Παρά το γεγονός ότι τα εισοδήματα των εργαζομένων «ονομαστικά» αυξάνονται έστω και λίγο, μετά από τα «πέτρινα χρόνια» των μνημονίων, η αλματώδης άνοδος των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο έχει απομειώσει σημαντικά την αγοραστική τους ικανότητα.
Οι αυξήσεις κατά 7,75% στις συντάξεις από την αρχή του τρέχοντος έτους και η αναμενόμενη αύξηση -μεταξύ 5% και 10%- του κατώτατου μισθού την Πρωταπριλιά έως έχει τάξει προεκλογικά ο πρωθυπουργός δεν μπορούν να καλύψουν την αύξηση του κόστους ζωής που στην πραγματικότητα έχει ξεπεράσει το 30% ακόμη και το 40%.
Και αν ως λαός προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε και να αποδεχτούμε -έστω και με βαριά καρδία-, ότι οι αυξήσεις των τιμών δεν συμβαίνουν μόνο στη χώρα μας αλλά διεθνώς, δεν είναι λογικό να δεχτούμε ότι η κυβέρνηση της χώρας αντί να προσπαθεί να τις περιορίσει, αντίθετα τις τροφοδοτεί με τις πολιτικές που εφαρμόζει.
Γιατί μπορεί η ενεργειακή κρίση να προκάλεσε αυξήσεις στα καύσιμα κίνησης και θέρμανσης, αλλά τώρα που οι τιμές άρχισαν διεθνώς να αποκλιμακώνονται, η κυβέρνηση από την πλευρά της «κόβει» τις όποιες κρατικές επιδοτήσεις «μπλοκάροντας» έτσι την πραγματική μείωση των τιμών για τους επαγγελματίες και τους καταναλωτές.
Ήδη την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου και αμέσως μετά την κυβερνητική απόφαση για μείωση κατά 10 λεπτά του ευρώ της κρατικής επιδότησης στο πετρέλαιο θέρμανσης η λιανική τιμή αυξήθηκε τουλάχιστον ισόποσα, καθιστώντας έτσι για τους καταναλωτές δώρο-άδωρο τη μείωση των διεθνών τιμών.
Έτσι, όμως, η κυβέρνηση συντηρεί την ακρίβεια . Η τακτική αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες που καλούνται να τα βγάλουν πέρα με πενιχρές αυξήσεις εισοδημάτων όταν οι τιμές αυξάνονται με πολλαπλάσιους ρυθμούς.
Οι κυβερνητικές δικαιολογίες περί περιορισμένων δημοσιονομικών δυνατοτήτων που δεν επιτρέπουν την συνέχιση των επιδοτήσεων, αλλά κυρίως την μείωσης των άδικων έμμεσων φόρων, όπως ο ΦΠΑ, που αποτελεί και τη βέλτιστη λύση για την συγκράτηση των τιμών, δεν πείθουν.
Οι προεκλογικές εξαγγελίες δεν αρκούν. Οι πολίτες θέλουν αποδείξεις στην πράξη. Και η μεγαλύτερη πρόκληση που έχει αυτή τη περίοδο η κυβέρνηση είναι να αντισταθεί σθεναρά στη μάχη κατά της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας.
Αυτή η μάχη είναι καθαρά δική της υπόθεση και ουδεμία σχέση έχει με τη διεθνή συγκυρία. Και δεν μπορεί να την κερδίσει, αν η ίδια λαμβάνει αποφάσεις που επί της ουσίας πυροδοτούν την ακρίβεια.