Πριν από μια βδομάδα περίπου, η Daily Star, μια «ελαφριά» εφημερίδα που έχει υιοθετήσει ένα χιουμοριστικό ύφος, έβαλε μια ξανθιά περούκα σε ένα μαρούλι και προκήρυξε τον εξής διαγωνισμό: τι θα διαρκέσει πιο πολύ, το μαρούλι η η Λιζ Τρας; Το μαρούλι νίκησε και η Λιζ Τρας παραιτήθηκε πριν περάσει μια βδομάδα.
Η αντίστροφη μέτρηση μιας ακόμη κυβέρνησης των Συντηρητικών, που κατέρρευσε μόλις 44 μέρες μετά την ορκωμοσία, άρχισε όταν ο Υπουργός Οικονομικών Κουάσι Κουαρτένγκ ανακοίνωσε τον «μίνι» προϋπολογισμό στις 23 Σεπτεμβρίου: Το σχέδιο που εκπόνησε από κοινού με την Πρωθυπουργού Λιζ Τρας περιλάβανε την περαιτέρω ελαστικοποίηση των αγορών και τη μείωση της φορολογίας των ανωτέρων οικονομικών στρωμάτων και επιχειρήσεων με στόχο(και κεντρική πολιτική της Τρας) «ανάπτυξη, ανάπτυξη, ανάπτυξη». Η Τρας, που βασίστηκε στους υποστηρικτές του Μπόρις Τζόνσον για την εκλογή της στη θέση του ηγέτη των Συντηρητικών και δούλεψε σκληρά για να πείσει τους δεξιούς ψηφοφόρους ότι είναι η νέα Θάτσερ, δεν είχε ποτέ την υποστήριξη μεγάλου μέρους της κοινοβουλευτικής ομάδας. Παρά τον νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό χαρακτήρα του προϋπολογισμού (λιτότητα για τους πολλούς, φοροαπαλλαγές για τους λίγους), η δύσκολη πραγματικότητα του Ηνωμένου Βασίλειου, οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά θα είχε ως επακόλουθο τον περαιτέρω δανεισμό της χώρας, δεδομένο που προκάλεσε σοκ στις αγορές.
Οι προτάσεις της που πιθανόν να έχαιραν μεγαλύτερης αποδοχής σε μια διαφορετική χρονική περίοδο, ήταν ανάθεμα για πολλούς δεξιούς οικονομολόγους όπως και για τον προηγούμενο Συντηρητικό υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σούνακ, καθώς θεωρήθηκε ότι ήταν δημοσιονομικά απερίσκεπτες και αμετροεπείς. Με την προοπτική του εθνικού χρέους να εκτοξεύεται στα ύψη χωρίς σχέδιο για την αντιμετώπιση του και τον πληθωρισμό να έχει ξεπεράσει το 10%, οι αγορές αντέδρασαν, η αξία της λίρας έπεσε σε πρωτοφανή επίπεδα και μόνο η παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας που διέθεσε δισεκατομμύρια για την αγορά κρατικών ομολόγων και για να αποφύγει την κατάρρευση πολλών συνταξιοδοτικών ταμείων, απέτρεψε ένα καταστροφικό κραχ. Όμως και οι δεξιοί ψηφοφόροι αντέδρασαν μπροστά στον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, στις τιμές της ενέργειας, στα υπέρογκα επιτόκια δανεισμού που κάνουν τα στεγαστικά δάνεια μη διαχειρίσιμα, ενώ ταυτόχρονα καταδικάζουν τις μικρές επιχειρήσεις που προσπαθούν να συνέλθουν από την πανδημία και που τελικά οδηγούν στην φτωχοποίηση της μικρομεσαίας και μεσαίας τάξης. Οι δημοσκοπήσεις όχι μόνο καταδεικνύουν ότι η Τρας είναι η λιγότερο αγαπητή Πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας, αλλά και ότι το Εργατικό Κόμμα προηγείται των Συντηρητικών κατά 36 μονάδες!
Η παραίτηση της Τρας και η ακύρωση των μέτρων του «μίνι» προϋπολογισμού από διάδοχο του Κουαρτένγκ στο υπουργείο Οικονομικών, Τζέρεμι Χαντ, φαίνεται να ικανοποίησαν τις αγορές, τουλάχιστον προσωρινά, αλλά το Συντηρητικό Κόμμα έχει πολύ δρόμο μπροστά του για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων. Πολλά εξαρτώνται από τον επόμενο αρχηγό, Ρισι Σουνακ που θα είναι και ο νέος Πρωθυπουργός. Πέρα από τα προφανή ζητήματα δημοκρατίας και νομιμοποίησης που επανέρχονται με την προοπτική ενός ακόμα Πρωθυπουργού που δεν έχει αναδειχθεί από κοινοβουλευτικές εκλογές, το ζητούμενο είναι αν ο νέος αρχηγός θα μπορέσει να ενώσει το κόμμα και αν θα εμπνεύσει σταθερότητα και αξιοπιστία μέχρι την επόμενη εθνική κάλπη, που, εκτός και αν η πλειοψηφία του κοινοβουλίου αποφασίσει διαφορετικά, θα γίνουν το 2024.
Αν και παραδοσιακά οι Συντηρητικοί είναι καλοί στο να μένουν ενωμένοι, στη συγκεκριμένη συγκυρία αυτό είναι αρκετά δύσκολο. Από τη μια γιατί διαφέρουν οι απόψεις τους για τον χειρισμό της κρίσης, από την άλλη γιατί ο ελέφαντας στο δωμάτιο δεν λέει να φύγει. Μιλάω για την αποχώρηση από την ΕΕ, το Brexit φυσικά, που είναι ένας σημαντικός παράγοντας που καθορίζει το μέγεθος της κρίσης στη χώρα.
Η αλήθεια είναι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν διαθέτει το εργατικό δυναμικό που χρειάζεται, ειδικευμένο και ανειδίκευτο, μετά την αποχώρηση. Αν ο Σούνακ αποφασίσει να κάνει μια πιο ελαστική μεταναστευτική πολιτική, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη μερίδα των σκληρών Μπρέξιτερς, μέσα και έξω από το κόμμα του.
Επίσης, το Πρωτόκολλο της Βορείου Ιρλανδίας μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ και που η Τρας ήθελε να καταργήσει, ανοίγοντας ένα καινούργιο μέτωπο με την ΕΕ, εξακολουθεί να διχάζει και θα χρειαστεί να είναι πολύ προσεκτικός ώστε να κρατήσει την δεξιά και την πιο κεντρώα πτέρυγα του κόμματος(και τον ψηφοφόρων) ενωμένη. Αν και ο οικονομικός αντίκτυπος του Brexit είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια λόγω της πανδημίας, μια νέα μελέτη του Ινστιτούτου Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας(ESRI) αναφέρει ότι το Brexitευθύνεται για τη μείωση κατά 20% των εμπορικών συναλλαγών από την ΕΕ προς το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ από το Ηνωμένο Βασίλειο προς την ΕΕ κατά 16% σε σύγκριση με ένα υποθετικό σενάριο για το πού θα βρισκόμασταν σήμερα, αν δεν είχε γίνει η αποχώρηση.
Ο Σούνακ, που θεωρείται ένα αξιόπιστο και ασφαλές πρόσωπο από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, έχει ήδη προειδοποιήσει ότι η κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα θα είναι πολύ δύσκολη και παρατεταμένη. Μπορεί την περίοδο της πανδημίας, ως υπουργός Οικονομικών, να διέθεσε πολλά χρήματα για να στηριχθούν οι μικρές επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι, κίνηση που του χάρισε το παρατσούκλι «σοσιαλιστής» μεταξύ των Συντηρητικών συναδέλφων του, ξέρει όμως ότι αυτή την στιγμή η αγορές περιμένουν να δουν το δημόσιο χρέος του Ηνωμένου Βασιλείου να μειώνεται, πράγμα που σημαίνει περικοπές και λιτότητα για τους ορθοδόξους οικονομολόγους.
Υπάρχει βέβαια και ένα θετικό σε αυτή την εκλογή: Ο Σούνακ είναι ο πρώτος Πρωθυπουργός της χώρας που προέρχεται από την ασιατική κοινότητα. Το στοίχημα για την Δεξιά παραμένει και σε αυτή την περίπτωση να διατηρηθεί στην θέση του περισσότερο από όσο θα χρειαστεί για να μαραθεί ένα μαρούλι.
(Η Μαρίνα Πρεντουλή είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης & Πολιτικής Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας – Ανάλυση στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ)