιεινής όπως σαμπουάν. Επίσης σε συσκευασμένα προϊόντα όπως κονσέρβες αλλά και φρυγανιές, μπισκότα και ρύζι.
Την ίδια στιγμή στα μέσα Φεβρουάριο αναμένεται να ανοίξει η πλατφόρμα για την υποβολή αιτήσεων για το market pass, την ενίσχυση δηλαδή του 10% των αγορών των δικαιούχων καταναλωτών σε σούπερ μάρκετ και καταστήματα τροφίμων.
Οι πρώτες πληρωμές υπολογίζεται να γίνουν στα τέλη του ίδιου μήνα ενώ το μέτρο θα διαρκέσει για έξι μήνες.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η ακρίβεια όχι μόνο δεν μετριάζεται, αλλά, με βάση τα αυξημένα τιμολόγια χονδρικής που έχουν φθάσει στα λογιστήρια των αλυσίδων από τους προμηθευτές, οι όποιες αποπληθωριστικές τάσεις θα καθυστερήσουν να φανούν στις τσέπες των καταναλωτών. Η εξήγηση γιαυτό είναι τα αποθέματα των προϊόντων τα οποία έχουν παραχθεί με σημαντικά υψηλό κόστος. Έτσι, όπως εκτιμάται, ακόμη και στην περίπτωση που η αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό της ενέργειας συνεχιστεί (σε «τεχνικό», ή μη, επίπεδο), το στοκ των ακριβότερων καταναλωτικών προϊόντων δεν αφήνει περιθώρια μειώσεων στις τιμές για αρκετό διάστημα.
Σε ό,τι αφορά στις υπηρεσίες, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υπηρεσιών φαίνεται ότι, σε γενικές γραμμές, συγκράτησαν τις τιμές τους, το 2022, καθώς το 16,7% αυτών προχώρησε σε αυξήσεις τιμών, έναντι του 10,9% που μείωσε τις τιμές του και του 72% που τις διατήρησε σταθερές, αλλά οι δηλώσεις στελεχών το τελευταίο διάστημα δείχνει ότι η απορρόφηση του αυξημένου κόστους δεν μπορεί να συνεχιστεί εσαεί.
Υπενθυμίζεται ότι η ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος προβλέπει διατήρηση της ακρίβειας για τουλάχιστον 2 χρόνια ακόμη.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση, ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο και το 2023, ενώ το 2024 αναμένεται να είναι σχεδόν διπλάσιο από το όριο που θέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι, η ακρίβεια στην Ελλάδα αποκτά χαρακτηριστικά μονιμοποίησης, σε μια περίοδο που τα νοικοκυριά «βλέπουν» το πραγματικό τους εισόδημα να εξανεμίζεται.