Και μόνο το γεγονός ότι σε δυο μήνες από σήμερα και συγκεκριμένα από την 1η Ιουλίου 2024, θα αρχίσει να εφαρμόζεται στην Ελλάδα η 6ημερη εργασία, σχεδόν σε όλους τους κλάδους της παραγωγής και του εμπορίου, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πρόοδος.
Το αντίθετο μάλιστα, δείχνει ότι το εργατικό κίνημα δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίσει την άγρια επίθεση που δέχεται από την νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη, που φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει στην πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας προς χάριν των μεγάλων επιχειρήσεων.
Η εξαήμερη εργασία σε δυο μήνες από σήμερα θα ισχύει πρωτίστως στις επιχειρήσεις συνεχούς ροής, οι οποίες σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένο φόρτο εργασίας, αλλά υπό προϋποθέσεις, την εξαήμερη εργασία μπορούν να την εφαρμόσουν και άλλες επιχειρήσεις με το τρικ των εναλλασσόμενων βαρδιών και στις οποίες οι εργαζόμενοι δουλεύουν πενθήμερο.
Σε μια εποχή που σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι κυβερνήσεις θεσπίζουν έστω και πιλοτικά την 4ημερη εργασία και μάλιστα χωρίς μείωση αποδοχών, αλλά και την μείωση των ωρών εργασίας, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα αυξηθεί η παραγωγικότητα των εργαζομένων, στην Ελλάδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη πράττει ακριβώς το αντίθετο.
Επιστρέφει τους εργαζόμενους σε συνθήκες μεσαίωνα, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει αυτούς που αποτελούν τη βάση της εκλογικής της πελατείας και αγνοώντας επιδεικτικά τους εργαζόμενους.
Δημιουργεί έτσι όλες τις νομοθετικές προϋποθέσεις οι εργοδότες των μεγάλων επιχειρήσεων να επικαλούνται φόρτο και συνεχή ροή και να εξαναγκάζουν τους εργαζόμενους τους να δουλεύουν μια μέρα την εβδομάδα παραπάνω.
Με «τυράκι» την αυξημένη κατά 40% αμοιβή των εργαζομένων την έκτη ημέρα εργασίας η κυβέρνηση εκτιμά ότι θα πετύχει να περάσει και στην πράξη αυτό το σκληρό μέτρο χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις.
Άλλωστε με την ακρίβεια που σαρώνει την αγορά σε όλα τα επίπεδα από αγαθά μέχρι και υπηρεσίες, κάποιοι εργαζόμενοι που είναι και κακοπληρωμένοι, ενδεχομένως να υποκύψουν και να συναινέσουν στον νέο εργασιακό μεσαίωνα.
Αλλά και όσοι δεν συναινέσουν θα βρεθούν σε δεινή θέση, καθώς είναι γνώστες οι πρακτικές εξαναγκασμού ορισμένων κυρίως «μεγάλων» εργοδοτών. Όσοι αρνούνται να δουλέψουν και έκτη ημέρα μάλλον θα βρεθούν στον προθάλαμο της ανεργίας. Όποτε θα πειθαναγκαστούν.
Αυτό που θα πρέπει να αναλογιστούν όλοι ανεξαιρέτως οι εργαζόμενοι είναι γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει ένα τέτοιο αναχρονιστικό μέτρο στην αγορά εργασίας, που εκτός των άλλων θα συμβάλει και στην αύξηση της ανεργίας και την μείωση της απασχόλησης.
Γιατί οι λιγότερες μέρες και ώρες εργασίας θα οδηγήσουν σε αύξηση των προσλήψεων από τα μεγάλες επιχειρήσεις και αυτές δεν το θέλουν. Και όπως είπαμε αυτές αποτελούν και τη βάση των «υποστηρικτών» της σημερινής Νέας Δημοκρατίας.
Δεν αρκούν λοιπόν τα αιτήματα των εργαζομένων –των συνδικαλιστών τους δηλαδή – να ακούγονται μόνο την Πρωτομαγιά και μόνο σε κάποιες διαδηλώσεις. Οι αντιδράσεις τους θα πρέπει να «μεταφερθούν» και στις κάλπες.