Επίθεση στην κυβέρνηση για μία σειρά από ζητήματα εξαπέλυσε ο βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο» και το δημοσιογράφο Νίκο Σβέρκο.
«Η απολιγνιτοποίηση που εξήγγειλε ο κύριος Μητσοτάκης, τον Σεπτέμβριο του 2019, από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών δεν αποτελεί ένα ενεργειακό σχέδιο για την Ελλάδα και τη μετάβασή της στην κλιματική ουδετερότητα, κάτι που είναι απαραίτητο και αναγκαίο, αλλά πρόκειται για ένα σχέδιο ιδιωτικοποίησης της ηλεκτροπαραγωγής της χώρας μας. Δεν πρόκειται ακόμη για απανθρακοποίηση αλλά για απλή αντικατάσταση της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ με ιδιωτικές μονάδες φυσικού αερίου, ενός ορυκτού και εισαγόμενου καυσίμου που αυξάνει την ενεργειακή μας εξάρτηση. Δεν οδηγεί στην αύξηση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ούτε στη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Είναι ένα σχέδιο που αφήνει τις λιγνιτικές περιοχές, τη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη, τους εργαζόμενους και την κοινωνία χωρίς μέλλον, χωρίς σχέδιο, χωρίς απαντήσεις. Κανένα σχέδιο δίκαιης μετάβασης για την κοινωνία, τους εργαζόμενους, την τοπική επιχειρηματικότητα δεν υπάρχει. Μία αδράνεια που ξεπερνά τους δέκα μήνες και έχει εντείνει την ανησυχία των κοινωνιών. Είχε προηγηθεί μία προσπάθεια διεξαγωγής προσχηματικού διαλόγου στον κλειστό χώρο ενός ξενοδοχείου, με περιορισμένη προσέλευση στη Δυτική Μακεδονία, από τον οποίο αποχώρησαν οι δήμαρχοι, οι φορείς και οι εργαζόμενοι της περιοχής», δήλωσε ο Σ.Φάμελλος
Παρουσίασε στη συνέχεια την πολιτική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για τη ΔΕΗ και γενικότερα τον ενεργειακό τομέα και το περιβάλλον όπως έχει αποτυπωθεί στις νομοθετικές της πρωτοβουλίες. Ο κύριος Χατζηδάκης κατάργησε τις προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ για να προχωρήσει σε προσλήψεις γαλάζιων παιδιών, αύξησε τις διευθυντικές θέσεις για να βολέψει «δικά τους» παιδιά, αύξησε το συνολικό κόστος της Διοίκησης με τον χαρακτηριστικό πενταπλασιασμό της αμοιβής του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ, κυρίου Στάσση, σε σχέση με την αμοιβή της περιόδου διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. «Δυστυχώς, η τακτοποίηση ημετέρων μόνο ενδιαφέρει τη Νέα Δημοκρατία ενώ, δεν την ενδιαφέρει καθόλου η αύξηση που έφτασε μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) στα τιμολόγια της ΔΕΗ ειδικά σε μία περίοδο, όπως αποδείχτηκε λόγω της πανδημίας, ιδιαιτέρως κρίσιμη για την κοινωνία. Η επιλογή αυτή της κυβέρνησης έχει οδηγήσει επιπλέον σε ένα ντόμινο αυξήσεων και στο κόστος ύδρευσης, όπως έχουν δηλώσει δημόσια οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) και έχουν εκφράσει κραυγή αγωνίας για τις αυξήσεις αυτές».
Ο Σ.Φάμελλος αναφέρθηκε στο συνολικότερο σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας που δεν είναι άλλο από την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, την εκχώρηση δημόσιων υποδομών σε ιδιώτες και τη μεταφορά των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων σε πολιτικό επίπεδο. Στάθηκε στην προωθούμενη, από την κυβέρνηση, πώληση του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) που εισήχθη στο περιβαλλοντοκτόνο νόμο που ψηφίστηκε πριν από περίπου ένα μήνα στη Βουλή, μόνο από τη ΝΔ, και στην προηγούμενη απόφαση πώλησης ολόκληρου του ποσοστού του δημοσίου στο δίκτυα φυσικού αερίου της Ελλάδας σε έναν μόνο ιδιώτη (ΔΕΠΑ Υποδομών) σε αντίθεση με τις φιλελεύθερες αρχές, βελτίωσης του ανταγωνισμού σε αυτήν την περίπτωση, που ευαγγελίζεται, θεωρητικά και όχι στην πράξη, η Νέα Δημοκρατία. Υπογράμμισε επιπλέον ότι: «Σε όλους τους τομείς, όπως και στο περιβάλλον και στην ενέργεια, η κυβέρνηση καταργεί τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για τη δημιουργία κράτους δικαίου. Ο αντιπεριβαλλοντικός νόμος ακυρώνει τους δασικούς χάρτες, καταργεί τους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, «αφυδατώνει» και υποβαθμίζει τις ελεγκτικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μεταφέροντας τις αποφάσεις σε πολιτικό επίπεδο. Οποιαδήποτε δραστηριότητα θα «προχωράει» πλέον βάσει πολιτικής βούλησης και όχι βάσει διαφανών διαδικασιών και κανόνων. Η κυβέρνηση δεν έχει κανένα όραμα για την ανάπτυξη και το περιβάλλον, παρά μόνο για την «ιδιωτικοποίηση» και αποδόμηση και του κράτους δικαίου».
Σχολίασε τέλος την οικονομική και «αναπτυξιακή» πολιτική της ΝΔ η οποία έχει οδηγήσει από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης σε αρνητικά αποτελέσματα, αντιστροφή της πορείας ανόδου του ΑΕΠ επί ΣΥΡΙΖΑ, μείωση της βιομηχανικής παραγωγής, καταγεγραμμένη μείωση ρυθμών ανάπτυξης από το τρίτο τρίμηνο του 2019 και ύφεση από τους πρώτους μήνες του 2020 πριν την πανδημία, κ.ά., τα οποία, όπως είπε, εντείνονται λόγω της πανδημίας. «Η διαφαινόμενη ύφεση τους επόμενους μήνες δεν αποτελεί νομοτέλεια, ούτε αποτέλεσμα της πανδημίας. Δεν πρόκειται για μία αναπόφευκτη πορεία αλλά για μία επιλογή της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας να εντείνει τις ανισότητες και τη φτώχεια. Κυκλοφορούν ήδη δημοσιεύματα για αύξηση των απολύσεων, οι έμποροι, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες δεν μπορούν να δουν προοπτική και σταθερότητα. Η κυβέρνηση επιλέγει, σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, να μην καταθέτει στην κοινωνία κάποια πρόταση για τη στήριξη της παραγωγής και της εργασίας και δεν είναι διατεθειμένη να καλύψει το κόστος της κρίσης λόγω της πανδημίας. Λειτουργεί αντιθέτως, αποσπασματικά, με μία λογική «βλέποντας και κάνοντας» εισάγει ταυτόχρονα την ελαστικοποίηση των όρων εργασίας χωρίς να στηρίζει την απασχόληση, μειώνοντας έτσι την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, ούτε καταθέτει ένα σχέδιο για τη στήριξη των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα τα λάθη της να πολλαπλασιάζονται και να δημιουργείται, εύλογα, μεγάλη ανησυχία και να γεννώνται σοβαρά ερωτήματα στην κοινωνία».