Μια απάντηση στο «ερώτημα» δόθηκε, χθες, από τους τραπεζίτες της χώρας που κατάφεραν, όπως αναφέρουν τα ρεπορτάζ, να «εξοργίσουν» ακόμη και τον ήπιων τόνων υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.
Αν και γνώριζαν πολύ καλά τι θα τους ζητούσε ο υπουργός, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής δυσπραγίας για την πλειοψηφία των πολιτών και κυρίως των πελατών τους δανειοληπτών και ενώ οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιωθεί από τη βαριά φορολόγηση των Ελλήνων, αυτοί αρνήθηκαν να συνεισφέρουν σε μια προσπάθεια όχι ευνοϊκής αλλά έντιμης αντιμετώπισης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
Και ο υπουργός Οικονομικών, προφανώς ανίσχυρος να τους αντιμετωπίσει αρκέστηκε στην έκδοση μιας ανακοίνωσης που εν πολλοίς αναφέρει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να προσέλθουν ξανά σε δύο εβδομάδα στο τραπέζι του διαλόγου έχοντας συγκεκριμένες προτάσεις.
Τόσο πολύ πίεσε τις τράπεζες ο κύριος Σταϊκούρας.
Μια δεύτερη απάντηση στο «ερώτημα», επίσης χθες, δόθηκε από το πανίσχυρο λιανεμπόριο και συγκεκριμένα τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, αλλά δια στόματος υπουργού Ανάπτυξης.
Ο κύριος Άδωνις Γεωργιάδης, λοιπόν ανακοίνωσε ότι οι ελεγκτές του εντόπισαν φαινόμενα κερδοσκοπίας, με υψηλά περιθώρια κέρδους, ακόμη και στα προϊόντα του «καλαθιού του νοικοκυριού» που οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες των σούπερ μάρκετ έφτιαξαν για να βοηθήσουν δήθεν τους φτωχούς καταναλωτές να προμηθεύονται , κάπως φθηνότερα τα αναγκαία προς το ζην.
Τι έκανε ο υπουργός Ανάπτυξης; Τους … κατατρόμαξε ότι θα πει ποιοι είναι στους καταναλωτές και θα τους βάλει πρόστιμα, που όπως ο ίδιος ομολόγησε είναι μικρά κάτω των 50.000 ευρώ.
Και το χειρότερο είναι ότι στο τέλος τους παρακάλεσε να φέρονται ηθικά λέγοντας «Θέλω να παρακαλέσω τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ να είναι περισσότερο προσεκτικές για την τήρηση του νόμου μας για την κερδοσκοπία, κυρίως στα προϊόντα εντός καλαθιού που είναι κρίσιμα για τη διαβίωση».
Μια τρίτη απάντηση στο «ερώτημα» του αειμνήστου Κωνσταντίνου Καραμανλή δόθηκε από τη γερμανική εφημερίδα Tageszeitung (TAZ) σε δημοσίευμα της που μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Από τη Ν.Δ. και τους σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, κανείς μέχρι σήμερα στην Ελλάδα δεν έχει τολμήσει να περικόψει, έστω και στο ελάχιστο, την τρομερή δύναμη και τα προνόμια των πολύ πλούσιων.
Παραδοσιακά επωφελούνται από αυτό κυρίως οι Έλληνες εφοπλιστές. Από το 1953 ο κλάδος τους απολαμβάνει ποικίλες φοροαπαλλαγές, οι οποίες κατοχυρώνονται στο άρθρο 107 του Ελληνικού Συντάγματος.
Καμία κυβέρνηση, καμία συνταγματική αναθεώρηση, κανένα πρόγραμμα περικοπών δεν έχει αλλάξει κάτι σε αυτό».
Και καταλήγει με ένα συμπέρασμα της από την σημερινή πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα γράφοντας πως «η οικονομική ολιγαρχία στην Ελλάδα» αξιοποιεί και τις προνομιακές σχέσεις της με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, «είτε παίρνοντας μεγάλες δουλειές, είτε αναβάλλοντας οικονομικές υποχρεώσεις, είτε εξασφαλίζοντας γενναιόδωρη διαγραφή χρεών. Μικρές επιχειρήσεις δεν επωφελούνται από αντίστοιχες διευκολύνσεις».