Ομιλία Υφ. Περιβάλλοντος & Ενέργειας, Γ. Δημαρά, στη Βουλή για τον Κρατικό Προϋπολογισμό
Δευτέρα, 17/12/2018 - 19:27
Δυστυχώς, η ανθρωπότητα βαδίζει χωρίς σχέδιο επιβίωσης, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν βλέπει μακριά γιατί ενδιαφέρεται για ανάπτυξη με εφήμερα χαρακτηριστικά: κέρδη και καταναλωτισμός, μαζί με φτώχεια και δυστυχία. Με ομιλία του στην ολομέλεια της Βουλής την Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου, στην συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών για την «Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2019», ο Υφ. Περιβάλλοντος Γιώργος Δημαράς, εξέφρασε την πεποίθηση του ότι η χώρα μας, χρειάζεται ένα στρατηγικό σχέδιο για την οικονομία και την οργάνωση της κοινωνίας, με προβολή στο μέλλον. Αναφέρθηκε επίσης στην κλιματική αλλαγή και στο σχέδιο μετάβασης της χώρας στη λεγόμενη «απανθρακοποίηση» στον ενεργειακό τομέα αλλά κυρίως και στην απόλυτη ανάγκη προσαρμογής των πόλεων σε αυτό τον στόχο. Για τον λόγο αυτό, αναφέρθηκε στην ανάγκη υλοποίησης ενός σχεδίου με σαφείς στόχους για την «πόλη του μέλλοντος», που έχει ήδη αρχίσει να μελετάται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με πρωτοβουλία και επίβλεψη του Υφυπουργού, εναρμονισμένο στις διεθνείς συνθήκες για την κλιματική αλλαγή. Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Υφ. Περιβάλλοντος, Γιώργου Δημαρά: «Θα ήθελα να πω στον συνάδελφο του ΚΚΕ, που μόλις μίλησε, ότι και εμείς έχουμε την ίδια αγωνία για τους εργαζόμενους, για τους εργάτες, για τα εργατικά ατυχήματα, για τη φτώχεια, για τη δυστυχία, απλώς πρέπει να τα λύσουμε μέσα στις σημερινές δεδομένες συνθήκες και, αν θέλετε, να σχεδιάσουμε από κοινού και τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα για το μέλλον. Πρέπει, όμως, να τα δούμε σήμερα μέσα στις δεσμεύσεις της χώρας που έχουμε, τα χρέη, τους γείτονες, τους κινδύνους, μέσα σε όλα αυτά πρέπει να κινούμαστε. Θα ξεκινήσω με μερικά στοιχεία του προϋπολογισμού για το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πώς είναι το 2018 σε σχέση με το 2019. Έχουμε μείωση κατά 55% των δαπανών που αφορούν πάγια περιουσιακά στοιχεία, υπερδιπλασιασμό κατά 120%, από 5 εκατομμύρια σε 11 εκατομμύρια ευρώ των αποδόσεων στον Ελληνικό Οργανισμό Ανακύκλωσης, τον ΕΟΑΝ, από έσοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή της υπουργικής απόφασης για τη μείωση κατανάλωσης της πλαστικής σακούλας. Έχουμε πρόβλεψη κονδυλίου 17,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη μεταβίβαση σε παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, για τη χορήγηση έκπτωσης σε οικιακούς καταναλωτές της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και του Δήμου Μεγαλόπολης της Αρκαδίας, λόγω της λειτουργίας λιγνιτικών ορυχείων και σταθμών ηλεκτροπαραγωγής. Έχουμε διατήρηση κονδυλίου ύψους 6,2 εκατομμυρίων ευρώ για δαπάνες δασοπροστασίας. Έχουμε τετραπλασιασμό των πόρων που αφορούν επιχορήγηση φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, από 450.000 ευρώ σε 2,2 εκατομμύρια ευρώ. Πίσω από τους αριθμούς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι η ζωή των ανθρώπων, είναι η ανεργία των νέων, η κατάσταση στο σύστημα υγείας, η ζωή στον πλανήτη, ο ανθρώπινος πολιτισμός. Όλα αυτά πρέπει να τα σκεφτόμαστε, όταν συζητάμε για τους αριθμούς και της οικονομίας, αλλά και του προϋπολογισμού κάθε χρόνο. Η συζήτηση για τον προϋπολογισμό είναι ευκαιρία να αναλυθούν τα πολιτικά σχέδια των κομμάτων για την οικονομία και όχι μόνο γι’ αυτήν, δηλαδή και για την κοινωνία. Μια συστηματική παράθεση των προτάσεων των κομμάτων και μια τεκμηρίωση θα έκαναν κατανοητές τις διαφορές των πολιτικών προγραμμάτων, για να ενημερωθούν οι πολίτες και να τοποθετηθούν με την ψήφο τους. Δυστυχώς, όμως, οι περισσότερες τοποθετήσεις των συναδέλφων δεν είναι σ’ αυτήν τη βάση, αλλά γινόμαστε σχολιαστές, βάζουμε και το Μακεδονικό στη συζήτηση και ό,τι μας έρθει. Η χώρα μας, όπως και κάθε χώρα, χρειάζεται ένα στρατηγικό σχέδιο για την οικονομία και την οργάνωση της κοινωνίας, με προβολή στο μέλλον. Οι συνθήκες αλλάζουν ταχύτατα. Τα δεδομένα του προβλήματος καθορίζουν την προσέγγιση και την κατεύθυνση σχεδιασμού της οικονομίας, μακροπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα. Συνήθως στεκόμαστε στο «βραχυπρόθεσμα». Οι αλλαγές που αποτυπώνονται στους προϋπολογισμούς αφορούν τον προσανατολισμό των διαθέσιμων οικονομικών πόρων, τη φορολογική πολιτική και γενικά τις προτεραιότητες των πολιτικών επιλογών. Διαμορφώνονται νέες συνθήκες. Μιλάμε για την ανάκτηση της ανεξαρτησίας της χώρας και δεν προσδιορίζουμε τα βήματα απεξάρτησης που πρέπει να γίνονται για έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για κάθε έτος και σε κάθε τομέα. Για παράδειγμα, σήμερα η χώρα μας εισάγει περίπου το 75% της ενέργειας. Από τις διεθνείς συμβάσεις για τις κλιματικές αλλαγές –«Συμφωνία του Παρισιού», κλπ- αλλά και την ταχύτητα εξάντλησης των αποθεμάτων πετρελαίου, λιγνίτη και φωταερίου στον πλανήτη, θα πρέπει το 2050, κύριοι συνάδελφοι, το 90%-95% της ενέργειας να παράγεται και στη χώρα μας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Δηλαδή, κανένα σπίτι δεν θα πρέπει ή δεν θα μπορεί να θερμαίνεται τότε με πετρέλαιο και φωταέριο. Πόσο συζητήθηκε, λοιπόν, το σχέδιο μετάβασης της χώρας στη λεγόμενη «απανθρακοποίηση» στον ενεργειακό τομέα; Πόσο έχει καθοριστεί η απόλυτη ανάγκη προσαρμογής των πόλεων στον στόχο αυτό; Πόσο έχουμε κατανοήσει τα νέα δεδομένα, για τα οποία οι επιστήμονες μας διαβεβαιώνουν; Όταν έχουμε αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη κατά 1,5 βαθμό Κελσίου, κύριοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, στα κέντρα των πόλεων θα έχουμε συν 5,5 βαθμούς Κελσίου τα καλοκαίρια και η ενέργεια που θα απαιτείται για τον δροσισμό το καλοκαίρι θα είναι πολλαπλάσια σ’ αυτές τις περιοχές από τις άλλες περιοχές με πράσινο και απ’ αυτό που είναι σήμερα. Πόσο, λοιπόν, έχει κατανοηθεί ότι πρέπει να «πρασινίσουμε» τις πόλεις και ιδιαίτερα τα κέντρα των πόλεων, όπως η Αθήνα; Όμως, «πρασίνισμα» σημαίνει διασπορά του πρασίνου μέσα στην πόλη, αλλά και πράσινες διαδρομές με λωρίδες πρασίνου ικανού πλάτους. Πόσο έχει κατανοηθεί, επίσης, ότι το σχέδιο ενεργειακής απεξάρτησης συνδυάζεται με επανασχεδιασμό της πόλης για την ανθεκτικότητα σε υψηλές θερμοκρασίες, αλλά και σε σεισμούς και ότι πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με τα παλαιά κτήρια; Αυτό το λέω, διότι ταυτόχρονα πρέπει να λύσουμε τρία τουλάχιστον προβλήματα, ήτοι να βρούμε χώρο και χώμα να φυτέψουμε δέντρα, να αποκτήσουμε περισσότερους κοινόχρηστους χώρους στα πυκνοκατοικημένα τμήματα της πόλης, να αναβαθμίσουμε ενεργειακά τα παλαιά κτήρια, από τα οποία όσα κατασκευάστηκαν πριν από το 1980, δεν έχουν ούτε στοιχειώδεις μονώσεις. Πρέπει, επίσης, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της στατικής αντοχής των κτηρίων σε μεγάλους σεισμούς. Ταυτόχρονα, αν λύσουμε αυτά τα προβλήματα, δίνουμε και δουλειά στους οικοδόμους, στους μηχανικούς, στους τεχνίτες, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία σήμερα είναι άνεργοι. Μιλάμε για κτήρια τα οποία κατασκευάστηκαν πριν από το 1980 με τον παλαιό αντισεισμικό Κανονισμό, ενώ παράλληλα έχουμε και μείωση της αντοχής του οπλισμένου σκυροδέματος, που αρχίζει μετά τα σαράντα ή πενήντα χρόνια να χάνει την αντοχή του. Πολλές φορές γίνεται συζήτηση για την ενεργειακή αναβάθμιση των κτηρίων και αγνοούμε τον άλλο παράγοντα, δηλαδή την αντοχή των κτηρίων, στα οποία επενδύουμε χρήματα για ενεργειακή αναβάθμιση. Μπορούμε, όμως, να ενισχύσουμε θεμέλια ή σκελετό κτηρίων στο συνεχές οικοδομικό σύστημα που το ένα κτήριο κολλά πάνω στο άλλο και συνήθως είναι και σε διαφορετικά βάθη η θεμελίωσή τους; Μήπως πρέπει να κατανοήσουμε την ανάγκη για ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα για τις πόλεις μας, που θα προβάλλεται στο 2030, το 2040 και το 2050, για επανασχεδιασμό των πόλεων που θα προβλέπει και απόσυρση κτηρίων, λύνοντας ταυτόχρονα όλα τα κοινωνικά προβλήματα; Αυτό το σχέδιο για τις πόλεις το 2030, το 2040 και 2050, με ενδιάμεσα στάδια υλοποίησης, σχεδιάζουμε στο Υπουργείο και αρχίσαμε τον δημόσιο διάλογο για τούτο. Η Κυβέρνηση παρουσίασε τον προηγούμενο μήνα, τον Νοέμβριο του 2018, το εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα. Το σχέδιο κινείται στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών για την κλιματική αλλαγή. Παρουσιάζονται αναλυτικά οι στόχοι για κάθε τομέα που προανέφερα, όπως τα κτήρια, οι μεταφορές, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Μέχρι τώρα είμαστε μέσα στους στόχους που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Θα ήθελα κάτι να πω ακόμα για τη δίκαιη ανάπτυξη και το σχέδιο επιβίωσης. Όσον αφορά τη λεγόμενη «δίκαιη ανάπτυξη», παρ’ όλο που η λέξη «ανάπτυξη» με τη συνήθη εννοιολογία είναι αδόκιμος όρος οικολογικά, για να είναι δίκαιη δεν αρκεί να μοιράζει σήμερα τον παραγόμενο πλούτο δικαιότερα –αυτό πρέπει να γίνεται- αλλά ταυτόχρονα για να είναι δίκαιη, πρέπει να μην αδικεί τις επόμενες γενιές. Επομένως, μια ανάπτυξη, έστω με δίκαιη κατανομή του πλούτου, με τα χαρακτηριστικά του καταναλωτισμού, όπως τον ζούμε στον δυτικό κόσμο, έχει οικολογικό αποτύπωμα που αποτυπώνεται σε δυόμισι ή τρεις πλανήτες για το επίπεδο ζωής που έχει ο δυτικός κόσμος. Δυστυχώς, η ανθρωπότητα βαδίζει χωρίς σχέδιο επιβίωσης και το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν βλέπει μακριά. Ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη με εφήμερα χαρακτηριστικά, που φέρνει κέρδη και καταναλωτισμό, με ταυτόχρονη φτώχεια και δυστυχία».