Η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη επειδή ο πρώην πρωθυπουργός του ασκούσε κριτική, κυρίως για θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και «ταυτοτικά» ζητήματα της συντηρητικής παράταξης, έρχεται να καταδείξει ότι πλέον η κρίση στο στρατόπεδο της Νέας Δημοκρατίας έφτασε στα ανώτατα επίπεδα.
Αποτελεί πρωτοφανές γεγονός για την ελληνική πολιτική ιστορία εν ενεργεία πρωθυπουργός να διαγράφει από την Κοινοβουλευτική του Ομάδα και το κόμμα έναν πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο του κόμματος, γιατί ο τελευταίος σε ομιλίες και δηλώσεις του, του έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για τις πολιτικές που ακολουθεί.
Το τι θα επακολουθήσει μετά την πρωτόγνωρη αυτή εξέλιξη στο κυβερνών κόμμα είναι ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο τη Νέα Δημοκρατία, αλλά το σύνολο του πολιτικού κόσμου και πρωτίστως την ίδια την κοινωνία.
Θα συνεχίσει ο πρωθυπουργός τις σπασμωδικές κινήσεις του για να διατηρηθεί στην εξουσία;
Η απόφαση του να διαγράψει από το κόμμα έναν πρώην πρόεδρο του, δείχνει ότι έχει χάσει την ψυχραιμία του του με ότι αυτό συνεπάγεται για την διακυβέρνηση της χώρας.
Και αυτό που έχει πανικοβάλει τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι αυτή καθ εαυτή η ουσία της κριτικής που του ασκούσε τελευταία ο Μεσσήνιος πολιτικός και η οποία «αντανακλά» τις απόψεις της πλειοψηφία των συντηρητικών ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας.
Ήταν η καυστική κριτική του πρώην προέδρου της ΝΔ για την στάση του Κ. Μητσοτάκη απέναντι στον Ερντογάν -που επί της ουσίας τον κατηγόρησε ακόμη και για μειοδοσία- όπως και οι επιθέσεις του για μια σειρά ζητημάτων όπως ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών που ενόχλησαν τον πρωθυπουργό.
Και έτσι ήρθε η διαγραφή του προσώπου . Μένει να φανεί, όμως, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης «διαγράψει», και τις θέσεις του Αντώνη Σαμαρά.
Γιατί είναι κοινό μυστικό στο Μαξίμου, πως εξ αιτίας της «μερικής απομάκρυνσης» από τις πατροπαράδοτες δεξιές θέσεις που εκφράζει ο Μεσσήνιος στις πρόσφατες ευρωεκλογές η Νέα Δημοκρατία έχασε 1.000.000 ψηφοφόρους σε σχέση με τις εθνικές εκλογές μόλις μέσα σε ένα χρόνο.
Και οι ψηφοφόροι αυτοί δεν έδωσαν τη ψήφο τους στα προοδευτικά κόμματα, αλλά την μετέφεραν στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.
Άλλωστε με το φόβο του ανταγωνισμού από τα δεξιά του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήδη έχει υιοθετήσει ακροδεξιές θέσεις σε πλείστα ζητήματα, όπως το μεταναστευτικό.
Αλλά και γενικότερα ο τρόπος που διαχειρίζεται την εξουσία, με την Ελλάδα να βρίσκεται στη μαύρη λίστα των χωρών σε ότι αφορά την ελευθερία του Τύπου και το κράτος Δικαίου, ο πρωθυπουργός δείχνει ότι κάποια ζητήματα υψίστης σημασίας για την κοινωνία, για τον ίδιο δεν είναι τόσο σημαντικά.
Και ο αντίλογος μέσα στο ίδιο του το κόμμα δεν είναι κάτι που αξιολογεί ο πρωθυπουργός ως μια δημοκρατική διαδικασία, αλλά ως πολιτικά κολάσιμη πράξη. Και όποιος εκφράζει αντίθετη άποψη από την δική του απλά καρατομείται με συνοπτικές διαδικασίες.
ΥΓ. Ο πανικός είναι κακός σύμβουλος, ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από κινήσεις βλαπτικές για την ίδια την κοινωνία. Όπως αυτή που οι πληροφορίες θέλουν να σχεδιάζει το Μαξίμου για νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε ν συνεχίσει να κυβερνά ο Κ. Μητσοτάκης με εκλογικό ποσοστό της τάξης του 33-34%, ένα ποσοστό που σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφράζει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού.