Η εντυπωσιακή πρωτοκαθεδρία του Ταγίπ Ερντογάν στον πρώτο γύρο των εκλογών, παρά τις αντίθετες δημοσκοπικές προβλέψεις, προδικάζει εν πολλοίς και το τελικό αποτέλεσμα στο δεύτερο γύρο στις 28 Μαΐου. Ο Ερντογάν εκτός δραματικής ανατροπής θα είναι και πάλι ο πρόεδρος της Τουρκίας έχοντας μάλιστα (ο κυβερνητικός συνασπισμός) ήδη εξασφαλίσει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί βέβαια από το πού θα κατευθυνθούν τα 2,8 εκ. περίπου ψηφοφόρων που επέλεξαν τον τρίτο υποψήφιο, τον ακροδρξιό, υπερεθνικιστή Σινάν Ογάν , αν και προβλέπεται ότι θα στηρίξουν Ερντογάν.
Η νέα επικράτηση Ερντογάν μετά από 22 χρόνια στην ηγεσία της χώρας πιστοποιεί πρώτα απ’ όλα την πολιτική ανθεκτικότητα του ανδρός και τη χαρισματική σχέση του με την κοινωνία. Πιστοποιεί επίσης ότι η Τουρκία επιλέγει συνέχεια παρά αλλαγή. Το (εθνικιστικό) συναίσθημα στο οποίο πρωτίστως απευθύνθηκε ο Πρόεδρος Ερντογάν κατίσχυσε... της τιμής του κρεμμυδιού (οικονομία) με την οποία του αντιπαρατάχθηκε ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Αν και βέβαια η Τουρκία εμφανίζεται τώρα ως μια βαθύτατα πολωμένη, διχασμένη χώρα. Η προσδοκία ότι ο αυταρχισμός θα μπορούσε να ηττηθεί μέσω της κάλπης και η δημοκρατία να επανέλθει δεν επαληθεύτηκε. Η Δύση εμφανίζεται ως να ηττήθηκε. Η Ρωσία (Πούτιν) ως να νίκησε. Η κατάσταση όμως είναι πολύ πιο σύνθετη. Αυτό που θέλει ο Ερντογάν είναι η Τουρκία να λειτουργεί όσο το δυνατόν ως αυτόνομος πόλος επιρροής. Άλλωστε ο Ερντογάν της νέας περιόδου δεν θα είναι ο ίδιος. Θα έχουμε πιθανότατα μια νέα οβιδιακή του μετάλλαξη. Μια νέα απόχρωση του γκρι. Ενδεχομένως δηλαδή να μην έχουμε και τόσο πολύ «το διάβολο που γνωρίζουμε», αν και όχι μια εντελώς άγνωστη οντότητα.
Η Τουρκία υπό τον Ερντογάν θα συνεχίσει τον ιδιαίτερο δρόμο της ως suigenerisχώρα της Δύσης που επιδιώκει την εμπέδωσή της στο ρόλο της ως περιφερειακή δύναμη με ικανότητα να συνομιλεί με Ρωσία και ΗΠΑ με απώτερο στόχο, φαντασίωση ίσως, να λειτουργεί ως παγκόσμιος πόλος εξουσίας σ’ ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα. Αλλά η δεινή οικονομική πραγματικότητα θα επιβάλει τη λογική της. Θα αναγκάσει τον Ερντογάν να επαναπροσεγγίσει ιδιαίτερα την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όθεν μια ευκαιρία για Ευρώπη και Ελλάδα.
Μια κατηγορία Ελλήνων είναι βέβαια περιχαρής με την προοπτική επανεκλογής Ερντογάν αλλά για ένα μάλλον στρεβλό (αν όχι ανήθικο) λόγο. Γιατί εκτιμά ότι υπό τον Ερντογάν η Τουρκία θα παραμείνει μια αυταρχική χώρα, αντίπαλος της Δύσης, ενώ η Ελλάδα αντίθετα «το χαϊδεμένο παιδί» της που θα απολαμβάνει της στήριξής της. Θυσιάζεται έτσι τόσο η ηθική της δημοκρατίας όσο και τα διαχρονικά συμφέροντα της χώρας που σύμφωνα και με τον πρωθυπουργό εξυπηρετούνται από μια δημοκρατική, ευρωπαϊκή, αναπτυγμένη Τουρκία. Οι δημοκρατίες ως γνωστόν δεν καταφεύγουν σε πόλεμο μεταξύ τους. Τα αυταρχικά καθεστώτα καταφεύγουν. Οι δημοκρατίες σέβονται τόσο το κράτος δικαίου όσο και το διεθνές δίκαιο. Τα αυταρχικά καθεστώτα περιφρονούν συνήθως αμφότερα.
Πάντως, σε σύντομο χρονικό διάστημα Ελλάδα και Τουρκία θα έχουν δύο νεοεκλεγμένες κυβερνήσεις με φρέσκια εντολή και νομιμοποίηση, πολιτικά ικανές να ανοίξουν τη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων και επίλυσης των προβλημάτων εκείνων που μπορούν να επιλυθούν. Γιατί κάποια (που θίγουν την ελληνική κυριαρχία) δεν λύνονται. Ξεπερνιούνται στο βάθος χρόνου ίσως.
(Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από «Τα Νέα»).