Κερδίζεις τις εκλογές, κερδίζεις το κράτος -αυτός είναι ο κανόνας. Το κράτος είναι το έπαθλο του νικητή. Από εδώ και η λατρεία των (ελέω εκλογικών νόμων) αυτοδύναμων κυβερνήσεων και η απέχθεια προς τις κυβερνήσεις συνεργασίας: Ώστε ο νικητής να μην μοιράζεται το λάφυρο και να νέμεται ανενόχλητος τα οφέλη που προκύπτουν από την κατοχή του.
Ένας συνήθης ισχυρισμός κατά των κυβερνήσεων συνεργασίας είναι ότι αυτές είναι περίπου καταδικασμένες να αποτυγχάνουν στην Ελλάδα, γιατί δεν έχουμε ένα κράτος που να μπορεί να κάνει καλά τη δουλειά του ανεξάρτητα από τους κάθε φορά διαχειριστές του. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε ένα αποτελεσματικό κράτος, γιατί οι μονοκομματικές κυβερνήσεις -με μικρές, βραχύχρονες εξαιρέσεις- δεν το έχουν επιτρέψει. Γιατί αυτές θέλουν/μεταχειρίζονται το κράτος ως λάφυρο.
Στα τηλεπαράθυρα παρελαύνουν πολιτευτές (που στα υπουργεία που πέρασαν, οι ουρές των «πελατών» τους συναγωνίζονταν τον αριθμό των υπαλλήλων του υπουργείου…) που δηλώνουν αποφασισμένοι να συγκρουστούν με το «βαθύ κράτος». Ίσως θα αρκούσε να συγκρουστούν με τον εαυτό τους. Γιατί έκαναν το κράτος εργαλείο για να διευρύνονται οι πελατειακές σχέσεις τους και να τροφοδοτούνται τα πελατειακά τους δίκτυα. Για να υπηρετούνται πολιτικές, κομματικές ή/και προσωπικές επιδιώξεις τους. Δημόσιο πεδίο διευρυμένων φαινομένων διαφθοράς.
Σε αυτό το τοξικό περιβάλλον ανθούν και οι πιο συντηρητικές κι ιδιοτελείς συντεχνίες από τη μια ενώ, από την άλλη, αγωνίζονται για να κρατήσουν όρθια τη χώρα οι λίγοι, αληθινοί δημόσιοι λειτουργοί. Αλλά αυτό το κράτος έχει δημιουργηθεί με τη σύμπραξη των κυβερνήσεων -όχι κόντρα στη θέλησή τους.
Η εθνική τραγωδία στα Τέμπη ήρθε να υπενθυμίσει ότι αυτό το κράτος είναι τρύπιο, ότι οι παρενέργειές του είναι δηλητηριώδεις έως και θανατηφόρες. Στις ημέρες μας, όταν ο ρόλος του κράτους αναβαθμίζεται στον ανεπτυγμένο κόσμο και γίνεται αποδεκτό ότι χωρίς ένα κράτος-στρατηγό και συνεργασία κράτους-ιδιωτικού τομέα δεν υπάρχει αύριο για την ανάπτυξη, την Ελλάδα εξακολουθεί να ταλανίζει ένα πελατειακό, καθυστερημένο κράτος, που όχι μόνο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα σύνθετα επίκαιρα καθήκοντά του αλλά αποδεικνύεται και επικίνδυνο για τη ζωή των πολιτών του.
Η ριζική μεταρρύθμισή του είναι το πιο ζωτικό θέμα. Είναι και το πιο δύσκολο. Προϋποθέτει τη συγκέντρωση ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, στη βάση ενός μακράς πνοής σχεδίου, από έναν ουσιαστικό, πειθαρχημένο, δημοκρατικό διάλογο.
Πώς μπορεί να προχωρήσει η μεταρρύθμιση του κράτους; Ίσως από μια κυβέρνηση μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας, που θα διαθέτει καθαρή άποψη και ένα βασικό σχέδιο για ένα σύγχρονο, δημοκρατικό κράτος, φιλικό στον πολίτη και στην ανάπτυξη. Στις σημερινές συνθήκες, κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε μια μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία δεν μπορεί παρά να είναι κυβέρνηση συνεργασίας. Όσον αφορά το άλλο προαπαιτούμενο, το σχέδιο, δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Πώς δεν μπορεί να προχωρήσει η μεταρρύθμιση του κράτους; Νομίζω ότι δεν μπορεί να προχωρήσει με μια αυτοδύναμη κυβέρνηση - μειοψηφική στον λαό και, ελέω εκλογικού νόμου, έστω οριακά πλειοψηφική στη Βουλή. Αυτό στο οποίο η αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ απέτυχε την πρώτη 4ετία (της αισιοδοξίας και των μεγάλων προσδοκιών), ίσως θα χρειαζόταν ένα θαύμα για να το πετύχει σε δεύτερη 4ετία, με οριακή αυτοδυναμία, με βραχύτερο ορίζοντα, με εντεινόμενη εσωκομματική κινητικότητα και με την κοινωνία να διαθέτει περιορισμένες ανοχές.
(Ο Κώστας Καλλίτσης είναι δημοσιογράφος- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την "Καθημερινή" της Κυριακής)