Δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις στην ατμόσφαιρα. Μυρωδιά εκλογών, οσμή παρακμής. Βαριά τοξικό νέφος.
Θα ήταν στο χέρι της κυβερνητικής ηγεσίας να το διαλύσει. Για τις εκλογές, θα αρκούσε να ορίσει μια ημερομηνία -ώστε να μην αιωρούνται υποψίες ότι η στιγμή των εκλογών εξαρτάται από διάφορα «νταραβέρια».
Θα μπορούσε να διαλυθεί και η αποπνικτική οσμή της παρακμής, που εκπέμπεται με επίκεντρο την ΕΥΠ. Εφόσον όλοι (μαζί, πλέον, κι η κυβέρνηση) δέχονται ότι γίνονταν υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών υπουργών, κρατικών αξιωματούχων, επιχειρηματιών από την ΕΥΠ (που χρόνια τώρα την σκεπάζουν σμήνη από υποψίες διαφθοράς…) θα ήταν αυτονόητο να ριχτεί άπλετο φως. Με δυο λόγια, απόρρητο γιοκ.
Μπορεί να ριχτεί φως; Τις όποιες υποκλοπές από την ΕΥΠ θα μπορούσε εύκολα να τις ανιχνεύσει η ΑΔΑΕ -αν ήθελε ο πρωθυπουργός. Τις όποιες παγιδεύσεις με Predator, θα μπορούσε εύκολα να τις ανιχνεύσει το σύστημα ασφαλείας που διαθέτει κι έχει προθυμοποιηθεί να μας το δανείσει το Ευρωκοινοβούλιο -αν ήθελε το προεδρείο της Βουλής. Δυστυχώς, αντί να καθαρίσει η ατμόσφαιρα, θολώνει περισσότερο. Τίποτα και κανείς δεν μένει άθικτος από τις συνέπειες του τοξικού συνδυασμού εκλογών/ προσπάθειας συγκάλυψης του σκανδάλου. Δεν ξεφεύγουν ούτε η ελληνική οικονομία ούτε η τσέπη του Έλληνα πολίτη.
Ο μύθος λέει ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν απασχολεί την κοινή γνώμη, το μόνο που την απασχολεί είναι τα οικονομικά προβλήματα. Αν και φαίνεται ότι αυτό αλλάζει (αν τουλάχιστον πιστέψουμε τις τελευταίες δημοσκοπήσεις), πάντως δεν είναι αλήθεια ότι η διαχείριση του σκανδάλου των υποκλοπών δεν έχει επιπτώσεις στην οικονομία και στο βιοτικό επίπεδο του ελληνικού λαού. Η αγωνιώδης προσπάθεια συγκάλυψής του, θα επηρεάσει αρνητικά την κατάσταση των νοικοκυριών και τον τύπο και τη σταθερότητα της οικονομικής ανάπτυξης μεσο- μακροπρόθεσμα.
Μερικές συνέπειες απορρέουν από την αμαύρωση της διεθνούς εικόνας της χώρας.
Οι ξένοι επενδυτές και τα funds που είχαν συγκεντρωθεί να ακούσουν τον πρωθυπουργό στο Λονδίνο, μαθαίνοντας ότι την ίδια ώρα που τους διαβεβαίωνε για τη σταθερότητα των κανόνων στην Ελλάδα, είχε δώσει εντολή στον υπουργό Οικονομικών να αγνοήσει, ως μη υπάρχοντες, τους ευρωπαϊκούς κανόνες για τις τράπεζες, ξαφνιάστηκαν πολύ δυσάρεστα. Η κυβερνητική στάση ευλόγως ερμηνεύτηκε ως συνέπεια του άγχους από τον συνδυασμό εκλογών/υποκλοπών. Δεν είναι η πιο σοβαρή -άλλωστε ήταν άμεση η κυβερνητική αναδίπλωση.
Το έγκλημα διαρκείας είναι ότι η διαχείριση της υπόθεσης των υποκλοπών επιδεινώνει την εικόνα της Ελλάδας, ως χώρας με αδύναμους θεσμούς. Και κάθε επιδείνωση τείνει (α) να απωθεί τους σοβαρούς, μακροπρόθεσμους επενδυτές και να προσελκύει όσους επενδύουν με βασικό κίνητρο την φτηνή ειδικευμένη εργασία. Και (β) να επιβαρύνει το κόστος δανεισμού μιας ήδη υπερχρεωμένης χώρας. Κι όταν ανακτήσουμε επενδυτική βαθμίδα, η Ελλάδα θα είναι ουραγός στην κατάταξη των αξιόχρεων χωρών, η πιο ευάλωτη, η λιγότερο ασφαλής. Αν εκπέμπουμε την εικόνα μιας χώρας με θεσμούς-κλωτσοσκούφι, θα το πληρώνουμε ακριβά.
Αλλά οι οικονομικές συνέπειες θα είναι και σχετικά άμεσες.
Η προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου, αλλαγής ατζέντας, αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, έχει κόστος. Κάποιοι το πληρώνουν -κι είναι γνωστό ποιοι. Για να επιτευχθεί ο κυβερνητικός εκλογικός στόχος, γίνεται μια εκτεταμένη και πολυδάπανη επιχείρηση αντιστάθμισης των εντυπώσεων με προεκλογικές παροχές. Σπαταλούνται δισεκατομμύρια ευρώ των φορολογουμένων σε πελατειακές ρυθμίσεις, ψηφοθηρίας της τελευταίας ώρας. Κι αύριο, μετά τις εκλογές, όποια κυβέρνηση και αν σχηματιστεί, τα συνήθη υποζύγια του κρατικού προϋπολογισμού θα κληθούν να πληρώσουν το κόστος αυτής της ψηφοθηρίας. Σε μια χρονιά, το 2023, που ούτως ή άλλως προεξοφλείται ως σκληρή.
(Ο Κώστας Καλλίτσης είναι δημοσιογράφος- Το Άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την «Καθημερινή» της Κυριακής)