Για τους φορολογούμενους, όμως, που βρίσκονται στις κατώτερες, αλλά και στις μεσαίες εισοδηματικές κατηγορίες, οι φοροελαφρύνσεις είναι απαραίτητες.
Και υπάρχει ένας τρόπος που θα μπορούσαν να επιτευχθούν αυτές οι φοροελαφρύνσεις με την υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου φορολόγησης των εισοδημάτων που και τους φόρους θα μπορούσε μέχρι και να μηδενίσει και να δώσει μια νέα δυναμική πνοή στην αγορά ενισχύοντας την κατανάλωση και να εξαλείψει τη μάστιγα της φοροδιαφυγής.
Το σύστημα είναι απλό και εύκολα εφαρμόσιμο, αρκεί βέβαια να υπάρξει πολιτική βούληση και στηρίζεται στην αρχή πως όλες ανεξαιρέτως οι δαπάνες των πολιτών αφαιρούνται από το φορολογητέο εισόδημα τους.
Τι σημαίνει αυτό; Πως αν ένας φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα για παράδειγμα 15.000 ευρώ καταναλώσει με αποδείξεις το σύνολο του εισοδήματος τους για αγορές αγαθών και υπηρεσιών κάθε είδους δεν πρόκειται να πληρώσει ούτε ένα ευρώ φόρο.
Αν καταναλώσει μικρότερο ποσό, τότε θα φορολογηθεί το υπόλοιπο που απομένει με λογικά κλιμακούμενους φορολογικούς συντελεστές.
Μια τόσο απλή αλλαγή στην φορολογία εισοδήματος, θα διασφάλιζε τουλάχιστον τρία άκρως σημαντικά οφέλη για τους φορολογούμενους, την αγορά και την εθνική οικονομία.
-Πρώτον χαμηλούς έως μηδενικούς φόρους για όσους είτε λόγω χαμηλών εισοδημάτων, είτε λόγω επιλογής δαπανούσαν τα εισοδήματα τους. Ιδιαίτερα οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι δεν θα βρίσκονταν στην εξαιρετικά δυσάρεστη θέση και να βλέπουν τα εισοδήματα τους να εξανεμίζονται για τα προς το ζην και στη συνέχεια να καλούνται να πληρώσουν και φόρους επί εισοδημάτων που αναγκάστηκαν δαπάνησαν για τη στέγαση τους, την διατροφή τους, την υγεία τους και την πληρωμή των λογαριασμών τους για φως, νερό, τηλέφωνο.
-Δεύτερον θα προκαλούσε δυναμική αύξηση της κατανάλωσης στην αγορά, ενισχύοντας της επιχειρήσεις που εκτός των άλλων λόγω ανόδου του τζίρου τους και προφανώς και της κερδοφορίας τους ενδεχομένως θα λειτουργούσαν πιο ανταγωνιστικά συγκρατώντας και τις τιμές.
-Τρίτον θα περιόριζε σημαντικότατα την φοροδιαφυγή, καθώς οι καταναλωτές για να αποκτήσουν το πλεονέκτημα της μειωμένης φορολόγησης λόγω των δαπανών τους, θα απαιτούν αποδείξεις απ’ όλες τις επιχειρήσεις με τις οποίες συναλλάσσονται, και αυτές με τη σειρά τους θα καταβάλουν στο ακέραιο τους φόρους που τους αναλογούν γεμίζοντας έτσι τα ταμεία του κράτους.
Ωστόσο, καμία ελληνική κυβέρνηση, μέχρι σήμερα, δεν αποτόλμησε την εφαρμογή ενός τέτοιου νέου φορολογικού συστήματος, προφανώς φοβούμενη δημοσιονομικό εκτροχιασμό, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό της εφαρμογής της.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ένα τέτοιο φορολογικό σύστημα δεν μπορεί να εφαρμοστεί, ιδιαίτερα αν υπάρξουν συναινέσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας και συμφωνίες για την κάλυψη ενός ενδεχόμενου δημοσιονομικού κενού, με την φορολόγηση του πλούτου και των υπερκερδών, που θα ενίσχυαν σημαντικά τα κρατικά έσοδα ώστε να επαρκούν για τις αναγκαίες κρατικές δαπάνες για ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος.
Όλα γίνονται, αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση και στόχευση για κοινωνική συνοχή.