Ημερίδα για το εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0

Ημερίδα για το εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0
Πέμπτη, 20/02/2025 - 08:56

Ευκαιρίες και προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ: Τι ακολουθεί για την Ελλάδα;

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (IOBE) διοργάνωσαν σήμερα στην Αθήνα ημερίδα για το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Ελλάδα 2.0), το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της πρωτοβουλίας NextGenerationEU.

Η ημερίδα ξεκίνησε με χαιρετισμό της κ. Νιόβης Ρίγκου, Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, η οποία αναφέρθηκε στο νέο οδικό χάρτη για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας στην Ευρώπη, την πυξίδα ανταγωνιστικότητας («Competitiveness Compass»), επισημαίνοντας ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει την ανταγωνιστικότητα στο επίκεντρο της οικονομικής της ατζέντας, για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην παγκόσμια αγορά και την κοινωνική ευημερία στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Επίσης, η κ. Ρίγκου σημείωσε ότι «περισσότερα από 18 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν ήδη εκταμιευθεί για την Ελλάδα στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» και τόνισε ότι: "είναι κρίσιμο να επιταχυνθεί ο ρυθμός υλοποίησης του εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκαιρη ολοκλήρωσή του."

Την ημερίδα χαιρέτισε επίσης ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Nίκος Παπαθανάσης, ο οποίος αναφέρε: «Η ανταγωνιστικότητα αποτελεί τον πυρήνα της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας. Ως χώρα, έχουμε ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, την προσέλκυση επενδύσεων και τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό». Επιπλέον, επεσήμανε ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση - μια προσέγγιση που ενσωματώνει την καινοτομία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τη βιωσιμότητα, το ανθρώπινο κεφάλαιο και την οικονομική ολοκλήρωση, και η Ευρωπαϊκή Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας αποτελεί ένα φιλόδοξο σχέδιο. Τόνισε επίσης: «Το επερχόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο προσφέρει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να μελετήσουμε τη δομή και την κατανομή του προϋπολογισμού της ΕΕ για τη στήριξη των προτεραιοτήτων που θέτει η ανταγωνιστικότητα. Η προσαρμοστικότητα στις παγκόσμιες προκλήσεις, η αποτελεσματική χρήση των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ και η δέσμευση για μεταρρυθμίσεις αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες επιτυχίας. Σε μια εποχή παγκόσμιων προκλήσεων οφείλουμε, όλοι μαζί, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για την οικοδόμηση ενός ανταγωνιστικού, καινοτόμου και βιώσιμου μέλλοντος - ενός μέλλοντος που θα διασφαλίζει ότι η ΕΕ θα παραμείνει ηγέτης στην παγκόσμια οικονομία».

Στην εναρκτήρια ομιλία, ο κ. Declan Costello, Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (ECFIN), επισήμανε ότι η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία η οποία σημαδεύτηκε από μια εκτεταμένη οικονομική κρίση. Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Η ελληνική οικονομία σημείωσε σταθερή ανάπτυξη του ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους από το 2018, με το ποσοστό αύξησης να φθάνει το 9,2% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον μέσο όρο της ΕΕ, με ποσοστό 6,3% του ΑΕΠ». O κ. Costello ανέφερε επίσης, ότι «παρά τις ευνοϊκές εξελίξεις, η Ελλάδα χρειάζεται ακόμη να αντιμετωπίσει ένα ευρύ φάσμα διαρθρωτικών αδυναμιών. Για παράδειγμα, το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας παραμένει 17% κάτω από το επίπεδα του 2007 και παρά την ανοδική πορεία που σημειώνει, η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει ένα σημαντικό χάσμα παραγωγικότητας έναντι του μέσου όρου στην ΕΕ, γεγονός που επιβαρύνει τις προοπτικές ανάπτυξής της». Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Costello σημείωσε ότι στο μέλλον θα ήταν σημαντικό για την Ελλάδα να συνεχίσει τις προσπάθειες για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την αύξηση στο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό. Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Costello τόνισε ότι η Ελλάδα είναι σημαντικό να ολοκληρώσει τις εναπομείνασες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που εντάσσονται στο εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας, προκειμένου να αξιοποιηθεί όλη η διαθέσιμη χρηματοδότηση της ΕΕ.

Στη συνέχεια, στην κεντρική ομιλία της ημερίδας, ο κ. Άκης Σκέρτσος, Υπουργός Επικρατείας αναφέρθηκε στην μέχρι τώρα επιτυχημένη υλοποίηση του εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο έχει προσδώσει σημαντική ώθηση στην πρόοδο και στην ανάπτυξη της χώρας. Επιπλέον, επεσήμανε: «Έχουμε καθήκον να συνεχίσουμε να βελτιώνουμε την καθημερινότητα των πολιτών, με καλύτερα εισοδήματα, καλύτερη δημόσια υγεία και εκπαίδευση, και περισσότερες ευκαιρίες για καλές θέσεις εργασίας». Στη συνέχεια, κ. Σκέρτσος ανέφερε μερικά από τα πιο σημαντικά επιτεύγματα της παρούσας διακυβέρνησης, όπως η δημιουργία 500.000 νέων θέσεων εργασίας, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, και η επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας για τη χώρα. Περαιτέρω, τόνισε ότι η χώρα συνεχίζει να υλοποιεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την επίλυση διαχρονικών διαθρωτικών αδυναμιών, μεταξύ άλλων στον τομέα της δικαιοσύνης, της δημόσιας διοίκησης, και της εκπαίδευσης, καθώς και για την διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών, όπως για παράδειγμα τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος, στόχος ο οποίος κρίνεται πλέον ρεαλιστικός, χάρη στη ραγδαία πράσινη μετάβαση. Σε ό,τι αφορά στα επόμενα βήματα, ο κ. Σκέρτσος σημείωσε ότι: «Η φιλοδοξία μας δεν είναι απλώς να συγκλίνουμε με τα ευρωπαϊκά επίπεδα εισοδήματος, αλλά να ξεπεράσουμε τον μέσο όρο». Τέλος, ο κ. Σκέρτσος ανεφέρθηκε στην αρχιτεκτονική του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, χαρακτηρίζοντάς την ως κρίσιμη και καταλυτική, καθώς συνδέει τις δημόσιες επενδύσεις με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την αποτελεσματικότητά τους.

Στη συνέχεια ακολούθησε το πρώτο πάνελ με συζήτηση για τις προτεραιότητες ανταγωνιστικότητας για την ΕΕ και την Ελλάδα.

Ο κ. Luc Tholoniat, Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ECFIN), τόνισε ότι για πάνω από δύο δεκαετίες, η οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης δεν συμβαδίζει με άλλες μεγάλες οικονομίες. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι «η αύξηση στο κατά κεφαλήν πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα σε σχέση με το 2000, είναι σχεδόν διπλάσια στις ΗΠΑ από ό,τι στην ΕΕ». Επιπλέον, ο κ. Tholoniat τόνισε ότι «για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ απαιτείται πιο αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ των εθνικών και των κοινοτικών πολιτικών. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της ευθυγράμμισης των βιομηχανικών και ερευνητικών πολιτικών σε επίπεδο ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών και με τη θέσπιση κοινών προτεραιοτήτων ανταγωνιστικότητας σε επιλεγμένους βασικούς τομείς και έργα που θεωρούνται στρατηγικής σημασίας και κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος».

Το δεύτερο πάνελ εστίασε στην πράσινη μετάβαση, στο πλαίσιο της ανθρακοποίησης της οικονομίας, και στην ανάγκη για επίτευξη προσιτών τιμών στον τομέα της ενέργειας, η οποία ήταν μία από τις κύριες προκλήσεις που εντοπίστηκαν στην Έκθεση Ντράγκι. Τη συζήτηση συντόνισε ο κ. Νικόλαος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο κ. Βέττας, υπογράμμισε τη σημασία των επενδύσεων για την πράσινη μετάβαση τόσο της ευρωπαϊκής όσο και της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης του κόστους ενέργειας.

Ο κ. Johannes Luebking, Διευθυντής της Ειδικής Ομάδας Μεταρρύθμισης και Επενδύσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (SG REFORM), επισήμανε ότι «για τις επιχειρήσεις, το υψηλό ενεργειακό κόστος επηρεάζει την ανταγωνιστική τους θέση έναντι των βιομηχανιών εκτός ΕΕ». Επιπλέον, ανέφερε ότι «η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει υψηλά ποσοστά ενεργειακής φτώχειας», επισημαίνοντας ότι «σκοπός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να επιτύχει τους φιλόδοξους κλιματικούς της στόχους, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τα ρυθμιστικά βάρη». Σε ό,τι αφορά στο νέο βιομηχανικό σχέδιο της Συμφωνίας για Καθαρή Βιομηχανία (Clean Industrial Deal), ο κ. Luebking επεσήμανε ότι αυτό «αναμένεται να εισαγάγει συγκεκριμένες δράσεις για την ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ευρώπη: βελτίωση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή ενέργεια, σε υλικά και κυκλικότητα, σε δεξιότητες και σε χρηματοδότηση». Ολοκληρώνοντας την ομιλία του σημείωσε: «Η ΕΕ παρέχει ήδη υποστήριξη στην Ελλάδα, ενισχύοντας τις προσπάθειες των βιομηχανιών της για απανθρακοποίηση και συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός πιο ευέλικτου τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, όπως για παράδειγμα με την παροχή υποστήριξης για τη δημιουργία της πρώτης μονάδας αποθήκευσης υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα και την εγκατάσταση αποθήκευσης δέσμευσης άνθρακα, η οποία θα είναι η πρώτη ανάλογη εγκατάσταση στην Νοτιοανατολική Ευρώπη».

Η ημερίδα ολοκληρώθηκε με την σύνοψη των συμπερασμάτων από τoν κ. Johannes Luebking, ο οποίος αναφέρθηκε στον θετικό αντίκτυπο που έχει το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στην Ελλάδα, και ο οποίος αναμένεται να γίνει ακόμη πιο εμφανής τα επόμενα χρόνια. «Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η χρηματοδότηση που έλαβε η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας συνέβαλε στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας κατά συνολικά 3,2% μέχρι το 2024». Αναφερόμενος στο επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ (2028-2034), ο κ. Luebking σημείωσε ότι τα καινοτόμα στοιχεία που εισήγαγε ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπως η αξιολόγηση βάσει επιδόσεων και η ένταξη επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων στο ίδιο χρηματοδοτικό εργαλείο θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν επίσης στο πλαίσιο δημιουργίας νέων χρηματοδοτικών εργαλείων που θα συμβάλουν σε μια πιο ανταγωνιστική Ευρώπη.

Ιστορικό

Το αναθεωρημένο ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» καλύπτει 76 μεταρρυθμίσεις και 105 επενδύσεις, αξίας 35,95 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 18,22 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 17,73 δισ. σε δάνεια του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Το Σχέδιο υποστηρίζει την πράσινη μετάβαση της χώρας και προορίζει το 38% των διαθέσιμων κονδυλίων σε μέτρα που στηρίζουν τους κλιματικούς στόχους. Το σχέδιο συμβάλλει επίσης στην ψηφιακή μετάβαση, για την οποία προορίζεται το 21,4 % των κονδυλίων του. Μέσα από ένα ευρύ φάσμα επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων, αναμένεται να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη, προωθώντας παράλληλα ένα πιο βιώσιμο και συμπεριληπτικό μοντέλο ανάπτυξης. Μέχρι σήμερα, 18.21δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί στην Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένης της προχρηματοδότησης ύψους 4,12 δις. ευρώ) σε συνέχεια των θετικών αξιολογήσεων για τέσσερα συνολικά αιτήματα πληρωμής για δάνεια και χορηγίες που υπέβαλε η Ελλάδα κατά τα τελευταία 3 έτη.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ