Μπορεί το τελευταίο διάστημα να επικρατεί αισιοδοξία σχετικά με την πτώση των τιμών στην αγορά ενέργειας για την ΕΕ – κυρίως λόγω απρόσμενα καλού καιρού – όμως αυτό που παραμένει είναι ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ προσπαθούν ακόμα να λύσουν το ζήτημα του εφοδιασμού του, κάτι που όσο δεν λύνεται, διατηρείται η πιθανότητα της αστάθειας των τιμών.
Οι βραχυπρόθεσμες τιμές του φυσικού αερίου έφθασαν σε επίπεδα άνω των 100 δολαρίων ανά εκατομμύριο – μια κατάσταση άνευ προηγουμένου για Αύγουστο. Τέσσερις μήνες μετά, στο τέλος του 2022 η τιμή έπεσε στα 25 δολάρια καθώς οι πιο ήπιες χειμερινές θερμοκρασίες, τα σχεδόν πλήρη αποθέματα φυσικού αερίου και οι υψηλές εισαγωγές LNG κράτησαν τα πράγματα υπό έλεγχο.
Όπως παρατηρεί το Energy Intelligence παρά τις χαμηλότερες τιμές, η Ευρώπη δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τον κίνδυνο.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας έχει προβλέψει ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ένα χάσμα προσφοράς-ζήτησης 30 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων, που ισοδυναμεί με σχεδόν το ήμισυ του φυσικού αερίου που απαιτείται για να πληρωθούν τα αποθέματα κατά 95% κατά την έναρξη του επόμενου χειμώνα. Η πρόβλεψη βασίζεται στο δεδομένο ότι θα υπάρξει τελικά πλήρης απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Η αποτελεσματικότητα των μέτρων πολιτικής της ΕΕ θα δοκιμαστεί το 2023, καθώς οι ροές φυσικού αερίου από τον ρωσικό αγωγό προς την Ευρώπη αναμένεται από πολλές πλευρές να είναι σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022.
Οι πρώτες καιρικές εκτιμήσεις για τον χειμώνα του 2023-2024 κάνουν λόγο για βαρυχειμωνιά που δεν θα έχει καμία σχέση με την τρέχουσα κατάσταση.
Το Energy Intelligence εκτιμά πως το πρόσφατα συμφωνημένο ανώτατο όριο στις τιμές χονδρικής στην Ευρώπη στα 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα μπορούσε να περιπλέξει την προσπάθεια της Ευρώπης να συγκεντρώσει προμήθειες, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ζήτηση φυσικού αερίου και θα μπορούσε να ωθήσει τα φορτία LNG σε αγορές με υψηλότερες τιμές. Υπάρχει μια σειρά διασφαλίσεων που θα αναστείλουν το ανώτατο όριο τιμών εάν αυτό επηρεάσει τη σταθερότητα της αγοράς ενέργειας και, μαζί με αυτήν, τον εφοδιασμό φυσικού αερίου προς και εντός της Ένωσης.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν επίσης σε κοινά σχέδια αγοράς φυσικού αερίου για να εξασφαλίσουν συλλογικά τις προμήθειες και να αποφύγουν τον ανταγωνισμό να αυξήσει τις τιμές. Τα αρχικά σχέδια αναφέρουν ότι οι χώρες της ΕΕ, μέσω εταιρειών που χρησιμοποιούν μια νέα πλατφόρμα αγορών, θα πρέπει να εξασφαλίσουν 13,5 Bcm φυσικού αερίου, ή τουλάχιστον το 15% του φυσικού αερίου που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου πλήρωσης αποθήκευσης 90% για το 2023.
Ωστόσο, δεν είναι ακόμη σαφές πώς η κοινή προμήθεια θα λειτουργήσει και πολλά ερωτήματα σχετικά με αυτήν παραμένουν αναπάντητα: Είναι οι προμηθευτές πρόθυμοι να πουλήσουν αέριο στα κράτη μέλη της ΕΕ συλλογικά, και όχι ξεχωριστά σε κάθε κράτος μέλος; Πώς θα κατανεμηθεί το προμηθευόμενο αέριο ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ; Πώς θα ξεπεράσει η ΕΕ τις νομικές και εμπορικές πολυπλοκότητες όσον αφορά στην έγκαιρη ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών και συμβάσεων για να πραγματοποιήσει τις πρώτες αγορές φυσικού αερίου πριν από το καλοκαίρι;