Η ελβετική τράπεζα UBS δημοσιοποίησε την τελευταία Έκθεση Δισεκατομμυριούχων, από την οποία προκύπτει πως μόλις σε ένα χρόνο οι ελάχιστοι υπερπλούσιοι του πλανήτη έγιναν ακόμη πιο πλούσιοι κατά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια (από 12 τρισ. το 2023 σε 14 τρισ. το 2024), ενώ από το 2015 οι «Κροίσοι» ανά τον πλανήτη υπερδιπλασίασαν την περιουσία τους από 6,3 τρισ. δολάρια στα 14 τρισ. δολάρια.
Μια κατάσταση που καταδεικνύει την κατάφωρη αδικία που επικρατεί ανά την υφήλιο και για την οποία εν πολλοίς ευθύνονται οι ηγέτες και οι κυβέρνησης των χωρών.
Και πρέπει να σημειωθεί ότι οι υπερπλούσιοι του πλανήτη αυξάνουν τις ήδη αμύθητες περιουσίες τους στις χώρες της δημοκρατικής Δύσης και κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και στην Ελβετία, την Γερμανία, την Βρετανία, τη Γαλλία και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, όπου οι κυβερνήσεις διατρανώνουν τα δημοκρατικά τους πιστεύω και την προσήλωση τους στο κοινωνικό κράτος.
Η πραγματικότητα, όμως, τους διαψεύδει. Σε ένα πλανήτη 8 δισεκατομμυρίων ανθρώπων με ένα ΑΕΠ στα 105 τρισεκατομμύρια δολάρια, υπάρχουν μόλις 2.500 υπερπλούσιοι, γεγονός που από μόνο του δημιουργεί τεράστια ερωτηματικά για το πόσο δημοκρατικές είναι οι κοινωνίες, όταν ελάχιστοι άνθρωποι υπερσυγκεντρώνουν τον παραγόμενο πλούτο σε βάρος των λαών και κατά πόσο οι κυβερνήσεις προωθούν πολιτικές για να επιτευχθεί κοινωνική συνοχή.
Και ενώ οι πλούσιοι γίνονται ακόμη πιο πλούσιοι, οι ηγέτες στρουθοκαμηλίζουν και τους αφήνουν να δρουν ανεξέλεγκτα στο όνομα της κακώς εννοούμενης ελεύθερης αγοράς και για να διασφαλίσουν την αμφιλεγόμενη δημοσιονομική σταθερότητα φορολογούν ανελέητα τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, καθηλώνουν μισθούς και συντάξεις, περικόπτουν κοινωνικές δαπάνες από υγεία, παιδεία και προνοιακό κράτος.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει σε Γαλλία και Γερμανία και πλέον οι δύο «ισχυρές» χώρες της Ευρώπης βρίσκονται ενώπιον του προβλήματος της πολιτικής αστάθειας.
Ιδιαίτερα στη Γαλλία, οι χειρισμοί του προέδρου Μακρόν είναι παράδειγμα προς αποφυγή, καθώς μόλις χθες σε διάγγελμα του προς τον Γαλλικό λαό, μετά την πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ, που ο ίδιος διόρισε πρωθυπουργό σε αναντιστοιχία με τη λαϊκή εντολή στις εκλογές, αντί να αναλάβει τις ευθύνες του τις επέρριψε στους ψηφοφόρους.
Μάλιστα, ο Εμανουέλ Μακρόν σε μια προσπάθεια να αποποιηθεί τις τεράστιες ευθύνες του για την κατάσταση στη Γαλλία, έφτασε μέχρι του σημείου να επαναφέρει το επικίνδυνο «δόγμα των δύο άκρων», ταυτίζοντας την Αριστερά με την ακροδεξιά
Προσπάθησε να δικαιολογήσει τις λανθασμένες επιλογές του, όπως την προκήρυξη πρόωρων εκλογών το περασμένο καλοκαίρι λέγοντας ότι το έπραξε γιατί διαπίστωσε από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών την ενίσχυση των πολιτικών άκρων, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι την Αριστερά με την ακροδεξιά. Και υποστήριξε ότι η κίνηση του δεν έγινε κατανοητή από τον γαλλικό λαό, απλά γιατί αυτός καταψήφισε το κόμμα του.
Και τέλος σε μια επίδειξη ακραίας αλαζονείας και μη παραδοχής της ντροπιαστικής προσωπικής του πολιτικής ήττας υποστήριξε πως η άκρα δεξιά και η «άκρα αριστερά» ενώθηκαν σε ένα αντιδημοκρατικό μέτωπο και ότι ο ίδιος δεν είναι διατεθειμένος να αναλάβει ευθύνες που δεν είναι δικές του, αποδεικνύοντας την πολιτική του μικρότητα.