«Η κρίση των τιμών θα διαρκέσει και καμία χώρα, όσο ανθηρά και να είναι τα οικονομικά της, δεν μπορεί να παρεμβαίνει για χρόνια στην αγορά του ηλεκτρισμού. Η αλλαγή του ενεργειακού μείγματος στην παραγωγή ηλεκτρισμού επείγει!!!».
Τα παραπάνω τονίζει η Μαρία Σπυράκη, σε συνέντευξη που παραχωρεί στο iEnergeia.gr για το τι αποφάσεις θα πρέπει να λάβει για το ενεργειακό το Συμβούλιο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνέρχεται Δευτέρα και Τρίτη.
Η ευρωβουλευτής ΝΔ-ΕΛΚ και συμπρόεδρος του Intergroup για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και την Κλιματική Αλλαγή, μιλάει για την απεξάρτηση της ΕΕ από τη ρωσική ενέργεια, για το τι πρέπει να πράξουν οι Βρυξέλλες για να προστατεύσει τους πολίτες της από το φυσικό αέριο, αλλά και για το τι πρέπει να πράξει η ελληνική ενέργεια.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει η απάντησή της στο ερώτημα για τις αντιδράσεις δημάρχων και περιφερειαρχών, που στην πλειοψηφία τους είναι «γαλάζιοι» στην τοποθέτηση καθαρών μορφών ενέργειας στις περιοχές τους και οι οποίες στην πορεία προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές αναμένεται να ενταθούν. «Είναι η ώρα να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας, ξεκινώντας από εμάς τους πολιτικούς. Δεν μπορούμε να θυσιάζουμε πόρους και προοπτικές επειδή αδυνατούμε να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας, επειδή φοβόμαστε να συγκρουστούμε με τους λίγους που υπονομεύουν το μέλλον των πολλών. Η δημόσια αποδοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ελλάδα οφείλει να είναι εθνικό στοίχημα», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Σπυράκη-και προσθέτει: Με αυξημένη δημόσια αποδοχή στις ΑΠΕ μπορούν να ξεκλειδώσουν επενδύσεις δισεκατομμυρίων στην πράσινη ενέργεια που θα διασφαλίσουν φθηνό και καθαρό ηλεκτρισμό για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις μας».
Τη Δευτέρα συνέρχεται το Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ, με θέμα και την ενέργεια. Ποιο είναι το διακύβευμα και σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η Ευρώπη για την απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια;
Εκ των πραγμάτων η συζήτηση θα επικεντρωθεί στο νέο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Η ΕΕ οφείλει να κινηθεί ενιαία και στο επόμενο βήμα των κυρώσεων, προχωρώντας στην πλήρη απεξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο ως το τέλος του 2022. Από την ώρα που η Γερμανία, η μεγαλύτερη και πιο ενεργοβόρα βιομηχανική οικονομία στην ΕΕ δηλώνει πως μπορεί να μηδενίσει τις εισαγωγές του ρωσικού πετρελαίου ως το Δεκέμβριο, είναι απαραίτητο να κάνουμε το επόμενο βήμα. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οφείλει επίσης να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα προκειμένου να αμβλύνει τις αντιρρήσεις της Ουγγαρίας σε αυτή την κατεύθυνση , διαφορετικά για πρώτη φορά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία η ΕΕ θα εμφανιστεί αποδυναμωμένη έναντι του επιτιθέμενου Πούτιν.
Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα μπορεί να προχωρήσει με μεγαλύτερη ταχύτητα ενισχύοντας τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Οι προτάσεις της Κομισιόν ,που δημοσιεύτηκαν στις 18 Μαΐου, δείχνουν το δρόμο στα κράτη-μέλη ώστε να μειωθεί ο χρόνος αδειοδότησης και εγκατάστασης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, να υπερδιπλασιστεί η παραγωγή ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκά κυρίως μέσω των εγκαταστάσεων στις στέγες δημοσίων κτιρίων, επιχειρήσεων και κατοικιών και να δωθεί έμφαση στις καινοτόμες λύσεις και την κατασκευή των υποδομών για την ενίσχυση της ασφάλειας των προμηθειών φυσικού αερίου και υδρογόνου με επενδύσεις που θα φθάνουν τα 100 δις το χρόνο ως το 2027.
Η Ευρώπη καθυστέρησε στην απεξάρτηση της από τα ορυκτά καύσιμα και στην ανάπτυξη του δικτύου υδρογόνου. Τώρα, υπό την πίεση του υψηλού ενεργειακού κόστους από το φυσικό αέριο, οφείλει να καλύψει το χαμένο χρόνο κάνοντας επενδυτικά άλματα στις ανανεώσιμες και εκπαιδεύοντας ταυτόχρονα το ανθρώπινο δυναμικό της στις απαιτήσεις των νέων τεχνολογιών που απαιτούν η παραγωγή, εγκατάσταση και συντήρηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Και για να προστατεύσει τους πολίτες της από το ακριβό ρεύμα και όλα τα παρεπόμενα που αυτό επιφέρει;
Στις Βρυξέλλες έχει ήδη ανοίξει η συζήτηση για το μοντέλο τιμολόγησης του ηλεκτρισμού με βάση το φυσικό αέριο. Η άποψη ότι δεν είναι πλέον βιώσιμο να τιμολογούμε τον ηλεκτρισμό με βάση το πιο ακριβό ορυκτό καύσιμο στον πλανήτη, ακούγεται πλέον πολύ έντονα. Το μοντέλο λειτούργησε σε συνθήκες ειρήνης με διασυνδεδεμένες αγορές και στην ουσία δείχνει το δρόμο για να αυξηθούν οι ανανεώσιμες. Η Ισπανία και η Πορτογαλία που έχουν στο μείγμα παραγωγής ηλεκτρισμού περισσότερο από 50% ανανεώσιμες και η χαμηλή διασύνδεσή τους δεν επηρεάζει τις τιμές άλλων χωρών στην ΕΕ, πέτυχαν αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρισμού από την τιμή του φυσικού αερίου. Ακούω την αντιπολίτευση στην Ελλάδα να επικρίνει την κυβέρνηση γιατί δεν πέτυχε το ίδιο στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής. Διότι πολύ απλά στην Πορτογαλία το ενεργειακό μείγμα στο ηλεκτρικό ρεύμα περιλαμβάνει 23,2% αέρα,25,7% υδροηλεκτρικά,7,1%βιοκαύσιμα και 3,2 % ηλιακά. Αντίστοιχα το ενεργειακό μείγμα στην Ισπανία περιλαμβάνει 21,4% αέρα,12,9% υδροηλεκτρικά, 7,9% ηλιακά, 2,2% βιοκαύσιμα και 22,1% πυρηνικά. Στην Ελλάδα, με την οποία η αντιπολίτευση επιχειρεί τη σύγκριση, το ενεργειακό μείγμα στο ηλεκτρικό ρεύμα περιλαμβάνει 19,1% αέρα 7,1% υδροηλεκτρικά ,0,9% βιοκαύσιμα και 9,2% ηλιακά .
Οι εύκολες προσεγγίσεις τροφοδοτούν το λαϊκισμό χωρίς να αναδεικνύουν την αληθινή διάσταση του προβλήματος. Χάσαμε χρόνο στην εγκατάσταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το πεδίο είναι μεγάλη.
Η Αθήνα τι πρέπει να πράξει;
Η κυβέρνηση στην Ελλάδα χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα μέσα ώστε να περιορίσει το ενεργειακό κόστος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Με την επιλογή της παρέμβασης στην εσωτερική αγορά του φυσικού αερίου, η κυβέρνηση πετυχαίνει αποτέλεσμα ανάλογο της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην μείωση των τιμών του ηλεκτρισμού. Παράλληλα συνεχίζει τις ενισχύσεις και προς τους καταναλωτές. Στην Ελλάδα γίνεται η μεγαλύτερη παρέμβαση με όρους κόστους σε κατά κεφαλή ΑΕΠ. Η ανακούφιση όλων μας γίνεται με τη χρήση κονδυλίων από τον προϋπολογισμό ,στοιχείο που αναδεικνύει και πάλι την ανάγκη να περιορίσουμε στο ελάχιστο την παραγωγή ηλεκτρισμού από ορυκτά καύσιμα. Η κρίση των τιμών θα διαρκέσει και καμία χώρα, όσο ανθηρά και να είναι τα οικονομικά της, δεν μπορεί να παρεμβαίνει για χρόνια στην αγορά του ηλεκτρισμού. Η αλλαγή του ενεργειακού μείγματος στην παραγωγή ηλεκτρισμού επείγει!!!
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όμως καθυστερούν. Τι πρέπει να γίνει για να επιταχυνθεί η επέκτασή τους;
Η επιτάχυνση της αδειοδότησης, που ήδη έχει δρομολογηθεί με νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, είναι απαραίτητο να συνδυαστεί με την χωροθέτηση ειδικών περιοχών για ΑΠΕ, όπως προβλέπεται από το RepowerEU. Ταυτόχρονα στην Ελλάδα οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε εμπροσθοβαρώς την νέα τάση της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών στα κτίρια συνδυάζοντας την ενεργειακή αναβάθμιση με τα νέα αόρατα φωτοβολταϊκά που μπορούν να ενσωματωθούν σε διαφορετικές αρχιτεκτονικές επιλογές και με την τεχνική βοήθεια one-stop shop. Η πρόταση της Κομισιόν προβλέπει επίσης ενεργειακές κοινότητες, τουλάχιστον μία σε πόλεις πάνω από 10.000 κατοίκους, ως το 2025. Ταυτόχρονα οφείλουμε να ενισχύσουμε την καινοτομία που συνδυάζεται με τις ανανεώσιμες και να υιοθετήσουμε καλές πρακτικές. Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε αγροτικές καλλιέργειες τα agrivoltaics, τα πλωτά φωτοβολταϊκά σε τεχνητές λίμνες υδροηλεκτρικών μονάδων, είναι μόνο κάποιες από τις ιδέες που ήδη εφαρμόζονται στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι αντιδράσεις, όμως, δημάρχων (που στην πλειοψηφία της χώρας είναι "γαλάζιοι") και περιφερειαρχών αναμένεται να ενταθούν καθώς οδεύουμε προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Αυτό πώς αντιμετωπίζεται;
Στην Ελλάδα εφαρμόζεται η νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος ,και ειδικότερα της βιοποικιλότητας, η οποία είναι η πιο αυστηρή νομοθεσία στον κόσμο. Οφείλουμε να εξηγήσουμε στους πολίτες κατ’ αρχήν, ότι φθηνή και καθαρή ενέργεια είναι μόνο η πράσινη ενέργεια. Παράλληλα οφείλουμε να εμπλέξουμε στο εγχείρημα της αλλαγής του ενεργειακού μείγματος τους τοπικούς φορείς και την αυτοδιοίκηση. Με εντατική ενημέρωση, τακτική επικοινωνία για τα νέα δεδομένα και συνυπευθυνότητα στην πορεία της αλλαγής του ενεργειακού μείγματος μπορούμε να υπερβούμε τις αντιδράσεις προσώπων και ομάδων που υπερασπίζονται μικροσυμφέροντα αμφισβητώντας την επιστήμη και την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Είναι η ώρα να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας, ξεκινώντας από εμάς τους πολιτικούς. Δεν μπορούμε να θυσιάζουμε πόρους και προοπτικές επειδή αδυνατούμε να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας, επειδή φοβόμαστε να συγκρουστούμε με τους λίγους που υπονομεύουν το μέλλον των πολλών. Η δημόσια αποδοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ελλάδα οφείλει να είναι εθνικό στοίχημα. Με αυξημένη δημόσια αποδοχή στις ΑΠΕ μπορούν να ξεκλειδώσουν επενδύσεις δισεκατομμυρίων στην πράσινη ενέργεια που θα διασφαλίσουν φθηνό και καθαρό ηλεκτρισμό για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις μας.
(Η Μαρία Σπυράκη είναι ευρωβουλευτής ΝΔ-ΕΛΚ, συμπρόεδρος του Intergroup για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και την Κλιματική Αλλαγή)