Το εμπάργκο αντί να πλήξει τον Πούτιν και την Ρωσία, έχει κάνει φτωχούς τους Ευρωπαίους και έχει προκαλέσει τεράστια ζημιά στην παραγωγή και το εμπόριο της γηραιάς ηπείρου, με ωφελημένες ελάχιστες επιχειρήσεις που αισχροκερδούν λόγω της ανικανότητας της ευρωπαϊκής ηγεσίας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και να διαχειριστεί τις επιπτώσεις του πολέμου.
Η κα φον ντερ Λάιεν , πάντως, κομπορρημονεί ότι ενώ η Ρωσία έκοψε το 80% της προμήθειας φυσικού αερίου στην Ευρώπη σε μόλις οκτώ μήνες, εμείς καταφέραμε να γεμίσουμε τις αποθήκες αερίου μας κατά περίπου 96%, αλλά ελαφρά τη καρδία συμπληρώνει ότι αυτό έχει το κόστος των υψηλότερων τιμών της ενέργειας.
Ένα δυσβάστακτο κόστος που το πληρώνουν ακριβά οι Ευρωπαίοι πολίτες αλλά και πολλές ευρωπαϊκές βιομηχανίες, ιδιαίτερα των ενεργοβόρων τομέων της οικονομίας.
Και την ίδια στιγμή η Ευρώπη με καθοδηγητή τις ΗΠΑ έχει ανοίξει πόλεμο και τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες μέλη του ΟΠΕΚ+, που βρίσκονται στο πλευρό της Ρωσίας, προκαλώντας επιπρόσθετα προβλήματα στον ενεργειακό τομέα, όχι μόνο με το φυσικό αέριο, αλλά και με το πετρέλαιο.
Μια πρώτη γεύση πήρε η Ευρώπη τον περασμένο Οκτώβριο, όταν ο ΟΠΕΚ+ αποφάσισε μείωση της παραγωγής προκειμένου οι τιμές να διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα.
Και τώρα ανανέωσε την απόφαση του να διατηρηθεί σε ίδια χαμηλά επίπεδα η παραγωγή, με την Ρωσία να απειλεί ότι αν ισχύσει το πλαφόν των 60 δολαρίων ανά βαρέλι θα διακόψει πλήρως την προμήθεια πετρελαίου στην Ευρώπη και γενικότερα στις χώρες που θα ισχύσει το πλαφόν.
Οι αναλυτές ανά τον κόσμο, στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον, έχουν ήδη εκφράσει τις αμφιβολίες τους για το κατά πόσο θα αποβεί νικηφόρος για την Ευρώπη αυτός ο ενεργειακός πόλεμος με τη Ρωσία, αλλά η Ευρώπη περί άλλων τυρβάζει.
Όσο για τον μεγάλο, ισχυρό σύμμαχο και καθοδηγητή της Δύσης, τις ΗΠΑ, μάλλον αφήνουν τον «μουτζούρη» στην Ευρώπη, αφού και το αέριο τους μας πωλούν σε υψηλές τιμές που αγγίζουν τα όρια της κερδοσκοπίας και δρουν με εμπορικά αθέμιτους τρόπους.
Ειδικά οι φοροαπαλλαγές προς τις εταιρείες που εδρεύουν στις ΗΠΑ και προβλέπονται από το νόμο του Μπάιντεν για τον πληθωρισμό, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού σε βάρος των ευρωπαϊκών εταιρειών και ιδιαίτερα στους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και της καθαρής ενέργειας.
Μάλιστα στην Ευρώπη ήδη άρχισαν να πυκνώνουν οι φωνές διαμαρτυρίας για τον τρόπο δράσης των ΗΠΑ και να ζητούν άμεση αντίδραση ακόμη και με προσφυγή της ΕΕ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά των αμερικανών συμμάχων.
Με απλά λόγια, πάλι η Ευρώπη φαίνεται να μένει με τον «μουτζούρη».