Έμειναν μόνο τα δημοσιεύματα για την δήθεν σκληρή διαπραγμάτευση και οι αγχωμένες δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών ότι αντάλλαξε «μπινελίκια» με τους εκπροσώπους των τραπεζών. Η επιχείρηση επικοινωνιακή καταιγίδα με σκοπό να πειστούν οι πολίτες ότι η κυβέρνηση «πιέζει» ασφυκτικά τις τράπεζες και έχει δήθεν κηρύξει «ανένδοτο αγώνα» κατά των πρακτικών τους, διαψεύστηκε από την ίδια την πραγματικότητα. Οι εκπρόσωποι των τραπεζών έκαναν μια και μοναδική πρόταση.
Δέχονται να επιδοτήσουν για 12 μήνες το 50% της επιβάρυνσης της μηνιαίας δόσης των ενυπόθηκων στην πρώτη κατοικία των ακινήτων δανείων που προέκυψε από την αύξηση των επιτοκίων. Η επιδότηση θα αφορά μόνο τους ευάλωτους δανειολήπτες. Ως τέτοιους οι τράπεζες θεωρούν όσους έχουν ετήσιο εισόδημα 7.000 ο άγαμος συν 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος της οικογένειας με ανώτερο εισοδηματικό όριο το ποσό των 21.000 ευρώ. Από την διαίρεση του ποσού και την αναγωγή τους στους 12 μήνες του χρόνου, προκύπτει ότι χορηγείται μια ελάχιστη στήριξη σε ανθρώπους που αμείβονται με λιγότερο από τον κατώτατο μισθό. Οι υπόλοιποι δεν θεωρούνται ευάλωτοι και δεν χρειάζονται στήριξη για να παραμείνουν ενήμεροι. Παράλληλα τίθεται όριο αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας στις 120.000 ευρώ για το άγαμο με προσαύξηση 15.000 για κάθε επιπλέον άτομο της οικογενείας με ανώτατο όριο τις 180.000 ευρώ αλλά και όριο καταθέσεων στις 7.000 ευρώ για το άγαμο έως και 21.000 ευρώ για πενταμελή οικογένεια.
Το μέτρο επιδότησης θα αφορά μόνο ενήμερα δάνεια, δηλαδή δάνεια τα οποία πληρώνονται έως σήμερα εμπρόθεσμα η έχουν καθυστέρηση που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. Για τους κόκκινους δανειολήπτες που κινδυνεύουν άμεσα με πλειστηριασμό και απώλεια της πρώτης κατοικίας ούτε κουβέντα. Η επιδότηση θα αφορά μόνο δανειακές απαιτήσεις που έχουν παραμείνει στις τράπεζες. Οι δανειολήπτες που είδαν το ενήμερο δάνειο τους να μεταβιβάζεται σε funds, ατύχησαν για άλλη μια φορά.
Τι πραγματικά προσφέρει στους δανειολήπτες το μέτρο που ανακοίνωσαν οι τράπεζες; Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, δανειολήπτης με δάνειο 100.000 ευρώ και κυμαινόμενο επιτόκιο, είδε από τον Ιούνιο την μηνιαία δόση τους να αυξάνεται από τα 560 ευρώ στα 640 ευρώ, να έχει δηλαδή μια μηνιαία επιβάρυνση 80 ευρώ. Εφόσον πληροί σωρευτικά τα ανωτέρω εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, θα έχει αναδρομικά από 30-6-2022 έως 30-6-2023 επιδότηση 40 ευρώ το μήνα, δηλαδή το ήμισυ της μηνιαίας επιβάρυνσης . Αυτό το μέτρο σύμφωνα με τους εκπροσώπους των τραπεζών αφορά μόλις 30.000 δανειολήπτες και είναι σταγόνα στον ωκεανό σε σχέση με την πραγματική διάσταση του προβλήματος . Άποψη του γράφοντος είναι ότι στην πραγματικότητα το μέτρο δεν αφορά περισσότερους από 15.000 δανειολήπτες λόγω της υποχρεωτικής κάλυψης σωρευτικά των κριτηρίων αλλά κυρίως λόγω της πολύ περιορισμένης περιμέτρου. Οι τραπεζίτες εσκεμμένα λαμβάνουν ως κριτήρια ευαλωτότητας τα κριτήρια του επιδόματος στέγασης που ανακοινώθηκε το 2017 όταν ο πληθωρισμός ήταν ανύπαρκτος, οι μισθοί χαμηλότεροι και αντικειμενικές αξίες βρίσκονταν στο ήμισυ των σημερινών.
Σήμερα λόγω της αύξησης των αντικειμενικών αξιών, χιλιάδες δανειολήπτες που πληρούν τα εισοδηματικά κριτήρια, δεν καλύπτουν τα περιουσιακά με αποτέλεσμα να μένουν εκτός επιδότησης. Επίσης είναι προκλητικό να θεωρείς μη ευάλωτους δανειολήπτες, όσους λαμβάνουν πάνω από 650 ευρώ, ειδικά σε μια περίοδο που λόγω ακρίβειας και πληθωρισμού αποδεδειγμένα όσοι έχουν εισόδημα κάτω από 1.300 ευρώ το μήνα έχουν αποδεδειγμένα απολέσει το 30% του πραγματικού εισοδήματος τους.
Όσον αφορά το ζήτημα της χαμηλής εγκρισιμότητας των αιτήσεων στον εξωδικαστικό μηχανισμό, η ανακοίνωση των τραπεζών λέει «ότι όλα πάνε καλά» και ότι έχουν ήδη κάνει θετικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα έχουν συνέχεια χωρίς καμία επί της ουσίας δέσμευση. Δηλαδή αρνούνται την ίδια την πραγματικότητα, η οποία είναι ότι έχουν υπονομεύσει συνολικά την διαδικασία της πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού μετατρέποντας σε μεγαλοπρεπές φιάσκο.
Ο κίνδυνος γέννησης νέας γενιάς κόκκινων δανείων δεν αντιμετωπίζεται με μέτρα «ασπιρίνες». Οι τράπεζες παρά τα υπερκέρδη τους δεν έχουν σκοπό να στηρίξουν την οικονομία και την κοινωνία. Δεν ξεχωρίζουν ούτε το μακροπρόθεσμο δικό τους συμφέρον. Η λογική τους είναι κοντόφθαλμη. Η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει ότι δεν μπορεί να παρέμβει και προσπαθεί απλά να μετακυλήσει το βάρος των ευθυνών. Η επικοινωνία μόνο βραχυπρόθεσμα μπορεί να κρύψει την πραγματικότητα.
Παρά την ποικιλότροπη υποστήριξη της κυβέρνησης στις τράπεζες, εκείνες δεν διανοούνται να «βάλουν το χέρι στην τσέπη». Τι και αν οι Έλληνες φορολογούμενοι τις διέσωσαν τρείς φορές μέσω των ανακεφαλαιοποιήσεων; Τι και αν πλέον έχουν υπερκέρδη; Τι και αν ξεφορτώθηκαν και μάλιστα χωρίς να φορολογηθούν τα κόκκινα δάνεια; Τι και αν συνέστησαν συγγενικές οικονομικά εταιρείες realestate που χτυπάνε τα ακίνητα των δανειοληπτών στους πλειστηριασμούς που διενεργούν οι εταιρείες διαχείρισης σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την πραγματική αξία για να τα πουλήσουν μετά πολύ ακριβότερα κερδοσκοπώντας πάνω στον ανθρώπινο πόνο;
Η κυβέρνηση προσπαθεί να δείξει ότι πιέζει τις τράπεζες, αλλά διστάζει να χρησιμοποιήσει το μοναδικό όπλο που έχει, την έκτακτη φορολόγηση των κερδών τους. Είναι η μόνη επιλογή, εκτός και αν το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η επικοινωνιακή διαχείριση του προβλήματος μέχρι τις εκλογές, κοινώς να «αγοράσει χρόνο» και μετά , αν επανεκλεγεί να συνεχίσει να ασκεί μονομερή πολιτική υπέρ των τραπεζών και των funds.
(Ο Κώστας Δ. Τσουκαλάς είναι δικηγόρος)