Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε χθες στο κεντρικό κτίριο της Τράπεζα της Ελλάδος η ημερίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αφενός για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που καθορίζει τις βασικές στρατηγικές στους δυο αυτούς τομείς έως το 2030, αφετέρου για την μακροπρόθεσμη στρατηγική προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία το 2050.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστής Χατζηδάκης σημείωσε ότι το ΕΣΕΚ αποτελεί ολοκληρωμένο σχέδιο πράσινης ανάπτυξης για την Ελλάδα και καταλύτη για μια πράσινη επενδυτική έκρηξη που θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά οφέλη σε όλους τους τομείς της οικονομίας πέρα από την ενέργεια, στις μεταφορές, τον χρηματοπιστωτικό τομέα, τις κατασκευές, τον τουρισμό, τη ναυτιλία, τη γεωργία». Υπογράμμισε επίσης ότι σημαντικό κομμάτι της πολιτικής της κυβέρνησης αποτελεί η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αναφερόμενος στην προσαρμογή κτηρίων και υποδομών σε πιθανές μελλοντικές κλιματικές συνθήκες, καθώς και σε δράσεις για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία των δασών και των υδατικών πόρων.
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας επεσήμανε ότι η ΤτΕ είναι από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη κεντρική τράπεζα που ασχολήθηκε και ασχολείται συστηματικά με το θέμα της κλιματικής αλλαγής. Το 2009 σύστησε την Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) που στοχεύει να αναδείξει μέσα από την έρευνά της τους κινδύνους αλλά και τις ευκαιρίες που εκπορεύονται από την μεταβολή του κλίματος, καθώς οι μελέτες έχουν δείξει πως η κλιματική αλλαγή επηρεάζει σημαντικά την οικονομία αλλά και την χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Είπε επίσης ότι η Τράπεζα της Ελλάδος θα σταθεί αρωγός στην προσπάθεια για την υλοποίηση του ΕΣΕΚ που δρομολογεί –μεταξύ άλλων- την απολιγνιτοποίηση του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και προδιαγράφει το ριζικό μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα της χώρας.
Στη συνέχεια, ο υφυπουργός Ενέργειας (και πρόεδρος τις Διυπουργικής Επιτροπής για το ΕΣΕΚ) κ. Γεράσιμος Θωμάς παρουσίασε συνοπτικά τις βασικές πτυχές του Σχεδίου. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «προσπαθήσαμε η ενεργειακή πολιτική να συμβαδίζει με την περιβαλλοντική προστασία και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για την μεγαλύτερη πρόκληση και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Ειδική μνεία έκανε στις μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται, για τις οποίες θα απαιτηθεί όχι μόνο η αποφασιστική συνδρομή του ιδιωτικού τομέα, αλλά και η μεγαλύτερη δυνατή μόχλευση των εθνικών και των κοινοτικών πόρων που θα κατευθυνθούν σε δράσεις υλοποίησης του ΕΣΕΚ. Υπογράμμισε τέλος ότι το νέο ΕΣΕΚ δεν είναι πιο φιλόδοξο μόνο από «ποσοτικής» πλευράς (μέσω της υιοθέτησης πιο φιλόδοξων ποσοτικών στόχων), αλλά και ποιοτικής, αφού ενσωματώνει όλες τις πολιτικές που αποτελούν προτεραιότητα σε επίπεδο ΕΕ όπως είναι η σύζευξη τομέων (sector coupling), ο ρόλος των καταναλωτών στην παραγωγή ενέργειας (το μοντέλο του prosumer) και η ψηφιοποίηση των δικτύων.
Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος κ. Δημήτρης Οικονόμου στη δική του παρέμβαση στάθηκε στην παράμετρο της προσαρμογής κάνοντας ειδική αναφορά στα Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή και στην διαδικασία αξιολόγησης των πρώτων προτάσεων και των δράσεων που προωθούνται από τις Περιφέρειες. Ανέφερε επίσης ότι στα Τοπικά Χωρικά Σχέδια που θα αρχίσουν να προκηρύσσονται από το ΥΠΕΝ από τον Ιανουάριο θα υπάρχει η ξεχωριστή συνιστώσα των Τοπικών Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική αλλαγή.
Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Δημήτρης Σκάλκος παρατήρησε ότι στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο (2014-2020) υλοποιούνται δράσεις ύψους 2 δις. ευρώ περίπου στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας και ενεργειακών υποδομών, προσθέτοντας ότι κατά τη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027 δημιουργούνται πολλαπλάσιες χρηματοδοτικές ευκαιρίες, με δεδομένη και την αυξημένη έμφαση που δίνει η ΕΕ σε «πράσινες» επενδύσεις. Όπως σημείωσε, ένα ποσό της τάξης των 7 δις. ευρώ θα πρέπει να δεσμευθεί για «πράσινες» δράσεις. «Αποτελεί προτεραιότητα οι βασικές κατευθύνσεις του ΕΣΕΚ να ενσωματωθούν στο νέο ΕΣΠΑ, το πλαίσιο του οποίου πρέπει να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως τον Φεβρουάριο του 2020».
Η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών κ. Αλεξάνδρα Σδούκου έκανε ειδική αναφορά σε δυο εκ των βασικών πυλώνων του ΕΣΕΚ, την αυξημένη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και την εξάπλωση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων. «Πρόκειται για δυο πολύ μεγάλες προκλήσεις. Πολύ μεγάλη είναι και η ευθύνη αυτών που έχουν θέσει τους στόχους, συνεπώς απαιτείται να δουλέψουμε γρήγορα, σοβαρά και υπεύθυνα για να επιτευχθούν οι στόχοι». Όπως είπε η κ. Σδούκου, με δεδομένο ότι μιλάμε για υπερδιπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος των τεχνολογιών ΑΠΕ πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στο υφιστάμενο δαιδαλώδες πλαίσιο αδειοδότησης και στην πολυνομία που το διέπει. Μεταξύ των προτεραιοτήτων του Υπουργείου είναι η ανάπτυξη του θεσμικού πλαισίου για τις μονάδες αποθήκευσης (όπως για παράδειγμα τους σταθμούς αντλησιοταμίευσης) και του πλαισίου τιμολόγησης για τους υβριδικούς σταθμούς στα νησιά, η προώθηση των εγκαταστάσεων ΑΠΕ στα κτίρια μέσω netmetering και η δημιουργία θεσμικού πλαισίου για άλλες μορφές ΑΠΕ, όπως τα θαλάσσια αιολικά πάρκα. «Για την ηλεκτροκίνηση, γνωρίζουμε ότι έχουμε θέσει φιλόδοξους στόχους, σημαντικά υψηλότερους από τις εκτιμήσεις της αγοράς, αλλά δεν θέλουμε να αρκεστούμε στο business as usual. Ξεκινάμε από χαμηλό επίπεδο στον στόλο, στο δίκτυο, τις υποδομές και το νομοθετικό πλαίσιο, αλλά σκοπεύουμε να κινηθούμε δραστικά και άμεσα», κατέληξε η κ. Σδούκου.
Τον κύκλο των ομιλιών έκλεισε ο καθηγητής του ΕΜΠ κ. Παντελής Κάπρος παρουσίασε τα σενάρια για τον Μακροπρόθεσμο Εθνικό Σχεδιασμό για την Ενέργεια και το Κλίμα, με απώτερο στόχο την μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία έως το 2050. Τόνισε ότι στην παρούσα φάση δεν γίνεται λόγος για συγκεκριμένα μέτρα, αλλά για σενάρια που θα αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω συζήτησης και επεξεργασίας στο μέλλον. Ο κ. Κάπρος είπε ότι ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας μεταφράζεται σε μείωση της τάξης του 95% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 και προϋποθέτει έναν τεράστιας έντασης κεφαλαίου μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα. Σημείωσε ότι το «βασικό σενάριο» που προβλέπει επέκταση των πολιτικών του ΕΣΕΚ έως το 2050 δεν αρκεί για την επίτευξη του στόχου αυτού. Θα απαιτηθούν επιπλέον παρεμβάσεις, μέτρα και τεχνολογίες που θα αλλάξουν το παράδειγμα λειτουργίας του συστήματος κατανάλωσης και παραγωγής. Με επίκεντρο την ενεργειακή αποδοτικότητα που θα πρέπει να μεγιστοποιηθεί, θα πρέπει να επεκταθεί η χρήση των ΑΠΕ, με έμφαση στις τεχνολογίες αποθήκευσης αλλά και σε εναλλακτικές πηγές, όπως τα νέας γενιάς βιοκαύσιμα.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με τις παρεμβάσεις των φορέων.
Μακροχρόνιος Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα