Μπορεί λοιπόν ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του να συσκέπτονται και να ξανασυσκέπτονται αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα των πολιτών, η ακρίβεια και η αισχροκέρδεια, όχι μόνο δεν επιλύεται αλλά οξύνεται.
Σήμερα στις 10:00 το πρωί, όπως έχει γίνει γνωστό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προεδρεύσει σε μια ακόμη σύσκεψη, στο Μέγαρο Μαξίμου, για τα μέτρα που θα ανακοινώσει αργότερα ο αρμόδιος υπουργός του Κώστας Σκρέκας.
Από το Μαξίμου διαρρέουν ότι αυτή τη φορά τα μέτρα κατά της ακρίβειας θα «ταρακουνήσουν» την αγορά».
Τα έχουμε ξανακούσει αυτά αλλά αποτελέσματα δεν είδαμε. Μιλάμε για εξωφρενικές αυξήσεις στις τιμές που δεν συναντά κανένας άλλος καταναλωτής σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, στην Ελλάδα το βρεφικό γάλα πωλείται κατά 231% ακριβότερα από τις άλλες χώρες, τα απορρυπαντικά μέχρι και 361% ακριβότερα, τα νωπά λαχανικά και φρούτα αυξάνουν τιμές πάνω από 25% το τελευταίο μόνο διάστημα όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη οι τιμές τους υποχωρούν. Όσο για το ελαιόλαδο καλύτερα να μην μιλήσουμε αφού πλέον αποτελεί είδος πολυτελείας έχοντας υπερδιπλασιάσει από πέρυσι την τιμή του. Και ο κατάλογος των αυξήσεων είναι πολύ μακρύς.
Για όλες αυτές τις αδικαιολόγητες ανατιμήσεις , που σε καμία περίπτωση δεν είναι «εισαγόμενες» όπως επιχειρείται να παρουσιαστούν, υποτίθεται ότι σήμερα θα ανακοινωθούν τα μέτρα που θα «ταρακουνήσουν» την αγορά.
Ωστόσο, η κυβέρνηση ήδη έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι δεν πρέπει να περιμένουμε παρεμβάσεις που κατά την κοινή λογική θα μπορούσαν να βάλουν φρένο στις ανατιμήσεις, όπως για παράδειγμα η επιβολή ανώτατων λιανικών τιμών πώλησης.
Και την «αποστολή» αυτή ανέλαβε ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, δηλώνοντας στην κρατική ΕΡΤ ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να βάλει προϊόντα στην διατίμηση.
Όπως χαρακτηριστικά είπε «Η διατίμηση δημιουργεί προβλήματα και αυτό δεν το θέλουμε».
Για τους γνωρίζοντες το σκεπτικό της κυβέρνησης Μητσοτάκη και την νεοφιλελεύθερη νοοτροπία της, καταλαβαίνουν το προφανές. Δεν θέλει να «ενοχλήσει» με πραγματικά σκληρά μέτρα τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους που κάνουν ότι θέλουν στην αγορά καταπατώντας κάθε έννοια υγιούς ανταγωνισμού.
Και η βασική δικαιολογία για την «απέχθεια» που δείχνει η κυβέρνηση σε πραγματικά σκληρά μέτρα για την συγκράτηση των τιμών, όπως η διατίμηση, είναι ότι η αντίδραση των ισχυρών της αγοράς θα είναι οι τεχνητές ελλείψεις προϊόντων που θα δημιουργήσουν. Παραδέχεται έτσι ότι ούτε αυτή την παράνομη πρακτική μπορεί να αντιμετωπίσει.
Καιρός είναι να αφήσει η κυβέρνηση τις συσκέψεις και τα αποτυχημένα σχέδια επί χάρτου και επιτέλους να σκεφτεί ότι με τις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες της περί αυτορρύθμισης της αγοράς, τέτοια προβλήματα δεν επιλύονται. Με «χάδια» δεν συνετίζονται οι αετονύχηδες.