Σε αυτό το στόχο μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο οι Τεχνολογίες δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCUS). Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό ενέργειας το 2040, οι μονάδες με αυτές τις τεχνολογίες θα παράγουν το 5% της παγκόσμιας ενέργειας.
Μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης(ΙΕΝΕ), με τίτλο “Prospects for the Implementation of CCUS Technologies in Greece”, που παρουσιάστηκε χθες στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών αναφέρει πως οι Τεχνολογίες δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα μπορούν να έχουν εφαρμογές στη βιομηχανία τσιμέντου, «ένας από τους κλάδους με τη μεγαλύτερη ένταση άνθρακα παγκοσμίως, όπου μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη μείωση των εκπομπών άνθρακα». Αυτό μπορεί να γίνει με τη σύλληψη των εκπομπών CO2 απευθείας από τους κλιβάνους τσιμέντου και άλλες πηγές εντός των εργοστασίων τσιμέντου.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΕΝΕ η Ελλάδα διαθέτει ένα βιομηχανικό τοπίο που συμβάλλει σημαντικά στις εκπομπές σε διάφορους τομείς της οικονομίας που περιλαμβάνουν την παραγωγή τσιμέντου, χημικών, βιομηχανία μετάλλων και χάλυβα. Άλλωστε, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει μια κρίσιμη πηγή εκπομπών, κυρίως λόγω της εξάρτησής της από συμβατικά ορυκτά καύσιμα όπως ο λιγνίτης και το αέριο.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη μελέτη «ο χημικός τομέας και η διύλιση πετρελαίου, αν και είναι κρίσιμοι για διάφορες διαδικασίες παραγωγής, θέτουν περιβαλλοντικές προκλήσεις που σχετίζονται με τις εκπομπές αερίων. Η παραγωγή χάλυβα και αλουμινίου είναι δύο άλλες βιομηχανικές δραστηριότητες που παράγουν σημαντικές εκπομπές. Αυτός ο περίπλοκος ιστός βιομηχανικών δραστηριοτήτων και οι περιβαλλοντικές τους συνέπειες υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη για την Ελλάδα να αντιμετωπίσει το προφίλ εκπομπών της και ως εκ τούτου οι τεχνολογίες CCUS μπορούν να θεωρηθούν ως ένας κατάλληλος μηχανισμός για την καταπολέμηση των βιομηχανικών εκπομπών που μπορούν να εντοπιστούν, να συλληφθούν και να αποθηκευτούν υπόγεια». Το ΙΕΝΕ επισημαίνει πως δεδομένου ότι οι πιθανές υπόγειες εγκαταστάσεις αποθήκευσης δεν υπάρχουν παντού στην Ελλάδα, υπάρχει σαφής ανάγκη για μια αποκεντρωμένη προσέγγιση. Προτείνει την ανάπτυξη μιας προσέγγισης cluster που μπορεί να εξυπηρετήσει ομάδες βιομηχανιών σε διάφορες τοποθεσίες της χώρας.
Οι υπόγειοι χώροι αποθήκευσης το κλειδί στη στρατηγική της Ελλάδας για ανάπτυξη τεχνολογιών CCUS
Η Μακεδονία σύμφωνα με το ΙΕΝΕ έχει το πλεονέκτημα να βρίσκεται κοντά σε τοποθεσίες διύλισης καθώς και κοντά σε χερσαίους και παράκτιους κόμβους μεταφοράς της Θεσσαλονίκης (Ελλάδα) στα ανατολικά και του Ballsh και του Fier (Αλβανία) στα δυτικά. Επιπλέον, μπορεί να εξυπηρετήσει την Αλβανία, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Βουλγαρία. Γεωγραφικά, τέσσερις περιοχές παρουσιάζουν κύριο ενδιαφέρον για την υπόγεια αποθήκευση CO2 και βρίσκονται στη Δυτική, Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Ειδικά η Δυτική Μακεδονία είναι η μεγαλύτερη πηγή CO2 στην Ελλάδα λόγω της παρουσίας των λιγνιτικών σταθμών, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ.