Η κυβέρνηση μπροστά στον όλο και αυξανόμενο κίνδυνο έλλειψης φυσικού αερίου, εξαιτίας της στάσης της Ρωσίας να διακόψει την παροχή στην Ευρώπη μέσω του «Nord Stream 1», χωρίς μάλιστα να γνωρίζει κανείς για πόσο διάστημα, αποφάσισε την επιστροφή στον λιγνίτη.
Παρά το γεγονός ότι υποστηρίζεται από κυβερνητικής πλευράς ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από άλλες χώρες σε θέματα επάρκειας, η αλήθεια είναι ότι τους πολίτες αυτής της χώρας δεν τους ενδιαφέρει η «καλύτερη θέση», αλλά η ουσία και η πραγματικότητα.
Και αυτή είναι μια. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ενεργειακού ελλείμματος για όλη την Ευρώπη και μια μακροχρόνια διακοπή των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, μπορεί να πλήξει περισσότερο ορισμένες άλλες χώρες, θα έχει όμως συνέπειες σε όλους και φυσικά και στην Ελλάδα.
Το «λίγο λιγότερο» πρόβλημα , λοιπόν δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα.
Υπάρχει και αυτό είναι μεγάλο, αν αναλογιστεί κανείς και τις επιπτώσεις στο επίπεδο των τιμών.
Επί του προκειμένου, η «λύση» που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση είναι ο διπλασιασμός της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη για τους επόμενους 12 μήνες από τη ΔΕΗ.
Και τώρα, όχι μόνο αυξάνουμε την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από λιγνίτη από τις υπάρχουσες μονάδες, αλλά όπως επισήμως ανακοινώθηκε το Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει και η λειτουργία της νέας λιγνιτικής μονάδας, Πτολεμαΐδα 5.
Και αν αυτή η επιστροφή στο «κάρβουνο» δεν επαρκεί για να διασφαλίσει την επάρκεια τότε θα γίνει και χρήση περισσότερου ντίζελ στις πέντε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο που έχουν τη δυνατότητα χρησιμοποίησης και αυτού του ρυπογόνου καυσίμου.
Τόσο εύκολα ξεχάστηκαν τα μεγάλα λόγια για πράσινη ενέργεια και τόσο εύκολα άλλαξαν οι αποφάσεις που από τους πρώτους πήραμε ως χώρα στην ΕΕ -χωρίς κανένα σχεδιασμό για την ενεργειακή ασφάλεια όπως αποδείχτηκε – για κατάργηση του λιγνίτη.
Δυστυχώς οι εθνικές μας πολιτικές είναι τέτοιες, που όχι μόνο δεν συνάδουν με την πράσινη ενέργεια, αλλά ούτε και δημιουργούν ένα περιβάλλον ενεργειακής σταθερότητας.
Επιτέλους, αυτό που μας προτρέπουν οι κυβερνώντες, να αλλάξουμε δηλαδή ως πολίτες-καταναλωτές την ενεργειακή μας κουλτούρα, αλλά με λάθος στόχευση αυτή της σκληρής οικονομίας στην κατανάλωση ενέργειας με την απειλή «δελτίου», θα πρέπει να το πράξουν και οι ίδιοι.
Όχι με σκληρή οικονομία, , αλλά με εμπεριστατωμένες πολιτικές και ορθολογικούς σχεδιασμούς για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που να μην αναγκάζουν σε πισωγυρίσματα.