Και μάλιστα είχε τονίσει ότι «Η αντιπολίτευση θα ψάχνεται για πολύ καιρό, εμείς θα πρέπει να είμαστε η αντιπολίτευση του εαυτού μας, θα έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά…».
Το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών των δικαίωσε. Η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να εξασφαλίσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία και μάλιστα να διαλύσει σε πολλά κομμάτια την αντιπολίτευση.
Επί της ουσίας αξιωματική αντιπολίτευση δεν υπάρχει, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ κατρακύλησε εκλέγοντας μόλις 47 βουλευτές, ενώ και το ΠΑΣΟΚ δεν πέτυχε να αυξήσει τις δυνάμεις του και παρέμεινε στα ίδια ποσοστά του Μαΐου και με μόλις 32 έδρες.
Αυτή είναι η νέα πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Μια πανίσχυρη κυβέρνηση 158 βουλευτών και μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση που μάλλον είναι δύσκολο να αντιπαρατεθεί στο κυβερνών κόμμα, καθώς ο κίνδυνος της εσωστρέφειας είναι ήδη ορατός.
Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πέτυχε τον στόχο του να εξαφανίσει ή τουλάχιστον να αποδυναμώσει καίρια την αντιπολίτευση. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα πετύχει και το στον να γίνει αντιπολίτευση του εαυτού του και το κόμματος.
Το αντίθετο είναι το πλέον πιθανό να συμβεί. Και κατά την σοφή λαϊκή παροιμία μάλλον θα ισχύσει το «Γιάννης κερνάει Γιάννης πίνει».
Χωρίς ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση, τουλάχιστον μέσα στη Βουλή, το έργο της νέας κυβέρνησης θα είναι μάλλον εύκολο. Θα περνάει όποιο νομοθέτημα θέλει χωρίς καμιά ιδιαίτερη δυσκολία, καθώς πέραν της ισχυρής αυτοδυναμίας που πλέον διαθέτει θα έχει απέναντι της επτά μικρά ή μικρομεσαία κόμματα που δεν θα μπορούν να ομονοήσουν όπως απέδειξαν και κατά την διπλή προεκλογική περίοδο του Μαΐου και του Ιουνίου.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια, ότι η νέα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, θα διάγει μια απροβλημάτιστη τετραετία. Τα προβλήματα είναι πολλά και σοβαρά και ο ίδιος ο Μητσοτάκη έχει τάξει «λαγούς με πετραχήλια» που περιμένουν να δουν να γίνονται πράξη όσοι τον πίστεψαν και τον ψήφισαν.
Θα μπορέσει και με ποιους τρόπους να δαμάσει την ακρίβεια που κατατρώει τα εισοδήματα των πολιτών;
Θα μπορέσει και πως να δικαιολογήσει το τσουνάμι πλειστηριασμών πρώτων κατοικιών που έρχεται;
Θα μπορέσει και πως να αναβαθμίσει την δημόσια υγεία που υποσχέθηκε;
Θα μπορέσει και πότε να εκσυγχρονίσει της δομές της δημόσιας διοίκησης και να περιορίσει αισθητά τη γραφειοκρατία;
Θα μπορέσει και πότε να βάλει επιτέλους ένα τέλος στις απίστευτες καθυστερήσεις απονομής της δικαιοσύνης;
Θα μπορέσει και πως να συγκρατήσει την αλαζονεία της εξουσίας που διακατέχει πολλά από τα κορυφαία στελέχη του άλλα και τον ίδιο προσωπικά έστω και αν το καλύπτει;
Θα μπορέσει και πως να ελέγξει φαινόμενα διασπάθισης δημοσίου χρήματος και ευνοϊκής μεταχείρισης συγκεκριμένων μεγαλοσυμφερόντων;
Και είναι πολλά και καυτά αυτά τα ερωτήματα που πρέπει να απαντήσει, στους ίδιους τους πολίτες.
Και αυτό που κανείς πολιτικός ταγός δεν πρέπει να ξεχνά είναι ότι όσο εύκολα δοξάζεται από τους ψηφοφόρους άλλο τόσο εύκολα μπαίνει στο στόχαστρο τους.
Μένει να φανεί στη συνέχεια αν η παντοδυναμία που χάρισαν στον πρωθυπουργό οι ψηφοφόροι θα αποδειχθεί ευλογία ή κατάρα γεγονός που θα εξαρτηθεί υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες και στο αν πραγματικά εννοούσε ότι θα γίνει αντιπολίτευση του εαυτού του.