Η συνεισφορά στην οικονομία, μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ασχολούνται με τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο στην Ελλάδα, σε όρους προστιθέμενης αξίας το 2021 ήταν 3,6%, ενώ η συνεισφορά τους στην απασχόληση ήταν 19.375 θέσεις εργασίας και σε ποσοστό απασχόλησης 0,9%, και στην κατηγοριοποίηση όσον αφορά στο αντικείμενο με το οποίο ασχολούνται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα (αριθμός επιχειρήσεων) αυτές που αφορούν στον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο ήταν σε αριθμό 7.576 επιχειρήσεις, δηλαδή ποσοστό το 1,1%.
Αυτό αναφέρεται στα στοιχεία που χρησιμοποιεί η ΓΣΕΒΕΕ για την νέα μελέτη της με θέμα: «Εμπόδια στην πρόσβαση των μικρών επιχειρήσεων σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα».
Σύμφωνα με την περίληψη της μελέτης:
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν την πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιουργούν τις περισσότερες θέσεις εργασίας και συμβάλλουν σημαντικά στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία, διαδραματίζοντας ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία εθνικού εισοδήματος και στην επίτευξη κοινωνικής συνοχής. Η σημαντική συνεισφορά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε όρους απασχόλησης και προστιθέμενης αξίας στην οικονομία αποτελεί το θεμέλιο λίθο για την ανάληψη δράσεων ενίσχυσής τους μέσω των κατάλληλων δημόσιων πολιτικών.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι συγχρηματοδοτούμενες δράσεις που προκηρύσσονται στο πλαίσιο των οριζόντιων και περιφερειακών επιχειρησιακών προγραμμάτων του ΕΣΠΑ αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια το σημαντικότερο εργαλείο ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας μικρής κλίμακας. Η συμμετοχή όμως των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε συγχρηματοδοτούμενες δράσεις συναντά πληθώρα προβλημάτων και αδυναμιών, ζητήματα με τα οποία πραγματεύεται η παρούσα εργασία, αναδεικνύοντας παράγοντες που επιδρούν σχετικά, όπως το θεσμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο σχεδιάζονται οι δράσεις, η αποτελεσματική ή μη υλοποίησή τους προς όφελος των επιχειρήσεων, καθώς και τυχόν εγγενείς αδυναμίες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την επιχειρηματικότητα μικρής κλίμακας.
Η μικρή συμμετοχή των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και τα χαμηλά ποσοστά απορρόφησης σε όρους εκταμιεύσεων των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων, είτε πρόκειται για το εργαλείο της μη επιστρεπτέας μορφής ενίσχυσης (επιχορήγηση), είτε επιστρεπτέες μορφές ενίσχυσης, όπως τα χρηματοδοτικά εργαλεία δανειακού ή κεφαλαιακού τύπου, αναδεικνύουν την ανάγκη αλλαγής του μοντέλου σχεδιασμού των δράσεων λαμβάνοντας υπόψη την ετερογένεια των ΜΜΕ, καθώς και την ανάγκη προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Στην προσπάθεια αυτή, κρίσιμη σημασία αποκτά ο αποτελεσματικός συντονισμός από πλευράς δημόσιας διοίκησης κατά το σχεδιασμό και την παρακολούθηση των δράσεων, η θεσμοθέτηση ενός μόνιμου μηχανισμού διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς, η αποτελεσματική χρήση των εργαλείων που προσφέρονται στο πλαίσιο του κανονιστικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων, ο σχεδιασμός της απαιτούμενης στρατηγικής έξυπνης εξειδίκευσης με επικέντρωση στην ιδέα της επιχειρηματικής ανακάλυψης στο πλαίσιο της βιομηχανικής καινοτομίας και η δημιουργία μίας δημόσιας ψηφιακής πλατφόρμας για την αντιμετώπιση της ασύμμετρης πληροφόρησης μέσω της έγκαιρης και αξιόπιστης ενημέρωσης των δυνητικών δικαιούχων σε θέματα συγχρηματοδοτούμενων δράσεων. Σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή, εκτιμάται ότι μπορεί να διαδραματίσει η θεσμοθέτηση μίας Εθνικής Στρατηγικής για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και την Επιχειρηματικότητα, λαμβάνοντας υπόψη το παράδειγμα της αντίστοιχης στρατηγικής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γενικά συμπεράσματα
▪ Η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι πολύ μικρές και μικρές (99,2% το 2021).
▪ Παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπινου δυναμικού στις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις, καθώς 7 στους 10 εργαζόμενους απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 8 στους 10 εργαζόμενους (81,8%) απασχολούνται σε ΜΜΕ συνολικά, λαμβάνοντας υπόψη και τις μεσαίες επιχειρήσεις. Οι αντίστοιχες αναλογίες στην ΕΕ-27 είναι χαμηλότερες (5 στους 10 εργαζόμενους απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 6 στους 10 εργαζόμενους σε ΜΜΕ συνολικά)
▪ Περίπου 40% της προστιθέμενης αξίας στην οικονομία παράγεται από πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 62% από ΜΜΕ συνολικά. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην ΕΕ-27 είναι 35% και 52%.71
▪ Η συνεισφορά των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στην οικονομία και την κοινωνική συνοχή κρίνεται αναμφισβήτητη βάσει βιβλιογραφίας, θεσμοθετημένων στρατηγικών σε επίπεδο ΕΕ και στατιστικών στοιχείων.
Κατηγοριοποίηση των ΜΜΕ στην Ελλάδα ανά κλάδο
Από τα στοιχεία του SME Performance Review (SPR) που λαμβάνονται από τη Eurostat και στα οποία βασίζεται η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή του SBA (SBA Factsheet), προκύπτει ότι η πλειοψηφία (49,3%) των ΜMΕ στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στον κλάδο των υπηρεσιών, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται οι οικονομικές δραστηριότητες μεταφοράς και αποθήκευσης (8,0%), διαμονής και φαγητού (13,9%), η πληροφορική και οι επικοινωνίες (2,4%), η διαχείριση/αγοραπωλησίες ακινήτων (1,5%), επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες (20,6%), καθώς και οι υπηρεσίες διοίκησης και υποστήριξης (3%). Ακολουθούν ο κλάδος του εμπορίου με ποσοστό 32,2%, οι κατασκευές με ποσοστό 8,7% και η μεταποίηση με ποσοστό 8,4%.
Σε όρους απασχόλησης οι ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ακολουθούν την ακόλουθη κατανομή: O κλάδος των υπηρεσιών συνολικά συνεισφέρει σε ποσοστό 49,5% στην απασχόληση. Ειδικότερα, στην απασχόληση οι οικονομικές δραστηριότητες μεταφοράς και αποθήκευσης συνεισφέρουν σε ποσοστό 5,6%, οι υπηρεσίες διαμονής και φαγητού 25,2%, η πληροφορική και οι επικοινωνίες 2,6%, η διαχείριση/αγοραπωλησίες ακινήτων 1%, οι επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες 11%) και οι υπηρεσίες διοίκησης και υποστήριξης 4,1%. Ακολουθούν ο κλάδος του εμπορίου με ποσοστό 28,6%, οι κατασκευές με ποσοστό 6% και η μεταποίηση με ποσοστό 12,2%. Επισημαίνεται, ότι παρόλο που οι επιχειρήσεις του κλάδου της μεταποίησης αποτελούν το 6,3% του συνόλου των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ο κλάδος της μεταποίησης συνολικά συνεισφέρει κατά 13,9% στην απασχόληση .
Σε όρους προστιθέμενης αξίας, ο κλάδος των υπηρεσιών συνεισφέρει το μεγαλύτερο μερίδιο (42,1%) σε όρους προστιθέμενης αξίας με την ακόλουθη κατανομή: οι οικονομικές δραστηριότητες μεταφοράς και αποθήκευσης συνεισφέρουν σε προστιθέμενη αξία κατά 8,1%, οι υπηρεσίες διαμονής και φαγητού 9,8%, η πληροφορική και οι επικοινωνίες 4,8%, η διαχείριση/αγοραπωλησίες ακινήτων 2,9%, οι επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες 11,4% και οι υπηρεσίες διοίκησης και υποστήριξης 4,2%. Η συνεισφορά του κλάδου του εμπορίου στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία ανέρχεται σε ποσοστό 26,0%, της μεταποίησης σε 19,3% και των κατασκευών σε 7,5%
Τα προβλήματα
Σύμφωνα με την έρευνα SAFE της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα παρουσιάζει διαχρονικά από τα χρόνια της κρίσης υψηλά ποσοστά ΜΜΕ που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην πρόσβαση σε χρηματοδότηση, καθώς και το υψηλότερο ποσοστό φόβου απόρριψης αίτησης για τη χορήγηση δανείου μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Μεταξύ άλλων, τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν το ιδιαίτερα σημαντικό και διαχρονικό πρόβλημα πρόσβασης των ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα σε χρηματοδότηση.
Εξίσου σημαντικά ζητήματα αποτελούν η ελλιπής πληροφόρηση των ΜΜΕ γύρω από τις δυνατότητες που παρέχουν τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα/δράσεις και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, κάτι που διαφέρει μάλιστα, τόσο με βάση το μέγεθος των επιχειρήσεων, όσο και μεταξύ επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικούς τομείς η έλλειψη επαρκών γνώσεων των ΜΜΕ γύρω από χρηματοοικονομικά θέματα (financial literacy) το οποίο επηρεάζει σημαντικά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη λήψη εξωτερικής χρηματοδότησης και τη μορφή αυτής, καθώς και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που παρατηρούνται στην ελληνική περίπτωση (ΥΠΑνΕπ/ΓΓΒ, 2021), τόσο σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού των μεγάλων επιχειρήσεων, όσο και σε σύγκριση με άλλες χώρες (OECD Stas/Finance/SME Financing, OECD, 2022).
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα και ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων ουσιαστικά είναι αποκλεισμένες από τον παραδοσιακό τραπεζικό δανεισμό, η λήψη επιχορήγησης (grant) από κάποια δράση κρατικών ενισχύσεων αποτελεί σημαντική διέξοδο για την ανθεκτικότητα και την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Κρίνεται δε επιτακτική η ανάγκη διαμόρφωσης δημόσιων πολιτικών και λήψης μέτρων για τη στήριξη της μικρής κλίμακας επιχειρηματικότητας προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της πρόσβασης σε χρηματοδοτικά προγράμματα, καθώς οι ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, έχοντας βιώσει τις αρνητικές συνέπειες διαδοχικών κρίσεων σε ένα περιβάλλον διεθνοποιημένου καπιταλισμού, αντιμετωπίζουν τόσο συνολικά, όσο και σε επίπεδο επιμέρους τομέων και κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, σημαντικά προβλήματα ρευστότητας που απειλούν την επιβίωσή τους και τα οποία χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Ο σχεδιασμός των κατάλληλων δράσεων κρατικών ενισχύσεων για την ενίσχυση των μικρής κλίμακας επιχειρηματικότητας μπορεί να συμβάλλει σημαντικά προς την κατεύθυνση τόνωσης της ανθεκτικότητας και της περαιτέρω ανάπτυξης των ΜΜΕ, αρκεί να διασφαλίζουν τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή τους σε αυτές εντός πάντοτε του κανονιστικού πλαισίου χορήγησης κρατικών ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού.