Η μέση πανελλαδική τιμή της αμόλυβδης, με βάση τα τελευταία στοιχεία (13 Αυγούστου) του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων του ΥΠΑΝ, βρίσκεται μια ανάσα πριν τα δύο ευρώ και συγκεκριμένα στο 1,962 ευρώ το λίτρο.
Είναι σαφές ότι όσοι έχουν μετακινηθεί για τις αυγουστιάτικες διακοπές, που την εβδομάδα αυτή βρίσκονται στην κορύφωσή τους, βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη. Έτσι, το επόμενο διάστημα και στην Αττική τα 2 ευρώ αναμένεται να αποτελέσουν βασική τιμή σε πολλά πρατήρια, την ώρα που η μέση πανελλαδική τιμή, της βενζίνης 95 οκτανίων, είναι, στα 1,962 ευρώ/ λίτρο (τιμές με βάση το Παρατηρητήριο Τιμών Υγρών Καυσίμων του Υπουργείου Ανάπτυξης).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αττική, η μέση τιμή, με βάση τα στοιχεία της 30ης Ιουνίου, δηλαδή έναμιση μήνα πρίν, ήταν στα 1,864 ευρώ/ λίτρο για τη βενζίνη 95 οκτανίων, 2,049 ευρώ/λίτρο για τη βενζίνη 100 οκτανίων, 1,580 ευρώ/λίτρο για το ντίζελ κίνησης και 0,796 ευρώ/λίτρο για το υγραέριο. Μέσα σε ενάμιση μήνα η μέση τιμή στην Αττική για την αμόλυβδη 95 οκτανίων είναι στα 1,92 ευρώ/λίτρο και αντίστοιχα οι λοιποί τύποι καυσίμων είναι στα 2,122 η βενζίνη 100 οκτανίων, 1,708 το ντίζελ κίνησης και 0,787 το υγράεριο.
Ήδη, βέβαια, σε κάποιες περιοχές της χώρας, ειδικά σε τουριστικές περιοχές και νησιά η αμόλυβδη 95 οκτανίων ξεπερνά τα 2 ευρώ φτάνοντας, τα 2,15 σε κάποια πρατήρια φτάνοντας και τα 2,40. Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τις τιμές της 13ης Αυγούστου η ακριβότερη τιμή βενζίνης 95 οκτανίων είναι 2,21 ευρώ/ λίτρο στις Κυκλάδες και 2,12 ευρώ/ λίτρο στα Δωδεκάνησα.
Πάνω από 2 ευρώ πληρώνουν οι οδηγοί την αμόλυβδη, εκτός από τα Δωδεκάνησα και τις Κυκλάδες σε άλλους 13 νομούς της χώρας και ειδικότερα στους νομούς Αιτωλοακαρνανίας, Ευρυτανίας, Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρέθυμνου, Χανίων, Κέρκυρας, Κεφαλονιάς, Λέσβου, Λευκάδας, Μαγνησίας, Σάμου, Φωκίδας
Πέρα, από το εποχικό φαινόμενο, λόγω ζήτησης στην Ελλάδα, και η εικόνα διεθνώς είναι δυσμενής, καθώς και οι διεθνείς τιμές ανεβαίνουν αλλά και βέβαια στο βόρειο ημισφαίριο η ζήτηση είναι ανοδική λόγω των διακοπών.
Επίσης, η διεθνής αγορά αντιμετωπίζει ελλείψεις λόγω των απροσδόκητων προβλημάτων σε πολλά διυλιστήρια, καθώς και των μειωμένων αποθεμάτων σε κύρια αποθεματικά κέντρα όπως αυτά του Κόλπου του Μεξικού και της Σιγκαπούρης.
Τα χαμηλά αποθέματα και η αυξημένη ζήτηση σε περιοχές-κλειδιά έχουν οδηγήσει σε αύξηση των τιμών ανά τον κόσμο. Στην Ευρώπη, οι τιμές της βενζίνης αυξάνονται πιο γρήγορα από τις αντίστοιχες του αργού, κάτι που αποτυπώνεται ήδη στις αντλιες των πρατηριων.
Η εικόνα αυτή βασίζεται, εν πολλοίς και στην διεθνή εικόνα της αγοράς. Δηλαδή, με τιμές εδώ και μέρες πάνω από 85 - 86 δολάρια/βαρέλι το μπρεντ στις διεθνείς αγορές, με άνοδο, δηλαδή, πάνω από 15% σε ένα μήνα, αλλά και ανάλογη αύξηση των τιμών Platts, οι αυξήσεις θεωρούνται αναπόφευκτες.
Έτσι, και πάλι η Ελλάδα, σε μέσους όρους, παραμένει σταθερά μεταξύ των τριών ακριβότερων χωρών της Ευρώπης στα καύσιμα μετά την Ολλανδία και τη Δανία.
Στο μεταξύ όπως προέβλεψε την περασμένη Παρασκευή ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), η υψηλή ζήτηση αναμένεται να ασκήσει περαιτέρω ανοδικές πιέσεις στις διεθνείς τιμές.
“Η ζήτηση πετρελαίου κλιμακώνεται σημειώντας υψηλά ρεκόρ, ενισχυμένη από τον μεγάλο αριθμό αεροπορικών ταξιδιών το καλοκαίρι, την αυξημένη χρήση πετρελαίου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την αυξανόμενη κινεζική πετροχημική δραστηριότητα”, ανέφερε ο IEA. “Τα αποθέματα αργού πετρελαίου και προϊόντων έχουν μειωθεί απότομα” και “τα ισοζύγια πρόκειται να σφίξουν περαιτέρω το φθινόπωρο”, πρόσθεσε.
Τον Ιούνιο, με βάση τα στοιχεία της ΙΕΑ, η παγκόσμια κατανάλωση αυξήθηκε για πρώτη φορά άνω των 103 εκατ. βαρελιών ημερησίων, χωρίς να αποκλείεται και μια νέα αύξηση τον Αύγουστο.
Ενόσω λοιπόν, η ζήτηση βαίνει αυξανόμενη και οι χώρες του OPEC+ μειώνουν σταθερά την παραγωγή, η αγορά πετρελαίου θα γίνεται ολοένα και πιο σφιχτή, εξηγεί ο διεθνής οργανισμός.
Τα στοιχεία της ΙΕΑ δείχνουν ότι, παρά το καμπανάκι κινδύνου για την Κλιματική Αλλαγή, η κατανάλωση του πετρελαίου είναι πιο ισχυρή από ποτέ. Μόνο η Κίνα, για παράδειγμα, ευθύνεται για το 70% της φετινής αύξησης στην παγκόσμια ζήτηση.
Από την άλλη πλευρά, πάντως, ένα “φρένο” αναμένεται να μπει το 2024, με την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης να περιορίζεται στο 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, χάρη στη βελτίωση της αποδοτικότητας των οχημάτων και στη χρήση ηλεκτρικών Ι.Χ.